Σε κρίση της απασχόλησης, με αύξηση της ανεργίας και ταυτόχρονη υποβάθμιση του πλαισίου προστασίας των εργαζομένων, μετατρέπεται η οικονομική κρίση, αναφέρει ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ κατά την παρουσίαση της έκθεσης του ινστιτούτου εργασίας συνομοσπονδίας για την οικονομία και την απασχόληση το 2010.

Ο Γιάννης Παναγόπουλος σημείωσε ότι το συγκεκριμένο ποσοστό που μπορεί να φθάσει η ανεργία εξαρτάται από τον τρόπο υπολογισμού συμπληρώνοντας όμως επίσης ότι δεν ήταν τα συνδικάτα οι πρώτοι που μίλησαν για τον κίνδυνο να υπάρχουν ένα εκατομμύριο άνεργοι στο τέλος του 2011.

Τον Ινστιτούτο Εργασίας της Συνομοσπονδίας επαναλαμβάνει στην έκθεση την εκτίμησή του ότι η πραγματική ανεργία μπορεί να φτάσει το 20% στο τέλος του επόμενου χρόνου, αναφέροντας και τις προβλέψεις της Κομισιόν και του ΟΟΣΑ για (ονομαστική) ανεργία μεταξύ 13,2% και 14,3% το 2011.

Ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ υπογράμμισε ότι η αντιμετώπιση της κρίσης δεν είναι μονόδρομος ότι υπάρχουν άλλες λύσεις με βάση την αναδιανομή του εισοδήματος αλλά και την αναβάθμιση του παραγωγικού και του τεχνολογικού υπόβαθρου της χώρας και εξήγγειλε τη δημιουργία εκ μέρους των συνδικάτων παρατηρητηρίου δημοσιονομικών εξελίξεων.

Οι ευρωπαϊκές πολιτικές, είπε ο Γ.Παναγόπουλος, οδηγούν τις χώρες σε ανταγωνισμό λιτότητας ενώ η καταστροφή που είναι δυνατόν να επέλθει από τις πολιτικές εσωτερικής υποτίμησης θα είναι τέτοια που θα χρειαστούν πολλά χρόνια για να επιστρέψουμε στα προ της κρίσης επίπεδα.

Ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ αφού υπογράμμισε ότι η έκθεση είναι καρπός της εργασίας επιστημόνων χωρίς παρεμβάσεις και σκοπιμότητες συμφώνησε με το τελικό του συμπέρασμα που είναι ότι χρειάζεται στροφή στο μείγμα των ασκούμενων οικονομικών και κοινωνικών πολιτικών ώστε η αναδιανομή του εισοδήματος να μην αντιμετωπίζεται μόνο ως πρόβλημα δικαιοσύνης αλλά και ως αναπτυξιακό ζήτημα όπως επίσης και τις προτάσεις για καινοτομική ανασυγκρότηση του ιδιωτικού τομέα με σεβασμό στην εργασιακή και ασφαλιστική νομιμότητα.

Οι εμπειρογνώμονες του ΙΝΕ κάνουν λόγο για μείωση της φορολόγησης των κερδών αλλά και για τεράστια επίπεδα φοροδιαφυγής και εισφοροδιαφυγής. Για παράδειγμα, η έκθεση εντοπίζει ότι η αναλογία μεταξύ των εισοδημάτων που προέρχονται από ιδιοκτησία και των εισοδημάτων που προέρχονται από εργασία (συμπεριλαμβανομένης και της αυτοαπασχόλησης) στην Ελλάδα το 2009 ήταν 0,43% ενώ στη ζώνη του ευρώ 0,25%, που σημαίνει ότι η υπεροχή των εισοδημάτων από ιδιοκτησία είναι τουλάχιστον διπλάσια στη χώρα από ό,τι στο μέσο όρο της ζώνης του ευρώ.

Οι εμπειρογνώμονες σημειώνουν επίσης τους φόβους ότι ακόμα και η ανάκαμψη που μπορεί να σημειωθεί το 2012-2013 θα έχει τόσο αργούς ρυθμούς που δεν θα αρκεί για την απορρόφηση της ανεργίας σημειώνοντας επίσης την υποβάθμιση του νομοθετικού πλαισίου που υπερασπίζεται τον εργαζόμενο.

Η έκθεση καταλήγει προτείνοντας πολιτικές με δύο κεντρικά σημεία: αναδιανομή εισοδήματος- ανασυγκρότηση του παραγωγικού δυναμικού της χώρας.