O ιδιότυπος καπιταλισμός που έχει εφαρμόσει την τελευταία πενταετία ο Ερντογάν (στην Τουρκία κάνουν λόγο για ισλαμικό καλβινισμό) έχει αποδώσει θεαματικά αποτελέσματα. Σε επίπεδο αριθμών. Διότι σε επίπεδο πραγματικής οικονομίας και βεβαίως σε επίπεδο πολιτικό και κοινωνικό ελάχιστη πρόοδος έχει επιτευχθεί. Τουτέστιν, η Τουρκία παραμένει μια χώρα φτωχή και υπανάπτυκτη, στην οποία συμβιώνουν η παγκοσμιοποιημένη ελεύθερη αγορά με τον πιο ακραίο κρατικό προστατευτισμό, η φεουδαρχία αγροτικού τύπου με τον άγριο καπιταλισμό και η θεοκρατία με ένα κοσμικό αστυνομικό κράτος, συχνών μάλιστα «παρακρατικών εκτροπών». Μια χώρα με μικρής ισχύος ανταγωνιστικότητα παρά το χαμηλό εργατικό κόστος (65η μεταξύ 102 χωρών, σύμφωνα με το Φόρουμ του Νταβός), με τεράστιες κοινωνικές και εισοδηματικές διαφορές, με ακαταμάχητη φοροδιαφυγή και με μοναδική πολιτική σταθερά τον στρατό. Και σε τελευταία ανάλυση τι προοπτικές μπορεί να έχει μια χώρα στην οποία ένα στα δύο κορίτσια, ηλικίας 7 ως 13 ετών, δεν πηγαίνει στο σχολείο;
Ο εθνικισμός ουδέποτε έλειψε από την Τουρκία και κυρίως μετά την επανάσταση των Νεοτούρκων, δηλαδή την τελευταία εκατονταετία. Και αν για κάτι θα μείνει στην Ιστορία η σημερινή ηγεσία της χώρας- κυρίως ο πρωθυπουργός Ταγίπ Ερντογάν και δευτερευόντως ο πρόεδρος Αμπντουλάχ Γκιουλ- είναι τα αισθήματα εθνικής οικονομικής υπερηφάνειας που διακατέχουν τους τούρκους πολίτες. Δεν είναι μικρό πράγμα η μείωση του πληθωρισμού σε μονοψήφιο αριθμό (όταν τη δεκαετία του 1990 η χώρα πάσχιζε να τον μετατρέψει από… τριψήφιο σε διψήφιο). Δεν είναι μικρό πράγμα μέσα σε μια επταετία να έχει αυξήσει το ποσοστό του ΑΕΠ της από 27% σε 45% του μέσου ευρωπαϊκού ΑΕΠ. Δεν είναι μικρό πράγμα για την Τουρκία να είναι ιδρυτικό μέλος του ομίλου των 20 πλέον ανεπτυγμένων οικονομιών στον κόσμο (G20)!
Στην 17η θέση
Για την ακρίβεια η γειτονική χώρα είναι 17η στον κόσμο σε ό,τι αφορά το ονομαστικό Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν της. Γι΄ αυτό και το «όραμα» του Ερντογάν να «σκαρφαλώσει» η χώρα στη 10η θέση και ακόμη ψηλότερα σε μια δεκαετία ή δεκαπενταετία δεν φαντάζει εξωπραγματικό, αν αναλογιστεί κανείς και τον μεγάλο αριθμό γεννήσεων – η Τουρκία είχε πληθυσμό 72,5 εκατομμύρια το 2009 και το ποσοστό ετήσιας αύξησής του φθάνει το 1,45%. Χαρακτηριστική των αισθημάτων οικονομικής εθνικής υπερηφάνειας που τρέφουν εσχάτως οι Τούρκοι είναι η δήλωση που έκανε προ διμήνου ο αντιπρόεδρος και υπουργός Οικονομικών Αλί Μπαμπατζάν ότι η χώρα του ανέκτησε την εμπιστοσύνη των αγορών και ότι διακόπτει το πρόγραμμα οικονομικής βοήθειας από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ): «Η κυβέρνησή μας τερμάτισε τις διαπραγματεύσεις με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) για την ενδεχόμενη συνέχιση της δανειακής στήριξης προς αυτήν ακόμη ενάμιση χρόνο…Δεν χρειάζεται πλέον τα χρήματα…».
