Την περασμένη Τετάρτη (29.2.2012) ολοκληρώθηκε η ψήφιση του σχετικού εφαρμοστικού νόμου του Μνημονίου 2 όπου προβλέπεται και η ίδρυση ενός νέου μεγάλου Ταμείου Επικουρικής Ασφάλισης, με τη συγχώνευση των υφιστάμενων σήμερα σημαντικότερων αντίστοιχων επικουρικών ταμείων.
Παρά τις καθησυχαστικές δηλώσεις της πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης όμως επιβάλλεται να τονιστούν και οι εξής καθόλου καθησυχαστικές επισημάνσεις.
1. Η οικονομική βιωσιμότητα του προσεχώς δημιουργούμενου μεγάλου Επικουρικού δεν είναι εξασφαλισμένη. Δεν έχει πραγματοποιηθεί οποιαδήποτε σχετική αναλογιστική μελέτη – δεν υπάρχει ούτε προϋπολογισμός ακόμη και των πρώτων ετών λειτουργίας του Ταμείου, δεν έχει επιχειρηθεί, έστω και κατά προσέγγιση, οποιαδήποτε (ακόμη και βραχυχρόνια) εκτίμηση των αναμενόμενων εσόδων του από ασφαλιστικές εισφορές και των αντιστοίχως αναμενόμενων δαπανών του για συνταξιοδοτικές παροχές. Από την όλη διαδικασία ίδρυσης του νέου Ταμείου απουσιάζουν όχι μόνον οι μακροχρόνιοι αναλογισμοί αλλά ακόμη και η απλή αριθμητική – ενώ πλεονάζει η κενή ουσιαστικού περιεχομένου φιλολογία.
2. Εισφορές και κάθε είδους περιουσιακά στοιχεία των ενοποιούμενων Επικουρικών συγχωνεύονται σε ενιαίο κοινό περιουσιακό σύνολο. Ωστόσο συγκεκριμένα ενοποιούμενα Επικουρικά (ΤΕΑΠΟΚΑ, ΤΑΔΚΥ, ΤΕΑΠΑΕ κ.λπ.) εμφανίζουν σοβαρότατα οικονομικά πλεονάσματα συνεχώς (ακόμη και μετά το έτος 2060), ενώ άλλα ενοποιούμενα Επικουρικά εμφανίζουν σημαντικά ελλείμματα. Συνεπώς, με την ενοποίηση των Επικουρικών και τη συγχώνευση της περιουσίας τους, χρησιμοποιούνται τα υφιστάμενα πλεονάσματα των υγιών Ταμείων για να καλύψουν τα υπαρκτά ελλείμματα των λοιπών. Ουσιαστικά δηλαδή δημεύονται τα πλεονάσματα που έχει δημιουργήσει η ως σήμερα συνετή διαχείριση των υγιών Επικουρικών.
3. Οι συντάξεις υπολογίζονται με τον ίδιο τρόπο για όλους τους ασφαλισμένους στο νέο Επικουρικό. Ωστόσο οι καταβαλλόμενες ασφαλιστικές εισφορές διαφέρουν ουσιαστικότατα αναλόγως του συγχωνευόμενου Επικουρικού. Συνεπώς, είναι κοινωνικά άδικο να καταβάλλονται διαφορετικές εισφορές αλλά να υπολογίζονται με τον ίδιο τρόπο όλες οι συντάξεις. Η αδικία γίνεται μεγαλύτερη αν αναλογιστούμε ότι οι ασφαλισμένοι συγκεκριμένων Επικουρικών έχουν ήδη επί μερικές δεκάδες έτη καταβάλει τριπλάσιες εισφορές σε σχέση με τους ασφαλισμένους άλλων Επικουρικών.
4. Οι επικουρικές συντάξεις χορηγούνται στους ασφαλισμένους του νέου Επικουρικού όχι με κοινές και ενιαίες αλλά με διαφορετικές προϋποθέσεις (συντάξιμα έτη και όρια ηλικίας). Σύμφωνα με το άρθρο 41 του νόμου, για κάθε ασφαλισμένο του νέου Επικουρικού η σύνταξή του χορηγείται με τη συμπλήρωση των προϋποθέσεων που προβλέπει ο φορέας στον οποίο είναι ασφαλισμένος για κύρια σύνταξη. Υπολογίζονται δηλαδή οι επικουρικές συντάξεις με τον ίδιο τρόπο αλλά χορηγούνται με διαφορετικές προϋποθέσεις σε ασφαλισμένους που καταβάλλουν (ή έχουν ήδη καταβάλει) διαφορετικού ύψους ασφαλιστικές εισφορές.
Ο κ. Γ. Ρωμανιάς είναι οικονομολόγος.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