Τώρα που έχει γίνει σαφές σε όλους ότι η χώρα είναι ακυβέρνητη. Τώρα που οι υπεύθυνοι υπουργοί δηλώνουν την «απόλυτη βεβαιότητά τους» για την έξοδο από την κρίση, εξηγώντας τους «απλούστατους λόγους» στους οποίους θεμελιώνουν την αισιοδοξία τους, για να τους ανατρέψουν οι ίδιοι την επόμενη μέρα με την ίδια ακλόνητη αυτοπεποίθηση. Τώρα που ο επιχείλιος έρπης έχει εμφανιστεί, σχεδόν συμβολικά, στο πρόσωπο του Πρωθυπουργού, γιατί ο άλλος, ο ζωστήρας, μας έχει κυκλώσει σχεδόν όλους. Τώρα που οι πρώτοι τραγικοί νεκροί σφράγισαν τη ζωή μας. Τώρα που οι πολιτικοί- ακόμη και πρώην πρωθυπουργοί- δεν μπορούν να απολαύσουν το φαγητό τους στα εστιατόρια που συχνάζουν, αν υποθέσουμε ότι θα τους είναι εύκολο να κυκλοφορήσουν στους δρόμους. Τώρα που στις δημόσιες δηλώσεις ξεχάστηκε η αναφορά στο περιβόητο «στη δημοκρατία δεν υπάρχουν αδιέξοδα». Τώρα που πρώην υπουργός της κυβέρνησης Καραμανλή δηλώνει απερίφραστα ότι το Μαξίμου γνώριζε τα τεκταινόμενα στο Βατοπαίδι και ο άνθρωπος που ασκούσε τότε τα καθήκοντα πρωθυπουργού δεν έχει πει κουβέντα- προφανώς γιατί η στοιχειώδης ανατροφή τού απαγορεύει να μιλάει με το στόμα γεμάτο – ενώ οι δραστήριοι καλόγεροι εξακολουθούν ανενόχλητοι να μας κοροϊδεύουν, αν δεν συνεχίζουν τη λεηλασία της χώρας. Τώρα το ερώτημα στο οποίο προσπαθούν να απαντήσουν οι περισσότεροι είναι ποιος φταίει, πώς φτάσαμε ως εδώ;
Η απάντηση δεν είναι τόσο εύκολη όσο μοιάζει σε πρώτη ματιά. Ισχυρή ένδειξη για το αληθές του λόγου είναι ότι αυτοί που κυβερνούν δεν προσπαθούν καν να την αναζητήσουν, γιατί η ειλικρινής και δραστήρια περιέργεια θα τους οδηγούσε στη δυσάρεστη αποδοχή και της δικής τους ενοχής. Αρκούνται στη συνηθισμένη δικαιολογία των κακομαθημένων παιδιών: ποτέ δεν φταίνε αυτοί, πάντα ο άλλος είναι ο ένοχος. Με την ίδια άχρωμη βεβαιότητα, που οι δικοί του και ο ίδιος, φαντάζομαι, θεωρούν ψυχραιμία, ο σημερινός πρωθυπουργός δήλωνετότε που βιαζόταν να κυβερνήσει- ότι χρήματα υπάρχουν και ήξερε πού θα τα βρει, με την ίδια βεβαιότητα μας οδηγεί σήμερα στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο: πότε να τον πιστέψουμε; Απέναντι, υπερήφανος και ευχαριστημένος από τον εαυτό του, ο πρώην πρωθυπουργός απολάμβανε αυτό για το οποίο τον είχαν πείσει ότι είχε γεννηθεί: την εξουσία. Στην πραγματικότητα ανενεργός και οκνηρός είχε αναθέσει το έργο της διακυβέρνησης στους στενούς του συνεργάτες, οι οποίοι συντομότατα κατάλαβαν τα καθήκοντά τους και ρίχτηκαν με μανία στη λεηλασία και στην καταστροφή της χώρας, χωρίς αυτό να τους εμποδίσει, το αντίθετο μάλιστα, να εξασφαλίζουν τον προσωπικό τους πλουτισμό.
