Στο Επερνέ ανοίγουν σαμπάνιες. Οχι μόνο κυριολεκτικά, γιατί αυτό το κάνουν συνεχώς, αλλά και μεταφορικά. Στην «πρωτεύουσα της σαμπάνιας», στην Καμπανία της Βορειανατολικής Γαλλίας, η χαρά είναι ανείπωτη αυτές τις ημέρες. Οχι επειδή η περίοδος των γιορτών είναι η καλύτερη από εμπορικής απόψεως, γιατί αυτό είναι κάτι που συμβαίνει κάθε χρόνο. Η ιδιαίτερη χαρά των τελευταίων ημερών οφείλεται στα στοιχεία για τις πωλήσεις του καμπανίτη οίνου για τους δέκα πρώτους μήνες του 2010. Σε αυτό το διάστημα και σε μια περίοδο οικονομικής κρίσης στις περισσότερες από τις μεγάλες αγορές της σαμπάνιας οι πωλήσεις αυξήθηκαν κατά 12% σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2009. Ποσοστό εντυπωσιακό αν αναλογιστούμε ότι τα δύο τελευταία χρόνια οι πωλήσεις ακολουθούσαν πτωτική πορεία: -4,8% το 2008 και -9,1% το 2009.

«Η τάση για ανάκαμψη επιβεβαιώνεται και ενισχύεται για το σύνολο των αγορών με τη σαφή άνοδο όλων των εξαγωγικών δεικτών που είχαν υποφέρει την περασμένη χρονιά» τονίζει ο Ντανιέλ Λορσόν, εκπρόσωπος της CΙVC- Comite interprofessionnel du vin de Champagne- Επαγγελματική επιτροπή για τον οίνο της Καμπανίας, δηλαδή του οργανισμού που συγκεντρώνει στους κόλπους του όλους του παραγωγούς σαμπάνιας, από τους αμπελουργούς ως τις ξακουστές φίρμες.

Η CΙVC είναι ένας ημικρατικός οργανισμός που δημιουργήθηκε πριν από 60 χρόνια για να διαχειρίζεται τα κοινά συμφέροντα των παραγωγών της σαμπάνιας. Είναι επίσης ο φορέας που επαγρυπνά για την προστασία της ονομασίας προέλευσης του προϊόντος.

Οι χώρες εκτός Ευρωπαϊκής Ενωσης πρωτοστατούν στον χορό των πωλήσεων, με αύξηση της τάξης του 33% για το ίδιο διάστημα, ενώ στην ΕΕ το ποσοστό βρίσκεται στο 22%. Ανοδος υπάρχει μεμονωμένα και στις δύο μεγαλύτερες αγορές της σαμπάνιας, πλην Γαλλίας, τη βρετανική και την αμερικανική, αλλά το σημαντικότερο είναι ότι ανάλογη τάση σημειώνεται και στην Κίνα, μια αγορά που βρίσκεται ακόμη στα σπάργανα για τους παραγωγούς σαμπάνιας. Στη Γαλλία, τα πράγματα είναι πιο μετρημένα με άνοδο μόλις 3,2%. Στην πατρίδα της σαμπάνιας η ζήτηση παραμένει όμως σταθερή σε γενικές γραμμές, ασχέτως των διακυμάνσεων της παγκόσμιας αγοράς. Σύμφωνα με τις προβλέψεις της CΙVC, το 2010 οι πωληθείσες φιάλες θα ξεπεράσουν το φράγμα των 315 εκατομμυρίων και θα επανέλθουν στα «φυσιολογικά» όρια της προ κρίσεως περιόδου. Το 2009 πουλήθηκαν 293 εκατομμύρια φιάλες, ενώ τα δύο προηγούμενα χρόνια 332 εκατομμύρια (2008) και 338 εκατομμύρια (2007) αντιστοίχως.