Ο επικεφαλής οικονομολόγος του Citigroup στην Κωνσταντινούπολη Ιλκέρ Ντομάτς είχε παραλάβει τη σκυτάλη για να εξηγήσει από την πλευρά των λεγόμενων «αγορών» τα εξής: «Οι αποδόσεις των τουρκικών ομολόγων έχουν μειωθεί σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα» . Ποια είναι τα επίπεδα αυτά;
9,23% για το διετές ομόλογο! Εδώ έχει ενδιαφέρον να επισημάνει κανείς τη σχετικότητα των «οικονομικών σταθερών» και εν γένει των αριθμών. Ο ειδικός της Citigroup θεωρεί ότι με επιτόκιο 9,23% η Τουρκία μπορεί ανέτως να εγκαταλείψει την οικονομικώς προστατευτική πλην κοινωνικώς ασφυκτική «αγκάλη» του ΔΝΤ και να επιστρέψει στις αγορές (τις τελευταίες ημέρες, μάλιστα, το επιτόκιο δανεισμού της από τις αγορές υποχώρησε κάτω από το 9,20%). Στα μέσα Μαρτίου που δήλωσαν τα προαναφερθέντα οι Ερντογάν και Ντομάτς και η Ελλάδα όδευε πλησίστια προς το ΔΝΤ η απόδοση του ελληνικού διετούς ομολόγου ήταν 4,62%. Την περασμένη εβδομάδα η απόδοση κυμαινόταν στο 6,80%. Πρόκειται για ποσοστά δανεισμού απαγορευτικά για την Ελλάδα αλλά… ονειρεμένα για την Τουρκία. Και πώς να μην είναι ονειρεμένα όταν στις αρχές της δεκαετίας, το 2002 συγκεκριμένα, που η Τουρκία προσέφυγε στο ΔΝΤ με πληθωρισμό τριψήφιο και τελείως διαλυμένη οικονομία, η χώρα δανειζόταν από τις διεθνείς αγορές με επιτόκιο 30% ή και περισσότερο! Αυτό σημαίνει ότι κάθε έτος που περνούσε το δημόσιο χρέος της αυξανόταν κατά το ένα τρίτο…
Κόλπα ανατολίτικα
Ηανάληψη της εξουσίας από τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν σηματοδότησε μια εντυπωσιακή διπλή μεταρρύθμιση στην Τουρκία. Ιδεολογικο-θρησκευτική και οικονομική. Κατ΄ αρχάς αμφισβητήθηκε και κατά κάποιον τρόπο «χαλάρωσε» επί το ισλαμικότερο το κοσμικό κράτος που εγκατέστησε το 1923 ο ιδρυτής της σύγχρονης Τουρκίας Κεμάλ Ατατούρκ. Ιδιαίτερα από την πανηγυρική επανεκλογή του Ερντογάν τον Ιούλιο του 2007 η Τουρκία έχει στρέψει φανερά πλέον το βλέμμα προς την Ανατολή καθώς φιλοδοξεί να παίξει το ρόλο περιφερειακής οικονομικής δύναμης στην περιοχή.
Η τουρκική οικονομία, ακόμη και όταν δεν «ασθενεί» παραμένει βαθιά και αθεράπευτα ανατολίτικη οικονομία. Με τις πελατειακές σχέσεις της, με έναν τεράστιο και αντιπαραγωγικό αγροτικό τομέα που απασχολεί το 27,3% του εργατικού δυναμικού της χώρας και συνεισφέρει μόλις κατά 8% στη διαμόρφωση του ΑΕΠ, με τη διαφθορά, τη φοροδιαφυγή και τη «μαύρη οικονομία», με την παλαιά οθωμανική νοοτροπία που θέλει το κράτος αγελάδα και όποιος δεν τρώει από αυτήν να είναι… γουρούνι! Ο τουρκικός καπιταλισμός και στην κεμαλική και στην ισλαμική εκδοχή του μπορεί να μοιάζει κάπως οικείος στον έλληνα παρατηρητή, ωστόσο απέχει παρασάγγας από τον δυτικό καπιταλισμό.