Συνεχίστηκε χτες, Τρίτη, η εξέταση του προϊσταμένου του τμήματος Εσωτερικής Τρομοκρατίας της Αντιτρομοκρατικής. Πρόκειται για βασικό μάρτυρα κατηγορίας στη δίκη για τη συμμετοχή στην οργάνωση «Πυρήνες της Φωτιάς», η οποία γίνεται στην ειδικά διαμορφωμένη αίθουσα των γυναικείων φυλακών Κορυδαλλού. Ο εν λόγω υπαστυνόμος ηγούνταν της ομάδας των αστυνομικών που είχαν θέσει υπό επιτήρηση τον Σεπτέμβριο του 2009το σπίτι του κατηγορουμένου Χ. Χατζημιχελάκη στο Χαλάνδρι, σπίτι το οποίο μετέπειτα χαρακτηρίστηκε ως «γιάφκα».

Οι τρεις σακούλες έγιναν… τέσσερις

Κέντρο του ενδιαφέροντος ήταν και πάλι οι επίμαχες σακούλες σκουπιδιών, τις οποίες πέταξε στον κάδο έξω από την οικοδομή, νεαρός άνδρας που φορούσε κράνος και βγήκε από το σπίτι. Οι εν λόγω σακούλες αποτελούν βασικά πειστήρια της υπόθεσης. Ήταν άλλωστε ο κύριος λόγος για τον οποίο έγινε κατ’ οίκον έρευνα στην οικοδομή και σύλληψη των ενοίκων, καθώς περιείχαν αντικείμενα που παρέπεμπαν σε εκρηκτικό μηχανισμό, όπως τμήματα από καλώδια και σκόνες που θα μπορούσα να αποτελέσουν εκρηκτική ύλη.

Όλοι οι αστυνομικοί που κατέθεσαν ως τώρα, καθώς και ο προϊστάμενος του Τμήματος που εξετάστηκε χτες, δήλωσαν ότι οι σακούλες ήταν τρεις. Ωστόσο, σύμφωνα με την «έκθεση παράδοσης και κατάσχεσης» που συντάχθηκε στο Γραφείο Ερευνών της αντιτρομοκρατικής οι σακούλες ήταν… τέσσερις. Οι συνήγοροι ρώτησαν πώς μία επιπλέον σακούλα με ύποπτο υλικό εμφανίστηκε μέσα στα γραφεία της Αντιτρομοκρατικής. Ο μάρτυρας απάντησε ότι δεν γνωρίζει, διότι ο ίδιος έδωσε εντολή να παραδοθούν οι σακούλες στο Γραφείο Ερευνών της Αντιτρομοκρατικής και στη συνέχεια ήταν πλέον αναρμόδιος.

Στη συνέχεια, οι συνήγοροι ρώτησαν τον προϊστάμενο γιατί παρέδωσε τα πειστήρια στο Γραφείο Ερευνών αντί για τα αρμόδια εγκληματολογικά εργαστήρια. Επεσήμαναν τον κίνδυνο να επηρεασθούν τα πειστήρια από την επαφή τους με άλλα υλικά μέσα στο Γραφείο Ερευνών και των ρώτησαν ποιος εγγυάται για το ενδεχόμενο το περιεχόμενο να είχε τροποποιηθεί από τους αστυνομικούς της Αντιτρομοκρατικής. Ο μάρτυρας απάντησε ότι εγγυάται ο αρμόδιος εισαγγελέας, ωστόσο ερωτηθείς ευθύς αμέσως αν ενημέρωσε εγγράφως τον εισαγγελέα, απάντησε πως όχι.

Αναφερόμενος στο διήμερο ακριβώς πριν από την επέμβαση της αστυνομίας στη «γιάφκα», ο προϊστάμενος του Τμήματος Εσωτερικής τρομοκρατίας κατέθεσε ότι οι άνδρες που παρακολουθούσαν το ακίνητο και βρίσκονταν υπό τις εντολές του, ανέφεραν ότι υπήρχε «ύποπτη αυξημένη κινητικότητα» στο ακίνητο. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με τα υλικά που βρέθηκαν στις σακούλες, οδήγησαν στην επέμβαση στο σπίτι.

Όταν οι συνήγοροι ζήτησαν τα ονόματα των αστυνομικών που έδωσαν τις πληροφορίες για την «ύποπτη αυξημένη κινητικότητα», ο προϊστάμενος δήλωσε ότι δεν τους θυμάται. Μάλιστα, δήλωσε ότι από τους περίπου είκοσι άνδρες στους οποίους είχε αναθέσει να παρακολουθούν την οικοδομή, θυμάται μόνο τους τρεις. Πρόκειται για τους τρεις αστυνομικούς που εξετάστηκαν τόσο κατά τη διάρκεια της προανάκρισης όσο και την περασμένη Δευτέρα στο δικαστήριο. Οι αστυνομικοί αυτοί, κατέθεσαν στο δικαστήριο ότι δεν είχαν δει τίποτα ύποπτο στην οικοδομή.

Οι συνήγοροι συνέχισαν να του ζητούν με επιμονή να προσδιορίσει έστω και έναν ακόμα αστυνομικό ώστε να κληθεί να καταθέσει. Μετά από αρκετή πίεση ο προϊστάμενος θυμήθηκε έναν ακόμα αστυνομικό, ο οποίος ωστόσο αποβίωσε το καλοκαίρι του 2010. Ερωτηθείς από τους συνηγόρους γιατί απέκρυψε την ύπαρξη αυτού του προσώπου καθ’ όλη τη διάρκεια της προανάκρισης, ο μάρτυρας περιορίστηκε να απαντήσει ότι «δεν έκρινα πως η κατάθεσή του ήταν σημαντική».

Ζητούν άρση του τηλεφωνικού απορρήτου
Ερωτηθείς από τους συνηγόρους αν μπορεί να αποδείξει ότι πράγματι γινόταν παρακολούθηση στο σπίτι του Χατζημιχελάκη επί έναν μήνα, ο προϊστάμενος απάντησε ότι η υπηρεσία δεν τηρούσε καμία έγγραφη λίστα υπηρεσιών ή βαρδιών για την παρακολούθηση, δεν υπήρχε αναφορά αποτελεσμάτων επιτήρησης, καμία έγγραφη έκθεση συμβάντων, εν γένει κανένα έγγραφο που να αποδεικνύει την παρακολούθηση, πέρα από τις καταθέσεις των τριών αστυνομικών και του ιδίου.

Ενώ αρχικά είπε ότι η έρευνα γινόταν «υπό την εποπτεία του αρμόδιου εισαγγελέα για θέματα τρομοκρατίας», στη συνέχεια ανέφερε ότι ποτέ δεν ενημέρωσε εγγράφως τον εισαγγελέα, ούτε κάποιον ιεραρχικά προϊστάμενό του αστυνομικό. Καθώς δήλωσε ότι όλες τις εντολές τις έδινε είτε προφορικά είτε δια τηλεφώνου, οι συνήγοροι υπέβαλαν αίτημα άρσης του απορρήτου των τηλεφωνικών του συνομιλιών.

Η δίκη θα συνεχιστεί την Πέμπτη.