Σε αποκλεισμό από το τραπεζικό σύστημα έχει οδηγήσει χιλιάδες νοικοκυριά η αυστηρή εφαρμογή του πλαφόν στο ύψος των μηνιαίων δόσεων από δάνεια και κάρτες και η ταυτόχρονη εκμετάλλευση της λευκής λίστας του Τειρεσία που παρέχει ακριβείς και αναλυτικές πληροφορίες για τις τραπεζικές οφειλές των υποψήφιων δανειοληπτών. Οι υψηλοί ρυθμοί πιστωτικής επέκτασης της περιόδου 2004-2008, ως αποτέλεσμα της σημαντικής ανάπτυξης των εργασιών στη λιανική τραπεζική, έχουν οδηγήσει τα επίπεδα δανεισμού μεγάλης μερίδας των πελατών των τραπεζών πάνω από τα σχετικά όρια που θέτει εδώ και χρόνια η Τράπεζα της Ελλάδος και που τηρούνται πλέον με θρησκευτική ευλάβεια υπό τις τρέχουσες συνθήκες αυξημένων επισφαλειών.

Σύμφωνα με τη σχετική οδηγία, οι δόσεις που πληρώνει ένας καταναλωτής κάθε μήνα στην τράπεζα δεν θα πρέπει να ξεπερνούν το 40% του εισοδήματός του. Πρόκειται για κανόνα που σε πολλές περιπτώσεις δεν ακολουθούσαν οι τράπεζες τα προηγούμενα χρόνια, με αποτέλεσμα σήμερα να απορρίπτουν σχεδόν 7 στις 10 αιτήσεις που υποβάλλονται για λήψη δανείου. Οπως τονίζουν παράγοντες της αγοράς, υπάρχουν αρκετά νοικοκυριά που έλαβαν στο πρόσφατο παρελθόν στεγαστικό δάνειο για την απόκτηση πρώτης κατοικίας και καταναλωτικό δάνειο για την αγορά αυτοκινήτου, οι οποίοι βλέπουν σήμερα τις δόσεις να τους «πνίγουν», καθώς μπορεί να φτάνουν ακόμη και στο 80% των μηνιαίων εσόδων τους.

Για παράδειγμα, ένα νέο ζευγάρι με συνολικό μισθό 2.500 ευρώ μηνιαίως, που είναι πάνω από τον μέσο όρο, μπορεί να πληρώνει κάθε μήνα 700 ευρώ για δάνειο στέγης, 250 ευρώ για το ΙΧ του και 150 ευρώ για την εξόφληση των περισσοτέρων της μιας καρτών του. Το σύνολο των καταβολών στην προκειμένη περίπτωση φτάνει τα 1.100 ευρώ, δηλαδή προσεγγίζει το 45% των απολαβών. Το ποσοστό αυτό θα αυξηθεί ακόμη περισσότερο αν λ.χ. κάποιο μέλος της οικογένειας είναι δημόσιος υπάλληλος και υπέστη μείωση των ετήσιων εισοδημάτων του ή αν εργαζόταν στον ιδιωτικό τομέα και λόγω της κρίσης έχασε τη δουλειά του.

Επαναδιαπραγμάτευση χρεών
Η πλειονότητα των αιτημάτων που δέχονται τους τελευταίους μήνες τα πιστωτικά ιδρύματα προέρχεται από νοικοκυριά που θέλουν να επαναδιαπραγματευθούν τους όρους εξό φλησης των χρεών τους. Πρόκειται για δανειολήπτες που αντιμετωπίζουν σημαντικές δυσκολίες καθώς μετά το ξέσπασμα της κρίσης τα εισοδήματά τους δεν επαρκούν για την ομαλή αποπληρωμή των υποχρεώσεών τους. Οι συγκεκριμένοι πελάτες απευθύνονται στην τράπεζά τους για αναδιάρθρωση των δανείων τους.

Η μείωση των δόσεων μπορεί να επιτευχθεί είτε με την επιμήκυνση της διάρκειας των υφισταμένων δανείων που έχουν χορηγηθεί ή με τη μεταφορά σε κάποιο νέο πρόγραμμα εξόφλησης με αυξημένο χρόνο εξόφλησης και χαμηλότερο επιτόκιο. Με τον έναν ή τον άλλον τρόπο το πιο πιθανό είναι ο πελάτης να παραμείνει στην ίδια τράπεζα. Αυτό συμβαίνει διότι τα περισσότερα αιτήματα αναχρηματοδότησης ικανοποιούνται από το ίδρυμα που έδωσε αρχικώς το δάνειο. Εφόσον υπάρχει η δυνατότητα διακανονισμού είναι προς το συμφέρον και των δύο πλευρών να μην «κοκκινίσει» μια οφειλή. Από την άλλη, πελάτης που περιφέρεται από τράπεζα σε τράπεζα για να μεταφέρει τα υπόλοιπά του σημαίνει ότι αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα.

Οι λόγοι απόρριψης
Προς την κατεύθυνση απόρριψης της πλειονότητας των αιτήσεων δανειοδότησης λειτουργεί και η έναρξη λειτουργίας από τον περασμένο Σεπτέμβριο του Συστήματος Βαθμολόγησης Συμπεριφοράς των οφειλετών (credit scoring). Σε αυτό περιλαμβάνονται στοιχεία από το σύνολο του εγχώριου τραπεζικού συστήματος δίνοντας τη δυνατότητα στα αρμόδια τμήματα των τραπεζών να προχωρούν σε άμεση και αξιόπιστη αξιολόγηση ενός νοικοκυριού που υποβάλλει αίτηση για δάνειο.

