Για δεύτερη κατά σειρά ημέρα τα παιχνίδια των κερδοσκόπων επικεντρώθηκαν στη στερλίνα και στα βρετανικά ομόλογα, αφήνοντας στην ησυχία τους το ευρώ και τα ομόλογα της χώρας μας. Οι προσδοκίες ότι η κυβέρνησή μας βρίσκεται κοντά στη συμφωνία αναχρηματοδότησης του χρέους της πυροδότησαν το ράλι του ευρώ έναντι του δολαρίου. Το κοινό νόμισμα ενώ είχε κατρακυλήσει στα 1,3436 δολάρια, άρχισε από χθες το απόγευμα να κάνει ράλι και να ξεπερνά τα 1,36 δολάρια.

Αντίθετα η στερλίνα δέχθηκε νέες επιθέσεις από τους κερδοσκόπους και βρισκόταν σταθερά κάτω από τα επίπεδα«κλειδιά» του 1,50 δολαρίου. Επίσης οι πιέσεις στα 10ετούς διάρκειας βρετανικά ομόλογα αυξήθηκαν με αποτέλεσμα το spread έναντι των αντίστοιχων γερμανικών (Βunds) να ξεπεράσει τις 97 μονάδες βάσης, ενώ το αντίστοιχο spread των ελληνικών ομολόγων μειώθηκε στις 303,92 μονάδες βάσης.

Ο λόγος που οι επενδυτές έστρεψαν την προσοχή τους στο Λονδίνο και άφησαν σχετικά ήσυχη της Αθήνα είναι η οικονομική και πολιτική αβεβαιότητα που εγκυμονούν οι επικείμενες γενικές εκλογές στη Βρετανία. Ως πρόσφατα όλα έδειχναν ότι το Κόμμα των Συντηρητικών, το οποίο βρίσκεται στην αντιπολίτευση, θα κέρδισε με άνετη πλειοψηφία τις εκλογές που αναμένεται να διεξαχθούν τον προσεχή Μάιο. Αυτή τη βεβαιότητα, όμως, ανέτρεψαν οι τελευταίες δημοσκοπήσεις. Αντίθετα δείχνουν ότι ενδεχομένως να υπάρξει κυβέρνηση μειοψηφίας, με αποτέλεσμα να μην υπάρξει συμφωνία για ένα αξιόπιστο πρόγραμμα μείωσης του ελλείμματος αμέσως μετά τη διεξαγωγή των εκλογών. Ενα τέτοιο ενδεχόμενο θα ενίσχυε τις προοπτικές υποβάθμισης του χρέους της Βρετανίας και θα προκαλούσε νέο γύρο επιθέσεων κατά της στερλίνας.

Αντίθετα τα χρηματιστήρια και οι αγορές εμπορευμάτων σε όλον τον κόσμο έκαναν ράλι. Οι εκτιμήσεις ότι τα προβλήματα του χρέους της Ελλάδας τίθενται υπό έλεγχο και συνεπώς δεν θα διαχυθούν στη ζώνη του ευρώ βυθίζοντας και πάλι στην ύφεση την Ευρώπη, τα αισιόδοξα οικονομικά στοιχεία από όλον τον κόσμο και η έντονη δραστηριότητα στους τομείς των εξαγορών και συγχωνεύσεων προκάλεσαν νέα άνοδο στα χρηματιστήρια. Το Λονδίνο, η Φραγκφούρτη και το Παρίσι έκλεισαν με καλά κέρδη 1,45%, 1,10% και 1,12% αντίστοιχα. Επίσης η χθεσινή άνοδος των αμερικανικών αγορών έχει μηδενίσει τις εφετινές απώλειες και οι τρεις κύριοι δείκτες – ο Dow Jones, ο Standard & Ρoor΄s 500 και ο Νasdaq- έχουν περάσει στα κέρδη.

Επίσης τα αισιόδοξα οικονομικά νέα από την Ινδία εκτίναξαν τον παγκόσμιο δείκτη για τις αναδυόμενες αγορές (ΜSCΙ) στα υψηλότερα επίπεδα από τον περασμένο Νοέμβριο και έδωσαν νέα δυναμική στον κύριο δείκτη, τον ΒSΕ Sensex 30, του χρηματιστηρίου της Βομβάης. Ωστόσο παρά τη χθεσινή άνοδό του κατά 2,09%, οι απώλειες του δείκτη από την αρχή του έτους ανέρχονται στο 3,96%. Σύμφωνα με τις ανακοινώσεις της κυβέρνησης της Ινδίας, οι εξαγωγές αυξήθηκαν για τρίτο κατά σειρά μήνα τον Ιανουάριο κατά 11,5% και η βιομηχανική παραγωγή κατέγραψε την υψηλότερη αύξηση ενός και πλέον έτους. Επισημαίνεται ότι ο επικεφαλής της Τempleton Μαρκ Μόμπιους προβλέπει ότι το χρηματιστήριο της Ινδίας ενδεχομένως να ξεπεράσει τα άλλα χρηματιστήρια των αναδυομένων οικονομιών. Πάντως αρκετοί θεσμικοί επενδυτές έχουν αυξήσει τα στοιχήματά τους στις αναδυόμενες αγορές. Να θυμίσουμε ότι ένας από τους πλέον επιτυχημένους διαχειριστές επενδυτικών funds σε όλον τον κόσμο, ο Αντονι Μπόλτον , αποφάσισε να επανέλθει στην επενδυτική δραστηριότητα μόνο και μόνο για να παίξει στις κινεζικές αγορές. Εχοντας αποχωρήσει πριν από δύο χρόνια, ο κ. Μπόλτον επανήλθε στην αγορά ιδρύοντας ένα νέο fund που θα επενδύει στην Κίνα. Η απόφαση του κ. Μπόλτον να επενδύσει σε μια αγορά για την οποία πολλοί πιστεύουν ότι είναι η ιδιαίτερα υπερτιμημένη έχει προσελκύσει την προσοχή των επενδυτών. Ωστόσο παρά την έντονη αντιπαράθεση για την ύπαρξη φούσκας στις αγορές της Κίνας, το χρηματιστήριο της Σανγκάης βρίσκεται ακόμη πολύ χαμηλότερα από τα ιστορικά ύψη όπου είχε φθάσει πριν από την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση.