Η αναπτυξιακή ύφεση της ελληνικής οικονομίας το δεύτερο εξάμηνο του 2008 και το 2009 είναι πλέον βέβαιη. Αλλο όμως αναπτυξιακή ύφεση και άλλο ύφεση όπου το ΑΕΠ μιας χώρας μειώνεται για πάνω από ένα εξάμηνο. Η αναπτυξιακή ύφεση αναφέρεται σε ρυθμούς ανάπτυξης που υπολείπονται εκείνων που θα μπορούσαν να επιτευχθούν αν οι διαθέσιμοι πόροι (π.χ., εργατικό δυναμικό, κεφάλαιο) αξιοποιούνταν με βάση την πρόσφατη δυναμική της οικονομίας. Στη δική μας περίπτωση η αναπτυξιακή ύφεση αντιστοιχεί σε ρυθμούς ανάπτυξης από 0,5% ως 2,5% το 2009.
Για το μέσο ελληνικό νοικοκυριό αυτοί οι ρυθμοί ανάπτυξης μεταφράζονται σε δυσμενέστερες οικονομικές συνθήκες από εκείνες που επικρατούσαν στο πρόσφατο παρελθόν. Τα αίτια της αναπτυξιακής ύφεσης είναι:
1. Η διεθνής χρηματοπιστωτική κρίση που αυξάνει το κόστος του χρήματος, μειώνει τις τιμές των αξιογράφων και των ακινήτων και δυσκολεύει τη χρηματοοικονομική διαμεσολάβηση (κρίση εμπιστοσύνης).
2. Ο τρόπος που η παραπάνω διαταραχή διαχέεται στις οικονομίες των ΗΠΑ και της ευρωζώνης, δημιουργώντας οικονομικές υφέσεις και αναπτυξιακές υφέσεις στις αναδυόμενες οικονομίες της Ρωσίας, της Κίνας, της Ινδίας κ.ά., μειώνοντας τη ζήτηση για κλάδους-κλειδιά της ελληνικής οικονομίας, όπως ο τουρισμός, η ναυτιλία και οι κατασκευές κατοικιών.
3. Η αρνητική ψυχολογική διάθεση, που προέρχεται τόσο από τα τεκταινόμενα σε διεθνές επίπεδο όσο και από τις αναταραχές στη δημόσια τάξη στο εσωτερικό της χώρας.
Πρόκειται για πανίσχυρες οικονομικές δυνάμεις που με ευκολία υπερισχύουν των αντιστάσεων που διαθέτει η οικονομία μας. Στις τελευταίες συγκαταλέγονται: α) ο σχετικά υψηλός ρυθμός οικονομικής ανάπτυξης την περασμένη οκταετία, β) η έλλειψη ισχυρής συσχέτισης ανάμεσα στους οικονομικούς κύκλους των ΗΠΑ και της ευρωζώνης με τον οικονομικό κύκλο της Ελλάδας, γ) οι αναπτυξιακές προοπτικές που δημιουργούνται από την εισροή των πόρων από το Γ΄ και Δ΄ Πλαίσιο Στήριξης, τη μείωση των φορολογικών συντελεστών, τις ΣΔΙΤ, το Χωροταξικό Σχέδιο, τον αναπτυξιακό νόμο και τον νόμο για την ενίσχυση της ρευστότητας της οικονομίας και δ) οι προοπτικές των εξαγωγών στις χώρες της ΝΑ Ευρώπης και της Απω Ανατολής, οι ρυθμοί ανάπτυξης των οποίων αναμένεται να διατηρηθούν σχετικά υψηλοί.
Ηανησυχία για το βάθος και για τη διάρκεια της αναπτυξιακής ύφεσης πηγάζει: πρώτον, από την παθογένεια της ελληνικής οικονομίας, η οποία δεν μπορεί να προσαρμοστεί εύκολα σε διαταραχές, κυρίως λόγω της ανελαστικότητας της αγοράς εργασίας· και, δεύτερον, από την αδυναμία ουσιαστικής ενίσχυσης της ζήτησης με δημοσιονομικά μέτρα εξαιτίας των υψηλών δημοσιονομικών ελλειμμάτων και του υψηλού δημόσιου χρέους.
Δεδομένων των δυσκολιών που υπάρχουν για μεταρρυθμίσεις στην ελληνική οικονομία τόσο για λόγους πολιτικού κόστους όσο και λόγω της χρονικής υστέρησης στην εμφάνιση των ωφελειών από μεγάλες μεταρρυθμίσεις, η έμφαση στην οικονομική διαχείριση της κρίσης θα πρέπει να δοθεί αλλού.
Α ναφέρομαι σε μια σειρά «μικρών» μεταρρυθμίσεων που θα αποσκοπούν αφενός στην καλύτερη λειτουργία της οικονομίας και αφετέρου στην αποτελεσματική αντιμετώπιση του κόστους της κρίσης για όσους πλήττονται πραγματικά.
Τέτοιες μικρές μεταρρυθμίσεις θα μπορούσαν να είναι:
1. Η δημιουργία ενός υπερκομματικού Συμβουλίου Οικονομικής Πολιτικής εκ προσωπικοτήτων, με βασικό σκοπό την εκπόνηση και αξιολόγηση προτάσεων μέτρων αντιμετώπισης της κρίσης το οποίο θα αναφέρεται απευθείας στον Πρωθυπουργό.
2. Στοχευμένες παρεμβάσεις για τον περιορισμό της σπατάλης στο Δημόσιο με βάση τις έως τώρα εκθέσεις του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
3. Η επιτάχυνση των δημοσίων έργων με διαδικασίες αδειοδότησης και χωροθέτησης όμοιες με αυτές των ολυμπιακών έργων.
4. Η προώθηση μέτρων μείωσης του κόστους λειτουργίας των μικρομεσαίων επιχειρήσεων που θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν την προσωρινή μείωση των ασφαλιστικών εισφορών.
5. Η βελτίωση των υπηρεσιών προστασίας της δημόσιας τάξης και ασφάλειας και η δημιουργία ενός υπερκομματικού συμβουλίου για την εκπόνηση και την αξιολόγηση των προτάσεων για τη βελτίωση των υπηρεσιών αυτών.