«Είναι ανέλπιστο, εξαιρετικό» δήλωσε στον «Μonde» ο Στεφάν Μπασκερά, πρόεδρος του ομίλου Veuve-Clicquot, ο οποίος προφανώς δεν περίμενε τέτοια καλά νέα. «Θα τελειώσουμε πιο πάνω και από το 2008» προβλέπει ο Φρεντερίκ Ρουζό της Roederer. Οι ειδικοί της αγοράς κρασιού εκτιμούν όμως ότι η υπεραισιοδοξία βλάπτει σε μια περίοδο οικονομικής αβεβαιότητας όπως η σημερινή. Τα δύο τελευταία δύσκολα χρόνια, και ιδιαίτερα το 2009, οι εξαγωγές υπέφεραν πολύ:-17,4% στις χώρες της ΕΕ και-25,4% στον υπόλοιπο κόσμο. Τα προσχήματα σώθηκαν και ο κλάδος δεν αντιμετώπισε σοβαρότερα προβλήματα, επειδή άντεξε η γαλλική αγορά.

Οι παραγωγοί υπερηφανεύονται που δεν αναγκάστηκαν να μειώσουν τις τιμές τους. Για ένα προϊόν πολυτελείας, όπως η σαμπάνια, το σκόντο στις τιμές ισοδυναμεί με ιεροσυλία.

Αντί γι΄ αυτό, παρείχαν διευκολύνσεις στους διανομείς ή έκαναν προσφορές του τύπου μία ή δύο μπουκάλια δώρο για κάθε ντουζίνα που αγόραζαν. Στη διατήρηση των τιμών σε υψηλά επίπεδα συμβάλλει και η σχετικά υψηλή τιμή των σταφυλιών, που αγγίζει τα έξι ευρώ το κιλό για τις πιο καλές ποικιλίες. Δεν πρέπει επίσης να ξεχνάμε ότι σαν βασίλισσα των ποτών, που είναι αναμφισβήτητα η σαμπάνια, απαιτεί μια εξαιρετικά ακριβή και χρονοβόρο διαδικασία για την παραγωγή της. Διπλή ζύμωση, μεγάλο χρόνο παραμονής στη φιάλη προτού το προϊόν διατεθεί στην αγορά (δύο- τρία χρόνια για τις απλές χρονιές και επτά- οκτώ για τις ειδικές). Ολα αυτά κοστίζουν.

ΟΙ ΤΙΜΕΣ ΤΡΑΒΟΥΝ ΤΗΝ ΑΝΗΦΟΡΑ

Σε γενικές γραμμές,η μέση τιμή του προϊόντος παρουσιάζει αυξητικές τάσεις τα τελευταία χρόνια και σε αυτό συμβάλλουν οι ίδιοι οι παραγωγοί, που αναγνωρίζουν ότι ήταν λάθος τους που σε ορισμένες περιπτώσεις πουλούσαν στα μεγάλα σουπερμάρκετ σε μια τιμή γύρω στα 10 ευρώ η φιάλη.Ο κ. Λορσόν διαφωνεί με αυτή την τακτική και δηλώνει ότι η αύξηση της μέσης τιμής του προϊόντος οφείλεται εν μέρει στη στροφή μερίδας των καταναλωτών στις ακριβές «χρονιές».Ο ίδιος επισημαίνει ότι εφόσον η παραγωγή είναι δεδομένη,λόγω των γνωστών γεωγραφικών περιορισμών ως προς την ονομασία προέλευσης του προϊόντος και των συγκεκριμένων δυνατοτήτων που έχει κάθε αμπέλι,οι τιμές θα έχουν ανοδική πορεία.Το 2007 πήρε μάλιστα αναβολή ένα σχέδιο για την αναθεώρηση των γεωγραφικών περιορισμών,που θα έδινε τη δυνατότητα για μεγαλύτερη παραγωγή.Υπήρχαν όμως σοβαρές αντιδράσεις ως προς τη δυνατότητα να διατεθεί στην αγορά όλη η παραγωγή.Γι΄ αυτό η επόμενη συζήτηση για το ίδιο θέμα θα ξεκινήσει το 2015.Ως τότε οι τιμές μάλλον θα τραβούν την ανηφόρα.