Το λατινικό αξίωμα «Citius, Altius, Fortius» (πιο γρήγορα, πιο ψηλά, πιο δυνατά) που πρότεινε ο Πιερ ντε Κουμπερτέν κατά τη «γέννηση» της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής το 1894, συνδέθηκε μόνιμα με τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Πόσο μπορεί όμως να… σπρώξει ένας αθλητής τον εαυτό του προκειμένου να καταφέρει να το υλοποιήσει και να τρέξει πιο γρήγορα, να πηδήξει πιο ψηλά ή να γίνει πιο δυνατός στις ρίψεις, στα πλατό της άρσης, στα ταπί της πάλης κ.ο.κ.; Ποια είναι τα κίνητρα του σύγχρονου (πρωτ)αθλητή – ιδιαίτερα στη χώρα μας -, πώς ωθείται στην παρανομία και ποιος ή ποιοι είναι συνένοχοι του σημαντικότερου αθλητικού εγκλήματος; Τα ερωτήματα που επαναφέρει στο προσκήνιο η αποκάλυψη του σκανδάλου ντόπινγκ της ελληνικής ομάδας Αρσης Βαρών είναι πολλά και αναζητώντας απαντήσεις αποκαλύπτεται ένας ολόκληρος κόσμος που στηρίζει, ωθεί και συγκαλύπτει…




1. Κάνουν όλοι χρήση ουσιών;


Η συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών θα απαντούσε καταφατικά σε ένα γκάλοπ και όχι μόνο στην Ελλάδα. Ολοι οι ειδήμονες το παραδέχονται: πολλά – αν όχι τα περισσότερα – ρεκόρ και μετάλλια ολυμπιακού και παγκοσμίου επιπέδου είναι συνυφασμένα με το ντόπινγκ που έχει εξελιχθεί επιστημονικά προηγούμενο φυσικά του αντιντόπινγκ. Απλά, η έκταση του φαινομένου ποικίλει ανάλογα και με την ιδιαίτερη υφή και τεχνική των αθλημάτων-αγωνισμάτων, προεξαρχόντων των ατομικών.


Το ομολογούν άλλωστε στις κατ’ ιδίαν συζητήσεις οι περισσότεροι αθλητές, προπονητές, γιατροί, εργοφυσιολόγοι, διοικητικοί παράγοντες. Το μαρτυρούν τα εκατοντάδες θετικά δείγματα ντόπινγκ που ανιχνεύονται ετησίως στο σύνολο των αθλημάτων. Το καταδεικνύει η μακρά μαύρη λίστα των «ντοπέ» πρωτοκλασάτων ολυμπιονικών, παγκόσμιων ρέκορντμαν και πρωταθλητών. Ενδεικτικά μόνο: Από τον καναδό σπρίντερ Μπεν Τζόνσον και τους βούλγαρους αρσιβαρίστες του «γκουρού της ντόπας» Αμπατζίεφ στους Ολυμπιακούς του 1988 ως τους ντοπαρισμένους made in USA (Μάριον Τζόουνς, Σι Τζέι Χάντερ, Τιμ Μοντγκόμερι, Κέλι Γουάιτ, Τζάστιν Γκάτλιν, κ.ά.) που έσκασαν το 2000 και εντεύθεν. Το δείχνει επίσης η αλματώδης αύξηση στο εμπόριο αναβολικών και άλλων απαγορευμένων ουσιών (και) μέσω των «συμπληρωμάτων διατροφής». Η επέκταση του φαινομένου και στις μικρές ηλικίες.


Υπάρχουν βέβαια και τα «θαύματα της φύσης», τα μεγάλα ταλέντα, αλλά και πάλι χωρίς τη λεγόμενη «επιστημονική υποστήριξη» δεν γίνονται ρεκόρ που υπερβαίνουν τα ανθρώπινα όρια και δεν κατακτώνται μετάλλια σε ολυμπιακό, παγκόσμιο και ηπειρωτικό επίπεδο. Στους Ολυμπιακούς του 2004 επί 3.500 ελέγχων ανακοινώθηκαν 23 θετικά δείγματα. Αριθμός εντυπωσιακά μικρός που συνάδει με το μνημειώδες απόφθεγμα του Χρήστου Τζέκου ότι «ντοπαρισμένος είναι μόνο εκείνος που πιάνεται ντοπαρισμένος». Βέβαια όσοι… ξεφεύγουν (ή αποφεύγουν τον έλεγχο) δεν σημαίνει ότι όλοι είναι πεντακάθαροι. Πολλοί βρίσκονται «καθαροί» είτε γιατί η ντόπα έχει χορηγηθεί με επιστημονικό προγραμματισμό ώστε να αποβληθεί από τον οργανισμό στην κορύφωση των αγώνων, είτε γιατί έχει επικαλυφθεί από την παράλληλη χρήση άλλης ουσίας της λεγόμενης «μάσκας».


