Η Μπάρμπαρα Χέπγουορθ (1903-1975) αποφάσισε να έλθει στην Ελλάδα μετά τον θάνατο του γιου της Πολ, ο οποίος σκοτώθηκε σε αεροπορικό δυστύχημα το 1953. Η πρωτοπόρος βρετανίδα γλύπτρια του μοντερνισμού και μία από τις πιο σημαντικές εκπροσώπους της βρετανικής αφηρημένης τέχνης ταξίδεψε στην Επίδαυρο και σε άλλα μέρη της χώρας που είναι συνδεδεμένα κυρίως με την κλασική της κληρονομιά. Η παρατεταμένη επίσκεψή της στην Ελλάδα επηρέασε βαθύτατα το έργο της. Υστερα από το ταξίδι αυτό δημιούργησε μια σειρά από γλυπτά, στα οποία έδωσε ονόματα αρχαίων ελληνικών τοποθεσιών.
Την αγάπη της για την Ελλάδα η Χέπγουορθ τη μοιράστηκε με τον σύζυγό της Μπεν Νίκολσον, με τον οποίο παντρεύτηκαν το 1931 και απέκτησαν τρίδυμα. «Μακάρι να ήσουν εδώ» του έγραφε. «Μοιάζει λάθος να τα βλέπω χωρίς εσένα, γιατί κάθε φορά που τα κοιτάζω σκέφτομαι με ποιον τρόπο θα τα έβλεπες εσύ». Η καλλιτέχνις εξέδωσε μια συλλογή με τις σημειώσεις που είχε κρατήσει στο μπλοκ σχεδίασης το οποίο χρησιμοποίησε στην Ελλάδα, ενώ μεγάλο μέρος της προσοχής της δόθηκε στα χρώματα, στις μορφές και στις εντυπώσεις που της άφησαν τα μέρη που επισκέφθηκε.
Δεν είναι όμως μόνο η Επίδαυρος. Η Υδρα, η Κρήτη, η Σύρος, η Σκόπελος, οι Μυκήνες, οι Δελφοί, η Πάτμος, η Δήλος, η Σαντορίνη, η Ρόδος, η Κως, το Καστελόριζο, η Κυπαρισσία, η Μύκονος και τόσα άλλα ελληνικά μέρη με μεγάλη πολιτιστική ιστορία και ιδιαίτερα γεωγραφικά χαρακτηριστικά έχουν αποτελέσει πηγή έμπνευσης καλλιτεχνικών πρωτοποριών σε όλη τη διάρκεια του 20ού αιώνα. Εκείνοι λοιπόν οι εικαστικοί που παρέμειναν για μια μακρά περίοδο στην Ελλάδα και σε κάποιες περιπτώσεις έφτιαξαν δεύτερο σπίτι εδώ- ορισμένοι από αυτούς Ελληνες της Διασποράς- συμμετέχουν τώρα στον «Μεγάλο περίπατο», τη νέα έκθεση σύγχρονης τέχνης του Κυκλαδικού Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης με έργα διεθνώς καταξιωμένων καλλιτεχνών, οι οποίοι με τον έναν ή τον άλλον τρόπο εξερεύνησαν πολιτιστικά αυτόν τον τόπο.
Δώδεκα μήνες παρέμεινε στη Σύμη, μεταξύ 1966-1967, ο Ελβετός Ντάνιελ Σπέρι (γεν. 1930), από τους πρώτους που ανέδειξαν τη σχέση του φαγητού με την τέχνη. Η ψυχωτική ενασχόλησή του με την ιστορία και την τέχνη των καθημερινών πραγμάτων, συμπεριλαμβανομένης της μαγειρικής, τον οδήγησε στη δημιουργία μιας σειράς 25 «αρχαιολογικών αντικειμένων». Αναδύθηκαν από εκβράσματα ναυαγίου, λίθους, αποξηραμένα φυτά, οστά ζώων, αποσαθρώματα και υπολείμματα τροφής: ο Σπέρι συνέθεσε σε φαινομενικά τυχαίες συγκεντρώσεις. Ηταν αντικείμενα που κατέγραφαν την καθημερινή ζωή και τις εμπειρίες του από το νησί, εκτεθειμένα στον κήπο και στους τοίχους του σπιτιού του. Μπορεί να περνούσαν σχεδόν απαρατήρητα από τους κατοίκους της Σύμης, όλοι τους όμως ένιωθαν την ανάγκη να τον συμβουλεύουν διαρκώς για την εκτέλεση πιάτων της τοπικής κουζίνας.
