Τα δύο τελευταία χρόνια η Νέα Δημοκρατία χειρίστηκε σωστά το ζήτημα της διαχείρισης του μνημονίου. Όμως τον τελευταίο μήνα, με την ψήφιση της νέας δανειακής σύμβασης δημιουργήθηκε έντονο θέμα στην κοινοβουλευτική ομάδα, αλλά και στα απλά στελέχη και ψηφοφόρους που θεώρησαν αρνητική την κίνηση αυτή, δηλαδή της υπερψήφισης. Είναι γεγονός ότι αυτή η κίνηση δεν θα στοιχήσει στο κόμμα της Νέας Δημοκρατίας, όσο θα περίμενε κανείς όμως ανοίγει μια ευρεία συζήτηση πλέον εντός και εκτός κοινοβουλίου για το πόσο σωστό είναι να εφαρμόζεται το ζήτημα κομματικής πειθαρχίας σε θέματα που αφορούν τόσο σοβαρά Εθνικά ζητήματα.

Στην τελευταία ψηφοφορία είναι λογικό να τίθεται επί τάπητος ένα σοβαρό ζήτημα για το μέλλον της χώρας. Φυσικά και ο ηγέτης είναι αυτός που αποφασίσει που θα συγκλίνει μια παράταξη, αλλά θεωρώ ότι εάν ο κ. Σαμαράς εξέφραζε την δημόσια τοποθέτηση του σχετικά με την πορεία της χώρας και προέτρεπε τους Βουλευτές να ψηφίσουν κατά συνείδηση βάσει βεβαίως των δεδομένων της χρεοκοπίας ή της συμμετοχής στο πρόγραμμα ανταλλαγής ομολόγων, χωρίς να έγκειται θέμα διαγραφής σε περίπτωση διαφορετικής απόφασης του κάθε Βουλευτή, τότε θεωρώ βέβαιο ότι η διαδικασία θα γινόταν ομαλά, δεν θα υπήρχαν διαγραφές, δεν θα υπήρχαν αντιδράσεις, ο κάθε βουλευτής θα γινόταν υπεύθυνος της απόφασης του και θα φαινόταν ότι η Νέα Δημοκρατία αποφασίζει συλλογικά.

Το ίδιο λάθος έκανε και ο κ. Γιώργος Παπανδρέου από την πλευρά του ΠαΣοΚ, ο οποίος μπορούσε να μην κλείσει τον κύκλο του στο κίνημα με διαγραφές στελεχών και μάλιστα, προσώπων που τον στήριξαν σε μεγάλο βαθμό. Η κομματική πειθαρχία που εφάρμοσε το ΠαΣοΚ δεν θύμιζε σε τίποτα το Δημοκρατικό χαρακτήρα αυτής της παράταξης και η αλήθεια είναι ότι όσο και αν θεωρείται σωστό να τηρείται ποτέ δεν σημαίνει πως είναι προς όφελος του Ελληνικού λαού.

Την κομματική πειθαρχία την εφαρμόζεις με επιχειρήματα και όχι με τη βία και την απειλή της διαγραφής. Οι απειλές και οι διαγραφές σημαίνουν έλλειψη πειθούς αλλά και πολιτικής υπεροχής. Όταν ο ηγέτης δεν μπορεί να πείσει ούτε τα μέλη της κοινοβουλευτικής του ομάδας, τότε συντρέχει λόγος ανησυχίας για το πόσο σοβαρός είναι ο ηγέτης. Κάποια στιγμή περνάει από το μυαλό του καθενός ότι αν ο κ. Παπανδρέου επιμένει τόσο έντονα στην ψήφιση των μνημονίων και καλώς κάνει, γιατί επιβάλει με την κομματική πειθαρχία τη γνώμη του και δεν αφήνει τους Βουλευτές κατά βούληση και κατά συνείδηση να ψηφίσουν; Και αφού θεωρεί ότι αυτό που αποφασίζει είναι σωστό και καλά κάνει, γιατί δεν προσπαθεί να πείσει με επιχειρήματα για να μην κάνουν το αντίθετο;

Μου είναι αδιανόητο, άνθρωποι που υποτίθεται έχουν μια κοινή πορεία δεκαετιών να μην μπορούν να συγκλίνουν σε μια τόσο κρίσιμη φάση για τη χώρα. Όταν λοιπόν η ελεύθερη βούληση ενός βουλευτή αντικαθίσταται με την σκληρή και απειλητική κομματική πειθαρχία, τότε αυτομάτως δημιουργείται ηθικό ζήτημα έλλειψης δημοκρατίας αλλά πρωτίστως έλλειψης επιχειρημάτων και πολιτικού λόγου και πειθούς με αποτέλεσμα να διαφαίνεται πόσο κενό είναι το πολιτικό σύστημα και πόσο νήπια είναι οι Έλληνες πολιτικοί.