Στη Δικαιοσύνη προσφεύγουν οι πρώην υπουργοί κκ. Θ. Ρουσόπουλος, Ευ. Μπασιάκος και Αλ. Κοντός , αλλά και ο κ. Ι. Αγγέλου (διευθυντής του πολιτικού γραφείου του πρώην πρωθυπουργού κ. Κ. Καραμανλή ) μετά τα όσα κατέθεσε η κυρία Μαντέλη και αντιδρώντας έντονα τη διαψεύδουν, τονίζοντας ότι άλλα είχε υποστηρίξει στην πρώτη Εξεταστική Επιτροπή. Στη Ρηγίλλης «πάγωσαν» από τα όσα καταγγέλθηκαν, αφού η ΝΔ βρίσκεται και πάλι αντιμέτωπη με τη σκανδαλολογία. Στην ηγετική ομάδα της ΝΔ επικράτησε αμηχανία στην ευρύτερη ηγετική ομάδα και αυτό που μεταδίδεται είναι: «Ο καθένας να δικαιολογήσει τι έκανε στο υπουργείο του».

Ο κ. Ρουσόπουλος αναφέρεται ουσιαστικά σε κυβερνητική μεθόδευση, επισημαίνοντας τα δημοσιεύματα περί σύστασης Προανακριτικής Επιτροπής, σημείωσε ότι η κατάθεση της κατηγορουμένης υπαλλήλου είναι «γεμάτη αοριστίες» και την κατήγγειλε για «μεγάλο ψεύδος». «Ουδέποτε ασχολήθηκα με τις υποθέσεις των ανταλλαγών της Μονής Βατοπαιδίου με το ελληνικό Δημόσιο» υπογράμμισε χαρακτηριστικά και διερωτήθηκε για τους σκοπούς που εξυπηρετεί η κυρία Μαντέλη.

«Οψιμα λόγια κατηγορουμένων»
Ο κ. Αγγέλου εμφανίστηκε αποφασισμένος να μην ανεχθεί καμία ανάμειξη του ονόματός του και κάνει λόγο για κατηγορίες που δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. «Ισχυρισμοί που φέρονται να διατυπώνουν, όψιμα, άτομα που αντιμετωπίζουν συγκεκριμένες κατηγορίες δεν έχουν καμία σχέση με την πραγματικότητα. Είναι προφανές ότι γίνονται με μοναδική σκοπιμότητα την αντιμετώπιση της δυσχερούς τους θέσης. Μέχρις εδώ» υποστήριξε.

Για συκοφαντίες, ψεύδη και ανακολουθίες μίλησε ο κ. Κοντός, υποστηρίζοντας ότι προσπαθεί να ελαφρύνει τη θέση της, ενώ ο κ. Μπασιάκος αναφέρθηκε σε «εφευρήματα φαντασίας» και επικαλέστηκε σημεία από την παλαιότερη κατάθεσή της, τονίζοντας πως «η αξιοπιστία της είναι ανύπαρκτη».

Γαλάζια στελέχη έθεταν δε ερωτήματα, όπως «τι άλλαξε από την κατάθεσή της στην Εξεταστική τον Νοέμβριο του 2008» και αν στην αλλαγή αυτή στάσης συνέβαλε η νομοθεσία που εισηγήθηκε η σημερινή κυβέρνηση για «επιείκεια μαρτύρων» οι οποίοι αποκαλύπτουν στοιχεία για εμπλοκή προσώπων που είναι ιεραρχικά ανώτεροί τους.