Ολοι δουλεύουν πυρετωδώς στα εργαστήρια της Αρένας στη Βερόνα. Ετοιμάζουν τα σκηνικά της όπερας-υπερπαραγωγής που θα ανεβεί στο Ηρώδειο σε συμπαραγωγή με τη Λυρική Σκηνή. Βρεθήκαμε στην ιταλική πόλη και καταγράψαμε σκηνές από την προετοιμασία.

Η Βερόνα είναι διάσημη από το ρομάντζο του Ρωμαίου και της Ιουλιέτας, που συνέγραψε με τρυφεράδα και στοχασμό ο Σαίξπηρ, και προστατεύεται από την UNESCO για την ιστορία και την ομορφιά της. Εκτός αυτών όμως, το τελευταίο τετράμηνο, σε μια γωνιά της πόλης, ετοιμάστηκε κάτι εντυπωσιακό, που σύντομα θα δούμε στην Αθήνα: το σκηνικό της διάσημης όπερας «Αΐντα». Το οποίο είχαμε την τύχη να δούμε και να θαυμάσουμε πρώτοι, προτού κλειστεί στα κοντέινερ για τη μεταφορά του στην Ελλάδα.

Φυσάει ένα ανάλαφρο, ανοιξιάτικο αεράκι. Στα εργαστήρια οι ρυθμοί είναι πυρετώδεις. Οι 40 ξυλουργοί, κατασκευαστές, γλύπτες και σκηνογράφοι της Αρένας, που έχουν συμπληρώσει ένα τρίμηνο δουλειάς στα σκηνικά, δίνουν προσοχή στις τελευταίες λεπτομέρειες, κάτω από τη σχεδόν τραγουδιστή φωνή του σκηνογράφου Τζουζέπε ντε Φιλίπι. Η τεράστια πυραμίδα, σύμβολο του θεοκρατικού πολιτισμούτης αρχαίας Αιγύπτου, δεσπόζει στον χώρο, ενώ παλάτια, ναοί και φυλακές, όλα με μαεστρία φτιαγμένα, ζωντανεύουν ήδη την όπερα στη φαντασία μας. Ο Τζουζέπε ντε Φιλίπι δηλώνει πολύ ικανοποιημένος και υπερήφανος για το αποτέλεσμα της δουλειάς και τη συνεργασία του με τους υπόλοιπους συντελεστές της όπερας, τόσο στη Βερόνα όσο και στην Αθήνα. Ποιο είναι όμως το στίγμα του σκηνικού; «Η “Αΐντα”, που θα ανεβάσουμε στο Ηρώδειο, ναι μεν εξελίσσεται μέσα σε μια ατμόσφαιρα και σε ένα αρχιτεκτονικό περίβλημα κλασικό, ωστόσο διαπνέεται από μοντερνισμό, κυρίως στο εικαστικό μέρος της» μας λέει. Συγκινείται μάλιστα από το γεγονός ότι η «Αΐντα» ήταν το πρώτο έργο που παρουσιάστηκε στην Αρένα της Βερόνας το 1913 και τώρα, με αυτή την καινούργια παραγωγή, μοιάζει να αναγεννάται. Ο Ντε Φιλίπι ανήκει στα μόνιμα στελέχη της Αρένας από το 1975 και έχει συμμετάσχει στο ανέβασμα μεγάλων σκηνογραφικών πρότζεκτ, συνεργαζόμενος με σπουδαία ονόματα σκηνοθετών όπερας, που έχουν αφήσει τη σφραγίδα τους στην ιστορία αυτού του είδους θεάματος, αλλά και στην Αρένα.

Από την άλλη, ο μόλις 30χρονος ισπανός σκηνοθέτης Ιγκνάθιο Γκαρθία, λάτρης της Ελλάδας, που νιώθει στη χώρα μας «όπως στη δική μου», μας μιλάει για τη ρομαντική οπτική με την οποία αντιμετωπίζει την παράσταση και για αυτόν τον παράξενο, μαγικό, μυστικιστικό κόσμο της «Αΐντας», που, ενισχυμένος από την οπτική της νέας παραγωγής, θα κατακτήσει – είναι σίγουρος – τους έλληνες θεατές. Είναι ευτυχισμένος που θα ανεβεί μια δουλειά του στο Ωδείο Ηρώδου Αττικού και λέει τα καλύτερα για τους έλληνες συνεργάτες του. «Εχετε πολύ υψηλό επαγγελματικό επίπεδο» υποστηρίζει και πιστεύει ότι δενμπορεί να γίνει αλλιώς, «σε μια χώρα που είναι το λίκνο κάθε μεγάλου και ωραίου, το λίκνο του πολιτισμού».