«Ηθελα να βάλω τον εαυτό μου σε μια ξένη χώρα και να δω αν το ταλέντο μου θα μπορούσε να το αντέξει» ανέφερε ο Βρετανός Τζον Κράξτον (1922-2009) αιτιολογώντας την επιθυμία του να ζήσει στην Ελλάδα. Επισκέφθηκε την Ελλάδα το 1946 και την ερωτεύτηκε. Τo 1960 εγκαταστάθηκε στην Κρήτη και ξεκίνησε να φιλοτεχνεί έργα που παρουσίαζαν συχνά μορφές βοσκών και ποιητών, καθώς και αγροκτήματα, σπίτια, ζώα…
Η λιβανοαμερικανίδα ποιήτρια, δοκιμιογράφος και εικαστικός Ετέλ Αντνάν (γεν. 1925) είναι κόρη μιας χριστιανής Ελληνίδας και ενός μουσουλμάνου Σύρου. Μεγάλωσε μιλώντας ελληνικά και τουρκικά σε μια κατ΄ εξοχήν αραβόφωνη κοινωνία. Πα γιδευμένη σε ένα πλήθος γλωσσών, αναζήτησε καταφύγιο κυρίως στη ζωγραφική. Η Αντνάν σήμερα μοιράζει τον χρόνο της ανάμεσα στο Σαν Φρανσίσκο, στο Παρίσι, στη Βηρυτό και στο σπίτι της στη Σκόπελο, όπου δημιούργησε τον «Κήπο στη Σκόπελο». Το μαύρο τοπίο του νησιού η Αντνάν το σχεδίασε με γρήγορες πινελιές παρατηρώντας το από το σπίτι της.
Τέσσερα διαφορετικά σημεία του ορίζοντα, τέσσερα σπίτια και για τη Λίντα Μπένγκλις (γεν. 1941), αμερικανίδα η οποία ζει και εργάζεται μεταξύ Νέας Υόρκης, Σάντα Φε, Καστελόριζου και Αχμενταπάντ της Ινδίας. Η πιο γνωστή δουλειά της ελληνικής καταγωγής γλύπτριας που διέπρεψε στη διεθνή σκηνή τη δεκαετία του ΄70 περιλαμβάνει έργα από πολυουρεθάνη τα οποία εμφανίζονται σαν πίνακες ζωγραφικής, χυτοί στο δάπεδο της γκαλερί, καθώς και γλυπτά από φύλλο χρυσού, τσίγκο και αλουμίνιο, τα οποία παρουσίαζε κατά ομάδες. Αυτά τα επιτοίχια γλυπτά με πτυχώσεις θυμίζουν τα πτυχωμένα υφάσματα ελληνικών γλυπτών της κλασικής περιόδου- ιδιαίτερα τις Καρυάτιδες-, αποδίδοντας ωστόσο επιφανειακά την όψη ενός βιομηχανικού αντικειμένου.
Από τη δεκαετία του 1990 επισκέπτονται την Ελλάδα ο Γερμανός Χέλμουτ Μίντεντορφ (γεν. 1953) και ο Τσέχος Μάρκους Λούπερτζ (γεν. 1941). Ο πρώτος μοιράζει τη ζωή του μεταξύ Βερολίνου και Αθήνας. Ο δεύτερος βρίσκεται πολύ συχνά στην Κυπαρισσία, όπου έχει και σπίτι. Πώς περνά το «άγγιγμα» αυτού του τόπου στη δουλειά τους; Στην περίπτωση του Μίντεντορφ, το Δαφνί, όπου διατηρεί το εργαστήριό του, έδωσε τον τίτλο σε ένα έργοαπάντηση του καλλιτέχνη στο αστικό τοπίο. Το «Δαφνί» εντάσσεται σε μια σειρά έργων που αντανακλούν τους γκρίζους τόνους της απεικόνισης της Αθήνας. Οσο για τον Λούπερτζ, ήδη από το 1963 ξεκίνησε τη σειρά των «διθυραμβικών» ζωγραφικών έργων του, θέλοντας να τονίσει την κατάσταση ενθουσιώδους αυτοσχεδιασμού και αυθόρμητης εφευρετικότητας που τον διακατείχε την ώρα της δημιουργίας τους.
Ο γερμανός φωτογράφος μόδας Γιούργκεν Τέλερ (γεν. 1964), τέλος, που καθιερώθηκε από τη δεκαετία του ΄80 μέσα από συνεργασίες με πειραματικά περιοδικά, έχει πραγματοποιήσει σειρά φωτογραφίσεων στο Μουσείο του Λούβρου στο Παρίσι με πρωταγωνίστριες την ηθοποιό Σαρλότ Ράμπλιγκ και το μοντέλο Ράκελ Ζίμερμαν, οι οποίες έχουν έντονες αναφορές στην κλασική γλυπτική- κάτι διόλου τυχαίο: ο Τέλερ ζει στο Λονδίνο αλλά περνά μεγάλα χρονικά διαστήματα στην Υδρα.
Την έκθεση συμπληρώνουν έργα των Λουκά Σαμαρά, Ιάννη Ξενάκη και Γιάννη Κουνέλη, οι οποίοι γεννήθηκαν μεν στην Ελλάδα αλλά έφυγαν σε νεαρή ηλικία και συνέχισαν να δημιουργούν έργα στενά συνδεδεμένα με τον τόπο, καθώς και των Μπεν Νίκολσον, Λέοναρντ Κοέν, Μάρτιν Κιπενμπέργκερ, Μάνφρεντ Πέρνις,Εντουιν Πάρκερ Τουόμπλι και Μπρις Μάρντεν.
«Τhe Last Grand Tour – Σύγχρονοι περιηγητές στην Ελλάδα»,Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης (Νεοφύτου Δούκα 4, τηλ.210 7239.382) – Από 15 Απριλίου ως 10 Οκτωβρίου, www.cycladic.gr .
Την έκθεση επιμελήθηκε η Τζέσικα Μόργκαν, επιμελήτρια της Tate Μodern
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