Οι δημοσιογράφοι στην Ελλάδα βρισκόμαστε την περίοδο τούτη ενώπιον των δυσκολότερων προβλημάτων των τελευταίων ετών. Οι λόγοι πολλοί. Είτε μας αρέσει, είτε όχι, η πλειοψηφία της κοινής γνώμης μας θεωρεί απαξιωμένους ως επαγγελματική ομάδα. Οι ρήσεις «όλοι ίδιοι είναι», «όλοι τα παίρνουν», «τα ‘χουν κάνει πλακάκια με τους πολιτικούς» είναι γνωστές σε όλους, όπως φυσικά και το σύνθημα «αλήτες, ρουφιάνοι, δημοσιογράφοι».
Είναι αυτό προϊόν μόνο της ανεύθυνης, σε πολλές περιπτώσεις, τηλεοπτικής ενημέρωσης; Οχι μόνο. Είναι ευθύνη συνολική του κλάδου μας. Και με αυτό δεν εννοείται μόνο η απαξιωμένη ΕΣΗΕΑ. Μπορεί οι επιλογές της ηγεσίας – της εκάστοτε ηγεσίας – του σωματείου μας να είναι άλλοτε ανεξήγητες και άλλοτε χαζές (πως αλλιώς θα μπορούσε να χαρακτηρίσει κανείς την πρωτοφανή απόφαση της κήρυξης 48ωρης απεργίας με τρόπο τέτοιο ώστε και τα κυριακάτικα φύλλα να κυκλοφορήσουν, την Παρασκευή, και να γελοιοποιηθεί το δημοσιογραφικό επάγγελμα;). Φέρουμε όμως ευθύνη όλοι μας. Δημοσιογράφοι, εκδότες, σωματεία πρέπει να σκεφτούμε με ποιο τρόπο δεν θα μετατραπεί ο χώρος της ενημέρωσης σε ζούγκλα – ιδιαίτερα στην παρούσα φάση της απορρύθμισης των πάντων.
Η ευθύνη αυτή λαμβάνει, στην εποχή του Διαδικτύου, ποικίλες μορφές. Θέτει παράλληλα και σειρά ερωτημάτων. Για λόγους συντομίας, ο γράφων θα περιοριστεί στις εφημερίδες και θα προσπαθήσει να εξηγήσει τον ρόλο που θα έπρεπε να έχουν στην ψηφιακή εποχή. Τί ρόλο πρέπει λοιπόν να έχουν οι εφημερίδες; Πρέπει απλώς να παρέχουν πρόσβαση στην ειδησεογραφία; Και αν ναί, σε ποια ειδησεογραφία; Σε αυτή των ελληνικών blogs που αναπαράγουν άκριτα, στηριζόμενα πολλές φορές σε φήμες, ό,τι πληροφορία να ‘ναι και «μπάτε σκύλοι αλέστε;». Αλλωστε όλοι οι νοήμονες γνωρίζουν ότι τα blogs στην Ελλάδα είναι απλώς κακέκτυπα της έννοιας του blog – και ο χαρακτηρισμός αυτός είναι τουλάχιστον επιεικής.
Η απάντηση θα έπρεπε να είναι ξεκάθαρη. Οχι. Οι εφημερίδες δεν μπορούν να είναι απλά αναπαραγωγείς ειδήσεων. Οφείλουν να προσφέρουν αυτό που, αδοκίμως, θα μπορούσε να ονομαστεί «μετα-ειδήσεις». Διότι, καλώς ή κακώς, το κοινό των εφημερίδων, των μεγάλων πολιτικών εφημερίδων, δεν τις διαβάζει για τις ειδήσεις. Το ραδιόφωνο και η τηλεόραση κινούνται πολύ γρήγορα, το ίδιο και τα ενημερωτικά sites. Αναζητεί στις σελίδες τους την εξήγηση των όσων συμβαίνουν.
Θα αναρωτηθεί όμως κάποιος: τί θα συμβεί με τις ιστοσελίδες των εφημερίδων; Αυτές δεν πρέπει να βρίσκονται στην πρώτη γραμμή της ενημέρωσης; Προφανώς και ναι. Μπορούν όμως να μετατραπούν σε στεγνά πρακτορεία ειδήσεων; Η απάντηση είναι δύσκολο να δοθεί. Βασικά, είναι θέμα προτεραιοτήτων. Σχεδόν καμία μεγάλη εφημερίδα του εξωτερικού δεν κυνηγά για την ιστοσελίδα της τις ειδήσεις ως αυτοσκοπό ούτε παρασύρεται από τους ερασιτέχνες της ενημέρωσης. Οι σπουδαίες ειδήσεις πάντα «ανεβαίνουν» στο Διαδίκτυο. Οχι όμως όλες και μάλιστα όχι ακρίτως. Δεν υπάρχει «κυνήγι της είδησης για την είδηση». Αναπαράγονται λοιπόν πολύ συχνά τα νέα από τα διεθνή πρακτορεία ειδήσεων. Επιπλέον, δεν είναι όλα τα τμήματα μίας εφημερίδας ικανά να ανταποκριθούν στις ανάγκες του Διαδικτύου. Αλλιώς λειτουργούν οι διεθνείς ειδήσεις, αλλιώς το πολιτικό ρεπορτάζ – και τα παραδείγματα είναι τυχαία.
Απαιτούνται λοιπόν κανόνες. Και επιλογές. Πριν αποδεχθούμε τις δυναμικές προκλήσεις της νέας εποχής, οφείλουμε να έχουμε ξεκάθαρο τον στόχο: Τί είδους εφημερίδα θέλουμε; Σε ποιους απευθυνόμαστε; Τί προσφέρουμε; Το προσφέρουμε δωρεεάν ή όχι; Αφού απαντηθούν αυτά – και ενδεχομένως άλλα – ερωτήματα, τότε η συζήτηση μπορεί να προχωρήσει. Ως τότε, οι διάφοροι «φωστήρες» περί της νέας εποχής, άνθρωποι που δεν προέρχονται καν από τη «γενιά του Internet και του Facebook», μπορούν να σιωπήσουν…