«Κάψτε τα μυαλά τους!» φώναζε στους άνδρες του ο στρατηγός Μπλάντιτς καθώς μονάδες πυροβολικού σφυροκοπούσαν στα τυφλά το Σαράγιεβο. Ο σερβοβόσνιος στρατηγός αποκαλούσε συχνά τον εαυτό του «Θεό» ενώ εξέτρεφε κατσίκες στις οποίες έδινε ονόματα από δυτικούς ηγέτες που αντιπαθούσε. Ο Ράτκο Μλάντιτς διετέλεσε αρχηγός του στρατού των Σερβοβόσνιων επί προεδρίας Ράντοβαν Κάρατζιτς και κατηγορείται από το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο του ΟΗΕ για τα Εγκλήματα Πολέμου στην πρώην Γιουγκοσλαβία (ICTY) για γενοκτονία, εγκλήματα πολέμου και εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας.

Ο Μλάντιτς πρωτοστάτησε στην εκστρατεία εθνοκάθαρσης που εξαπέλυσαν οι Σέρβοι στη διάρκεια του πολέμου της Βοσνίας (1992-1995), Ενορχήστρωσε την πολιορκία του Σαράγιεβο, η οποία διήρκησε 43 μήνες από το 1992 έως το 1995 και στοίχισε τη ζωή σε περισσότερους από 10.000 ανθρώπους, μεταξύ των οποίων και 1.800 παιδιών, ενώ διέταξε τη δολοφονία 8.000 άμαχων Μουσουλμάνων στη Σρεμπρένιτσα το καλοκαίρι του 1995.

Μετά το τέλος του πολέμου ο Μλάντιτς επέστρεψε στο Βελιγράδι όπου έζησε ελεύθερος για ένα διάστημα. Κατόπιν πέρασε σε καθεστώς ημιπαρανομίας, ώσπου τα ίχνη του χάθηκαν μετά τη σύλληψη του πρώην προέδρου της Γιουγκοσλαβίας, Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς, το 2001.

Από τον Οκτώβριο του 2004 πρώην συνεργάτες του άρχισαν να παραδίδονται στις Αρχές καθώς το Βελιγράδι δεχόταν έντονες πιέσεις για να συνεργαστεί. Η σύλληψή του Μλάντιτς αποτελούσε απαραίτητη προϋπόθεση από τους ευρωπαίους εταίρους για τη συνέχιση της πορείας του Βελιγραδίου προς την Ευρωπαϊκή Ενωση.

Ωστόσο, ο ίδιος φαίνεται ότι απολάμβανε την προστασία ενός τμήματος των σερβικών Αρχών, κάτι που τόνιζε επανειλημμένα και το ICTY. Δυτικοί διπλωμάτες έχουν ισχυριστεί ότι το καλοκαίρι του 2004 ο Μλάντιτς ζούσε προστατευμένος σε στρατόπεδο κοντά στην πόλη Χαν Πίγιεσακ στην ανατολική Βοσνία και ότι εντοπίστηκε στη Σερβία τις αρχές του Ιουνίου του ιδίου έτους αλλά τα ίχνη του χάθηκαν ξανά. Υπάρχουν επίσης ανεπιβεβαίωτες πληροφορίες ότι συχνά επισκεπτόταν ινκόγκνιτο τη Μόσχα, αλλά και τη Θεσσαλονίκη και την Αθήνα.

Γεννήθηκε το 1942 στο χωριό Μποζανόβιτσι, νοτιοανατολικά του Σαράγιεβο. Ο πατέρας του, επίσης στρατιωτικός ηγέτης των Σερβοβόσνιων, σκοτώθηκε το 1945 από όργανα των Κροατών συνεργατών των ναζί καθώς ετοιμαζόταν να επιτεθεί με τις δυνάμεις του στο χωριό του φασίστα κροάτη ηγέτη Αντε Πάβελιτς. Μεγάλωσε στη Γιουγκοσλαβία του Τίτο και το 1961 εισήλθε στη στρατιωτική σχολή του Σεμλίνου. Σύντομα άρχισε να ανεβαίνει στη στρατιωτική ιεραρχία ενώ το 1991 έγινε υποστράτηγος του Λαϊκού Στρατού.

Τον Μάιο του 1992, έναν μήνα μετά την ανακήρυξη της ανεξαρτησίας της Βοσνίας, η Εθνοσυνέλευση των Σέρβων της Βοσνίας, αποφάσισε τη δημιουργία του σερβοβοσνιακού στρατού και εξέλεξε τον Μλάντις ως επικεφαλής του. Μαζί με τους στρατηγούς του αποφάσισαν να διακόψουν το νερό, το ηλεκτρικό αλλά και την κυκλοφορία από και προς το Σαράγιεβο, ξεκινώντας έτσι τη τετράχρονη πολιορκία της πρωτεύουσας της Βοσνίας, τη μεγαλύτερη σε διάρκεια στην σύγχρονη ιστορία του πολέμου.

Το 1995 ο Μλάντιτς ηγήθηκε της σερβικής επίθεσης στην «ασφαλή περιοχή» – όπως είχε χαρακτηριστεί από τον ΟΗΕ – της Σρεμπρένιτσα, όπου είχαν καταφύγει δεκάδες χιλιάδες άμαχοι μετά τις προηγούμενες επιχειρήσεις των Σέρβων στη βορειοανατολική Βοσνία, σκοτώνοντας τουλάχιστον 8.000 Μουσουλμάνους.