Τα αποτελέσματα δεν άργησαν να φανούν. Η Παιδεία οδηγήθηκε στην καταστροφή, με μοχλό τον ευτελισμό των εκπαιδευτικών και την πεισματική αυταρέσκεια των υπουργών. Η Υγεία διαλύθηκε από την ηγεσία, στην αρχή ενός παμπόνηρου ελιγματία, ο οποίος κατάλαβε γρήγορα τα σκούρα και μεταπήδησε, εύχαρις, στη θέση του δημάρχου, ενώ στη συνέχεια ανέλαβε τα ηνία της ο φλύαρος ημικοσμικός που όλοι γνωρίζουμε και την οδήγησε στην κατάσταση που την ξέρουμε σήμερα. Το βραβείο για τα κατορθώματά του τον έχει οδηγήσει σήμερα στη θέση του αντιπροέδρου του κόμματός του από την οποία, όταν φτάσει η ώρα, θα αναμορφώσει και τη χώρα. Η δημόσια διοίκηση αποσαθρώθηκε και όλοι γνωρίζαμε ότι ο μοναδικός τρόπος να κάνει κανείς τη δουλειά του ήταν να ενισχύσει με τις οικονομίες του τον μίζερο, είναι αλήθεια, μισθό των υπαλλήλων. Οι τράπεζες, με τη σειρά τους, ενισχυμένες από την κρατική συμπαράσταση, πολλαπλασίαζαν τα κέρδη τους, οδηγώντας τον κόσμο στην απελπισία και συχνά στον θάνατο. Τέλος, η εξασφαλισμένη ατιμωρησία επέτρεπε σε κάθε λογής τυχοδιώκτη να ζει εις βάρος των άλλων και να επαίρεται για τις επιτυχίες του.
Στην τραγωδία που εξελισσόταν πολλοί ήταν αυτοί που πίστευαν ότι η κάθαρση θα ερχόταν από τη Δικαιοσύνη, το τελευταίο οχυρό στο οποίο μπορούν να καταφύγουν οι απελπισμένοι. Αλλά ποια Δικαιοσύνη; Αυτή στην οποία είχε επικρατήσει η νοοτροπία του σανιδισμού; Αυτή που το κύριο, αν όχι το μοναδικό, μέλημά της ήταν η ενίσχυση των αποδοχών των λειτουργών της, που αποφάσιζαν οι ίδιοι επικαλούμενοι τους νόμους που προφανώς ταίριαζαν μόνο στην περίπτωσή τους; Ως προς το τελευταίο αυτό σημείο, θα ήταν χρήσιμο να επισημανθεί μια λεπτομέρεια, η οποία ίσως δεν έχει γίνει επαρκώς γνωστή. Οι συνθήκες κρίσης που όλοι γνωρίζουμε αναγκάζουν τον κ. Λοβέρδο, για παράδειγμα, να απομιμείται το ύφος μεγάλου τραγωδού στο βήμα της Βουλής, ειδοποιώντας μας ότι πρέπει όλοι μαζί να σώσουμε τη χώρα που βρίσκεται στο χείλος της καταστροφής. Σωστά. Μήπως όμως θα μπορούσε να μας εξηγήσει, λιτότερα, με ποιο δικαίωμα, με ποια λογική, με ποιο ηθικό έρεισμα αποφασίστηκε, στις μέρες που τρέχουν, η καταβολή στους δικαστικούς λειτουργούς, μάχιμους και συνταξιούχους, αναδρομικών ύψους διακοσίων εξήντα πέντε (265) εκατομμυρίων ευρώ;
Ενα είναι βέβαιο. Και έγκλημα γίνεται και τιμωρία υπάρχει. Μόνο που, και αυτή τη φορά, οι ένοχοι θα αθωωθούν και θα τιμωρηθούν οι αθώοι. Ολοι εμείς που θα πληρώσουμε.
Ο κ. Γεράσιμος Βώκος είναι καθηγητής Φιλοσοφίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.