Ολοι οι πελάτες των τραπεζών έχουν τη βαθμολογία τους, η οποία κυμαίνεται από 200 ως 600 πόντους, που είναι το άριστο. Οι δανειολήπτες κερδίζουν βαθμούς όσο είναι συνεπείς στην αποπληρωμή των υποχρεώσεών τους, ενώ για όσο μεγαλύτερο διάστημα εξοφλούν εμπρόθεσμα τις οφειλές τους τόσο πιο μεγάλη είναι η τελική βαθμολογία τους. Από την άλλη, όσοι υποπίπτουν σε παραπτώματα, όπως είναι π.χ. η έκδοση ακάλυπτων επιταγών ή η καθυστέρηση πληρωμής του δανείου τους, θα υπόκεινται σε αφαίρεση βαθμών, με ό,τι αυτό μπορεί να συνεπάγεται για τη δυνατότητά τους να λάβουν δανειοδότηση στο μέλλον.

Με τη χρήση του μηχανισμού αυτού αποκλείστηκαν αυτόματα από την αγορά χιλιάδες πελάτες των τραπεζών. Με τις καθυστερήσεις άνω των 90 ημερών στην καταναλωτική πίστη να φτάνουν στο 13%, μια χαμηλή βαθμολόγηση ισοδυναμεί με απόρριψη της αίτησης για δανεικά. Επιβράβευση της συνέπειας
ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΛΛΗ, η λευκή λίστα βοηθά τις τράπεζες να προχωρούν σε προσωποποιημένη τιμολόγηση, ειδικά στην καταναλωτική πίστη, όπου έχουν αρχίσει να χορηγούνται δάνεια «κομμένα και ραμμένα» στα μέτρα του πελάτη. Οι διαφορές που μπορεί να προκύψουν στο κόστος δανεισμού μπορεί να φθάσουν ακόμη και τις 5 ποσοστιαίες μονάδες, ανάλογα με τη συνέπεια που έχει επιδείξει ο αιτών στο παρελθόν στην αποπληρωμή των δόσεών του αλλά και με τα τρέχοντα οικονομικά στοιχεία του. Εκτός από την παραπάνω μορφή επιβράβευσης, οι τράπεζες χρησιμοποιούν και άλλες τεχνικές για να διατηρήσουν στο πελατολόγιό τους νοικοκυριά με ικανοποιητική πιστοληπτική ικανότητα. Για τον λόγο αυτόν δημιουργούν ειδικά προγράμματα για όσους πληρώνουν στην ώρα τους την ελάχιστη μηνιαία καταβολή της κάρτας τους, η οποία συνήθως ανέρχεται στο 2,5% του εκάστοτε υπολοίπου. Πολλές είναι αυτές που απέστειλαν στους πελάτες τους τους τελευταίους μήνες ενημερωτικό σημείωμα το οποίο αφορούσε τη μείωση του επιτοκίου τους ως και 2% λόγω της συνέπειας που επέδειξαν.

Επιπλέον αρκετά είναι το τελευταίο καιρό τα παραδείγματα μειωμένων επιτοκίων, τα οποία μπορεί να κυμαίνονται ακόμη και σε επίπεδα στεγαστικών δανείων της τάξεως του 5%, που προσφέρουν οι τράπεζες για την πραγματοποίηση αγορών με κάρτες. Σε κάποιες περιπτώσεις τα χαμηλότερα επιτόκια αφορούν μόνο συναλλαγές σε επιχειρήσεις που επισκέπτεται σχεδόν σε εβδομαδιαία βάση ο μέσος καταναλωτής, όπως τα βενζινάδικα ή τα σουπερμάρκετ. Σε κάθε περίπτωση, βασική προϋπόθεση για να εξασφαλίσει ο καταναλωτής τα παραπάνω προνομιακά επιτόκια αποτελεί η εμπρόθεσμη εξόφληση των μηνιαίων δόσεων, έστω της ελάχιστης μηνιαίας καταβολής.

Τέλος, με στόχο την αύξηση της χρήσης της κάρτας από καταναλωτές με επαρκή όριο στις καθημερινές συναλλαγές τους, οι τράπεζες εκμεταλλεύονται τις δυνατότητες που τους παρέχει η τεχνολογία των «έξυπνων» μικροτσίπ. Συγκεκριμένα επιβραβεύουν με χρηματικά ποσά ή με υλικά αγαθά τους κατόχους των καρτών, ανάλογα με τον τζίρο που πραγματοποιούν. Κάθε φορά που ο καταναλωτής χρησιμοποιεί την κάρτα του για τις αγορές του συλλέγει είτε ευρώ, τα οποία μπορεί να χρησιμοποιήσει στις επόμενες αγορές του εξασφαλίζοντας ποσοστιαία έκπτωση, ή πόντους, τους οποίους εν συνεχεία μπορεί να εξαργυρώσει με δωροεπιταγές από συγκεκριμένα καταστήματα. Από την άλλη, υπάρχουν προγράμματα που εξασφαλίζουν ένα συγκεκριμένο ποσοστό έκπτωσης σε επιλεγμένες επιχειρήσεις το οποίο πιστώνεται στον λογαριασμό του καταναλωτή.