2. Φθάνει μόνο η «ντόπα»;


Μπορούν από μόνα τους τα αναβολικά να «δημιουργήσουν» πρωταθλητές και δη παγκόσμιας κλάσης; Σαφέστατα όχι. Χωρίς ταλέντο, ισχυρό χαρακτήρα (δύναμη θέλησης, ψυχισμός), τεχνική, τακτική και φυσικά επίπονη, συστηματική και πολύχρονη προπόνηση – συν την καλώς εννοούμενη επιστημονική (υπο)στήριξη -, είναι αδύνατον να κατασκευαστεί ένας πρωταθλητής σε οποιοδήποτε επίπεδο. Τόνους αναβολικά και αν πάρει κάποιος/α δεν μπορεί μόνο με αυτά να κάνει, π.χ., τα ρεκόρ του Σεργκέι Μπούμπκα ή της Γελένα Ισιμπάγεβα στο άλμα επί κοντώ. Υπάρχουν αναβολικά για να επιτρέπουν στους αθλητές να προπονούνται πιο σκληρά και πιο επίπονα, άλλα και για να αναπτύξουν και να «χτίσουν» ένα σώμα που θα τους βοηθήσει περισσότερο να διακριθούν στο άθλημα-αγώνισμα που επιδίδονται, ωστόσο αυτή δεν είναι από μόνη της η μυστική συνταγή της επιτυχίας.


Αν είχε βρεθεί αυτή η φόρμουλα, τότε οι ίδιες «σχολές ντόπας» θα συνέχιζαν να παράγουν υπεραθλητές. Οταν, π.χ., η Σοβιετική Ενωση ανέδειξε τον ουκρανικής καταγωγής καλύτερο λευκό σπρίντερ όλων των εποχών Βαλερί Μπορζόφ (χρυσό μετάλλιο στους Ολυμπιακούς του Μονάχου το 1972 στα 100 μ. και στα 200 μ.), κάποιοι μιλούσαν τότε για το «Ρομπότ του Κιέβου», εννοώντας ότι ήταν προϊόν του σοβιετικού «εργαστηρίου ντόπινγκ». Αν, όμως, ήταν έτσι απλά τα πράγματα και υπήρχε η «πατέντα», γιατί ως σήμερα – κοντά 40 χρόνια μετά – από τις χώρες τις πρώην ΕΣΣΔ δεν έχει βγει σπρίντερ όχι εφάμιλλος του Μπορζόφ, αλλά απλώς υπολογίσιμος για τα διεθνή στάνταρ;


Ο Καρλ Λιούις έκανε πρωταθλητισμό για περισσότερο από μία δεκαετία (1983-1996), μετέχοντας με απόλυτη επιτυχία σε τέσσερα διαφορετικά αγωνίσματα του στίβου (100 μ., 200 μ., 4 επί 100 μ. και άλμα εις μήκος). Ασφαλώς και ο αμερικανός υπεραθλητής των εννέα ολυμπιακών μεταλλίων δεν σάρωνε στους στίβους με συμπληρώματα διατροφής από μέλι – έστω και… θυμαρίσιο – και βιταμίνη C από φρέσκο χυμό πορτοκαλιών… Ωστόσο η διάρκεια και οι διακρίσεις του δεν μπορεί να αποδοθούν μόνο στη χρήση (και απαγορευμένων) ουσιών. Αν ήταν έτσι, γιατί δεν μπόρεσε κάποιος της ίδιας σχολής να τον ακολουθήσει; Από μόνα τους τα αναβολικά δεν αρκούν για να κάνουν κάποιον πρωταθλητή. Ακόμη και με ένα… καράβι κινεζικής «ντόπας» είναι αδύνατον να πλησιάσει ο «οποιοσδήποτε» αντίστοιχες επιδόσεις, αν δεν έχει χύσει τόνους ιδρώτα στην προπόνηση, «ποτίζοντας» το ταλέντο του.


3. Να καταργηθούν τα κρατικά προνόμια;


Στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004 η Ελλάδα ως διοργανώτρια είχε το δικαίωμα συμμετοχής σε όλα τα ομαδικά αθλήματα ανδρών και γυναικών. Το ίδιο συνέβη (με απόφαση των αντίστοιχων διεθνών ομοσπονδιών) και σε ορισμένα ατομικά, όπως η πάλη. Υπήρξε, λοιπόν, αθλητής που σημείωσε μόλις μία νίκη και τρεις ήττες. Σύμφωνα με το «μότο» των Αγώνων που… λάνσαρε ο εκ των αναβιωτών τους Πιερ ντε Κουμπερντέν, η συμμετοχή του εν λόγω παλαιστή θα ήταν αρκετή για να έχει να λέει «ήμουν κι εγώ εκεί»… Ωστόσο, όσο και αν ακούγεται οξύμωρο, ο συγκεκριμένος αθλητής έφθασε να διεκδικεί μια θέση στην πρώτη εξάδα. Ο αντίπαλός του στον αγώνα κατάταξης για τις θέσεις 5-8 δεν κατέβηκε να αγωνιστεί, και έτσι μπήκε στην εξάδα! Επιτυχία; Οχι δα!


