Μόνο το γεγονός της ανόδου των τιμών των προϊόντων, η οποία έχει ως αποτέλεσμα το υπερβολικό κέρδος, δεν αρκεί για την άσκηση δίωξης σε βάρος εμπόρων για το αδίκημα της αισχροκέρδειας.
Αυτό προκύπτει από γνωμοδότηση της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου, στην οποία επισημαίνεται ότι για να στοιχειοθετηθεί η κατηγορία της αισχροκέρδειας πρέπει να συντρέχουν μια σειρά στοιχείων με σημαντικότερα αυτά που αφορούν την « κατ΄ επάγγελμα και συνήθεια » τέλεση της πράξης και την ύπαρξη ωφέλειας, η οποία θα πρέπει να υπερβαίνει το 50% της αξίας της αντιπαροχής.
Η γνωμοδότηση υπογράφεται από τον αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου κ. Φ. Μακρή και εκδόθηκε κατόπιν ερωτήματος του υπουργείου Ανάπτυξης σχετικά με τη δυνατότητα να διώκονται για αισχροκέρδεια έμποροι « οι οποίοι κατά την πώληση των ειδών που εμπορεύονται πετυχαίνουν, εκμεταλλευόμενοι τις ειδικές περιστάσεις και δη την έλλειψη των ειδών, να εισπράττουν τιμές που περιέχουν υπερβολικό κέρδος ». Αφορμή για το έγγραφο του υπουργείου Ανάπτυξης αποτέλεσε η απεργία των τελωνειακών, η οποία είχε ως συνέπεια την έλλειψη καυσίμων και κατ΄ επέκταση την τεχνητή αύξηση της τιμής του πετρελαίου.