Η παραοικονομία στη χώρα μας θα ξεπεράσει εφέτος το 25% του ΑΕΠ, ποσοστό που καθιστά τους Ελληνες πρωταθλητές στη σχετική κατάταξη των χωρών του ΟΟΣΑ. Αυτό θα υποστηρίξει στην εισήγησή του στο διεθνές συνέδριο Ιnternational Conference on Ιnternational Βusiness 2010, το οποίο θα πραγματοποιηθεί στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας το Σαββατοκύριακο, ο- ειδικός στην παραοικονομία- καθηγητής Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο «Γιοχάνες Κέπλερ» του Λιντς κ. Φρίντριχ Σνάιντερ.

Ο ίδιος εκτιμά ότι το μέγεθος της «σκιώδους οικονομίας» (από την οποία εξαιρεί τον τζίρο των εγκληματικών δραστηριοτήτων) στην Ελλάδα για την περίοδο 2008-2009 διαμορφώνεται σε 61,5 δισ. ευρώ το έτος. Μάλιστα, χρησιμοποιώντας μακροοικονομικές εκτιμήσεις, παρουσιάζει και την κατανομή της: Την «πρωτιά» διαθέτουν οι υπηρεσίες (14,19 δισ. ευρώ) και έπονται η διασκέδαση και η ψυχαγωγία (13,55 δισ. ευρώ), ο κατασκευαστικός κλάδος και οι τεχνίτες (12,3 δισ. ευρώ), οι «λοιπές εμπορικές δραστηριότητες και βιομηχανίες» (11,69 δισ. ευρώ), ενώ τελευταίες κατατάσσονται οι διάφορες ειδικές και οικιακές υπηρεσίες (11,61 δισ. ευρώ).

Σύμφωνα με την εισήγησή του, η Ελλάδα θα παραμείνει στην πρώτη θέση του ΟΟΣΑ στη σκιώδη οικονομία, η οποία θα φθάσει στο 25,2% του ΑΕΠ, παρουσιάζοντας ελαφρά άνοδο κατά 0,2%. Οπως επισημαίνει ο κ. Σνάιντερ, η σκιώδης οικονομία μπορεί να οδηγήσει σε λιγότερους πόρους για το Δημόσιο, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τις παρεχόμενες υπηρεσίες του, ενώ συνήθως καταλήγει σε αύξηση των φόρων, εξέλιξη που λειτουργεί ως κίνητρο συμμετοχής στην παραοικονομία και ουσιαστικά ανατροφοδοτεί τον ίδιο κύκλο. Συμπληρώνει μάλιστα ότι η διεθνής εμπειρία έχει δείξει πως η διαφθορά της Δημόσιας Διοίκησης συνδέεται με την αύξηση της σκιώδους οικονομικής δραστηριότητας. Στις συμπερασματικές υποθέσεις της εισήγησής του ο κ. Σνάιντερ σημειώνει ότι στις ανεπτυγμένες χώρες η σκιώδης οικονομία αυξάνει και τα μεγέθη της «επίσημης», λόγω της δημιουργίας προστιθέμενης αξίας και επιπρόσθετου εισοδήματος, το οποίο διοχετεύεται στην αγορά. Χαρακτηριστικά αναφέρει ότι «αν η σκιώδης οικονομία αυξηθεί κατά 1% του ΑΕΠ, αυτό οδηγεί σε αύξηση του επίσημου ΑΕΠ κατά 0,77%!».

Μάλιστα, επισημαίνει ότι συχνά οι κυβερνήσεις δεν έχουν σπουδαία κίνητρα να μειώσουν την παραοικονομία, καθώς οι τζίροι της αυξάνουν τα κέρδη του 1/3 των εργαζομένων, ανεβάζουν το ΑΕΠ και διοχετεύονται κατά τα 2/3 στην κατανάλωση, πρακτική που θεωρείται συμφερότερη από τη συγκέντρωση των (θεωρητικά) χαμένων φόρων.