Πόσο αποτιμάται, όμως, αυτή η «επιτυχία» από το ελληνικό κράτος; Το πριμ για την έκτη θέση (που τον χαρακτηρίζει… «ολυμπιονίκη») ήταν 44.021 ευρώ για τον παλαιστή και 22.010 ευρώ για τον προπονητή του! Παρεμπιπτόντως, το χρυσό ολυμπιακό μετάλλιο του 2004 πριμοδοτήθηκε με 190.756 ευρώ, το ασημένιο με 132.062 και το χάλκινο με 102.715. Οχι και άσχημα… Επιπλέον ο παλαιστής εξασφάλιζε – βάσει νόμου – το δικαίωμα να εισαχθεί χωρίς εξετάσεις σε οποιαδήποτε σχολή ΑΕΙ ή ΤΕΙ επιθυμούσε. Αν τα χρήματα είναι μια υλική επιβράβευση των κόπων, το προνόμιο της φοίτησης θεωρείται επιβράβευση για τον χαμένο χρόνο. Στην πλειοδοσία των πολιτικών για το ποιος θα δώσει τα περισσότερα «στους αθλητές που κάνουν τη χώρα περήφανη» όπως συνηθίζουν να λένε, φωτογραφιζόμενοι δίπλα τους έπειτα από κάθε διεθνή διάκριση, οι κατ’ ευφημισμόν – ελληνικής πατέντας – ολυμπιονίκες εξασφαλίζουν επίσης τη μονιμοποίησή τους (δίκην αργομισθίας) ως αξιωματικοί στις Ενοπλες Δυνάμεις. Επιπλέον την άδεια λειτουργίας πρακτορείου Προ-Πο, ενώ όταν εγκαταλείψουν την ενεργό δράση ο νόμος (2725/1999) προβλέπει την πρόσληψη ως συμβούλων στο αρμόδιο για τον αθλητισμό Υπουργείο για τους αθλητές/τριες που κατακτούν 1η ως 3η θέση στους Ολυμπιακούς Αγώνες και συμβούλου στις αντίστοιχες αθλητικές ομοσπονδίες για τις ολυμπιακές θέσεις από 4 ως 6!


Είναι προφανές ότι αυτά τα οικονομικά και επαγγελματικά κίνητρα είναι αρκετά όχι μόνο να «δημιουργήσουν» πρωταθλητές, αλλά να μετατρέψουν ακόμη και γονείς σε παιδοκτόνους, συναινώντας σε οτιδήποτε μπορεί να κάνει τα καμάρια τους «ολυμπιονίκες». Οι ομοσπονδίες στην πλειονότητά τους υποστηρίζουν ότι «αθλητισμός χωρίς κίνητρα δεν μπορεί να υπάρχει» ωστόσο μπλέκουν τον αθλητισμό με τον πρωταθλητισμό και ζητούν ολοένα περισσότερα χρήματα από τον κρατικό κουμπαρά για να «φέρουν» επιτυχίες.


Το κράτος-ντοπαριστής, λοιπόν, είναι κάτι παραπάνω από ηθικός αυτουργός για τη μάστιγα των αναβολικών. Αυτό σπρώχνει τους νέους όχι στον αθλητισμό, αλλά στο να κυνηγήσουν την επιτυχία με κάθε κόστος και κάθε θυσία και γι’ αυτό έχουν εμφανιστεί κρούσματα ντόπινγκ ακόμη και στους Παραολυμπιακούς Αγώνες! Εκφράζονται μάλιστα φόβοι ότι η καθιέρωση από το 2010 των Ολυμπιακών Αγώνων Νέων θα οδηγήσει στο ντοπάρισμα από ακόμη μικρότερη ηλικία. Οπότε είναι αυτονόητα καταφατική η απάντηση στο ερώτημα αν πρέπει να καταργηθούν τα κρατικά προνόμια των (πρωτ)αθλητών που εξ αντικειμένου λειτουργούν ως προνόμια-κίνητρα για την ντόπα! Τουλάχιστον σε ό,τι αφορά αυτή την… ξεχειλωμένη ελεύθερη εισαγωγή στα ΑΕΙ, την αργομισθία στις Ενοπλες Δυνάμεις και τα παχυλά πριμ όχι μόνο για ολυμπιακό, παγκόσμιο ή ευρωπαϊκό μετάλλιο, αλλά και για τις θέσεις 4-8! Εξυπακούεται, ότι και η φόρμουλα της χρηματικής ή άλλης πριμοδότησης από ιδιωτικές εταιρείες-σπόνσορες δεν απομακρύνει τον πειρασμό της ντόπας.