Ωστόσο, στο μυαλό του στροβιλίζεται η «Αΐντα», η πόλωση ανάμεσα στον πόλεμο και στον έρωτα, ο ανταγωνισμός, ο έρωτας και η πολιτική, οι ίντριγκες και οι συμβιβασμοί, τα πάθη και η τιμωρία τους, έννοιες διαχρονικές και αξεπέραστες. «Η Αΐντα, κόρη του βασιλιά της Αιθιοπίας, που είναι αιχμάλωτη στην Αίγυπτο, και ο Ρανταμές, αρχιστράτηγος του αιγυπτιακού στρατού, με τον οποίο είναι ερωτευμένη, ζουν σε έναν πολωμένο κόσμο, ανάμεσα στην αγάπη και στον πόλεμο. Ο έρωτας είναι βέβαια ένας πολύ ρομαντικός τρόπος για να ξεφύγεις από τη μανία του πολέμου, γι’ αυτό και το πάθος τους, που περιγράφεται εξαιρετικά από τη μουσική του Βέρντι, συνεχώς μεγαλώνει. Μέσα σε αυτή την υπέροχη μουσική οι εραστές ζουν, νιώθουν, τραγουδούν, ερωτεύονται, πολεμούν… Θέλουν να είναι μαζί, αλλά για να το πετύχουν παλεύουν με τις περιστάσεις. Η μάχη ανάμεσα στην προσωπική και στην κοινωνική τους ζωή, που περιλαμβάνει και άλλα πρόσωπα – μεταξύ των οποίων την κόρη του βασιλιά, που είναι και αυτή ερωτευμένη με τον Ρανταμές – δίνει δραματική τροπή στην υπόθεση. Και όσο οι δύο εραστές παλεύουν να έρθουν πιο κοντά τόσο τα γεγονότα τούς απομακρύνουν. Κάθε κοινό βήμα τους όμως είναι και μια μεγάλη προσπάθεια ενάντια σε έναν επιθετικό κόσμο, όπου ο πόλεμος, η θρησκεία και οι φιλοδοξίες διαφθείρουν το καθετί. Μέσα σε αυτή την κλασική ατμόσφαιρα της φαραωνικής Αιγύπτου εμείς δημιουργούμε μια νέα μοντέρνα παραγωγή» λέει. «Πώς νιώθετε εσείς για αυτή τη δουλειά σας;» τον ρωτώ. «Ξέρετε, μοιάζει λίγο με τη μαγειρική. Μου θυμίζει την αγάπη και την αφοσίωση της μητέρας μου για ό,τι, με σεβασμό προς τα υλικά και προς όλους εμάς, έκανε… Είναι κάτι μαγικό» απαντά χαριτολογώντας και προσθέτει ότι θα ήταν πολύ ευτυχισμένος αν η συγκεκριμένη παραγωγή ταξίδευε και σε άλλες πόλεις. Για τη συνεργασία του με τους Ιταλούς καθώς και για εκείνη με τους Ελληνες, μια συνεργασία που ξεκίνησε περίπου οκτώ μήνες νωρίτερα, μιλάει και ο σκηνογράφος Ντε Φιλίπι και τη χαρακτηρίζει απλώς «υπέροχη».

Ερωτας, προδοσία, συγκρούσεις, θάνατος και μαγευτική μουσική λοιπόν. Σε μια παράσταση όμως με επιβλητικά σκηνικά, από τα πιο πλούσια στην ιστορία της όπερας. Η «Αΐντα», που ετοιμάζεται να ανεβεί σ την Αθήνα, η «Αΐντα» που «είδαμε» στη Βερόνα, είναι μια υπερπαραγωγή με όλη τη σημασία της λέξης. Για να μιλήσουμε με αριθμούς, 400 κοστούμια ράφτηκαν για αυτό το επικό και γεμάτο δύναμη έργο, στην Αθήνα και στη Βερόνα. Θα συμμετέχει η ορχήστρα και η χορωδία της Λυρικής με 110 χορωδούς, μία μπαντίνα, εννέα μουσικούς για τις αιγυπτιακές σάλπιγγες, 28 χορευτές και 70 κομπάρσους. Επειδή όμως πίσω από τα νούμερα βρίσκονται πάντα οι άνθρωποι, αναφέρουμε τους σημαντικότερους συντελεστές. Το λιμπρέτο είναι του Αντόνιο Γκισλαντσόνι, βασισμένο σε ένα σενάριο του Ογκύστ Μαριέτ. Στον ρόλο της Αΐντα η σοπράνο Λουκρέθια Γκαρθία εναλλάσσεται με τη «δική μας» Δήμητρα Θεοδοσίου, ενώ στον ρόλο του Ρανταμές ο Μάρκο Μπέρτι με τον Χοσέ Μπαλεστρίνι. Τη μουσική διεύθυνση έχει ο Κάρλο Μοντανάρο και τη διεύθυνση χορωδίας ο Νίκος Βασιλείου, τα εντυπωσιακά κοστούμια επιμελήθηκαν η Κάρλα Γκαλέρι και ο Ντομένικο Φράνκι και τον φωτισμό ο Βινίτζο Κέλι. Για την ιστορία να προσθέσουμε ότι ο Βέρντι γεννήθηκε το 1813 και πέθανε στην Ιταλία το 1901. Η παγκόσμια πρεμιέρα της όπερας «Αΐντα» έγινε στο Κάιρο, το 1871. Ο Βέρντι δεν την παρακολούθησε διότι ήταν ενοχλημένος που το ακροατήριο θα αποτελούνταν μόνο από αξιωματούχους. Παρευρέθη όμως στην επίσημη πρεμιέρα, που δόθηκε στη Σκάλα του Μιλάνου, έναν χρόνο αργότερα.

Η «Αΐντα» θα ανεβεί στο Ηρώδειο, στις 24, 26, 27 και 28 Μαΐου. Τηλ. κρατήσεων 210 3612 461, 210 3643 725.

Το ρεπορτάζ δημοσιεύτηκε στο BHMagazino, τεύχος 447, 10/05/2009.