Ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου και ο Ευαγγελισμός του Γένους. Ο πρώτος αγγέλλει την υπαρξιακή ελευθερία του ανθρώπου, μεταϊστορική και εσωτερική, που δεν ετεροκαθορίζεται. Ο δεύτερος δηλώνει την εξωτερική ελευθερία, πολιτική και ιστορική, τον μεγαλειώδη Αγώνα των Ελλήνων να αποτινάξουν τον «βαρύν και απαραδειγμάτιστον ζυγόν» της τουρκικής τυραννίας. Ελληνικό μεγαλούργημα ο έρως ελευθερίας. Αξία υψηλότερη απ’ τη ζωή. Απόλυτη η καταφρόνηση του θανάτου. Ελευθερία ή θάνατος!


Τι έβαζε στον νου του όταν πυρπολούσε τη ναυαρχίδα, ρωτούσαν τον Κανάρη. «Τι έβαζα στο νου μου; Κωνσταντή θα πεθάνεις»! Ομόγνωμος ο λόγος του Καραϊσκάκη: «H τιμή και το καύχημα των παλληκαριών είναι να τους κράζουνε σφαγάδια και όχι ψοφήμια»! H δύναμη του πολεμιστή που είναι αποφασισμένος να θυσιαστεί είναι ακατάλυτη.


Κύριες συνιστώσες εκείνης της εποποιίας:


α. H Εθναρχούσα Εκκλησία. «Βρίσκεται επικεφαλής των δυνάμεων που οργανώνουν την άμυνα του Ελληνισμού και εξασφαλίζουν τη διατήρησή του» (Σβορώνος, Το ελληνικό έθνος, 85).


β. Οι λόγιοι των προ και κατά την Επανάσταση χρόνων, οι έμποροι που προσέφεραν το βιος τους, οι θαλασσοπόροι που μετέτρεψαν τα εμπορικά τους σε πολεμικά, όλος ο Ελληνισμός της Διασποράς.


γ. Ο κοινοτισμός και η παραδοσιακή αλληλεγγύη του λαού.


δ. Το αδούλωτο φρόνημα, προϊόν βαθύτατης πίστης στον Θεό, στο δίκαιο και στη νίκη. «Ο Θεός έδωσε την υπογραφή του για την ελευθερία της Ελλάδος και δεν την παίρνει πίσω» βεβαίωνε ο Γέρος.


ε. H υπερταξική σύνθεση των αγωνιστών. Λειτούργησε και ως κίνητρο ομοψυχίας, η οποία όταν ήταν ενεργός εξασφάλιζε νίκες. Πλην το ιδιοπαθές ελάττωμα του Γένους, η δολερή διχόνοια, έθεσε επανειλημμένως σε έσχατο κίνδυνο τη συνέχιση και την έκβαση του αγώνα. Κάκιστη φάση όταν εξαιτίας του εμφυλίου ο ικανότατος να ματαιώσει την απόβαση στόλος μας αφήκε τον Ιμπραήμ να ρημάξει την Πελοπόννησο και να εκμαυλίσει αγωνιστές.


H Ελληνική Επανάσταση, μολονότι εκδηλώθηκε σε απαγορευτικό διεθνές περιβάλλον λόγω «Ιεράς Συμμαχίας», το υπερέβη. Σηματοδότησε την αποσύνθεση της μεγαλύτερης αυτοκρατορίας της Ευρασίας, της Οθωμανικής. Οι Επαναστάτες κατενίκησαν τακτικό στρατό και ναυτικό.


Στην ιστορία μας ίσχυσε πολλάκις αυτό που ο Ελύτης πιστώνει στην ποίηση: «η δύναμη του αριθμού δεν έχει πέραση». Εύλογο το εγκώμιον του Κάλβου:


«Ω Ελληνες, ω θείαι / ψυχαί, ‘που εις τους μεγάλους /


κινδύνους φανερώνετε / ακάμαντον ενέργειαν / και υψηλήν φύσιν»


Βέβαια η «υψηλή φύση» πρέπει να καταστεί διαρκές άθλημα. Οπως αδιάπτωτη οφείλεται η ακλόνητη πίστη, η λεβεντιά, το φιλότιμό μας. Με «το φρονείν και πράττειν ελληνικά» (Ζαμπέλιος) συντελέσθηκε τότε το θαύμα του ελληνικού πατριωτισμού. Ορισμένοι ισχυρίζονται ότι η γέννηση του μικρού ελλαδικού κράτους υπήρξε καρπός της ναυμαχίας του Ναυαρίνου. Αλλά εκείνη τίνος καρπός υπήρξε; Φυσικά του αγώνα που εξεβίασε τη θέληση των Δυνάμεων, που φοβήθηκαν επίσης μετάλλαξη σε πειρατικά των ελληνικών πλοίων.


Ο Ξεσηκωμός του Γένους και τα στρατιωτικά κλέη του κατέστησαν θρύλος στους επιγενόμενους. Αλλά για την εθνική μας αυτογνωσία αρκεί η πραγματικότητα.


Παρ’ ότι έκτοτε άλλαξαν πολλά και παλαιοί ορκισμένοι εχθροί συμφιλιώθηκαν, αμετανόητος εχθρός του Ελληνισμού παραμένει η τουρκική επιθετικότητα. Και πρωταρχικό χρέος μας η αποτροπή της. Και γι’ αυτήν η στρατηγική αποτρεπτικής ισχύος.


Πάντα καίριος ο λόγος του Ποιητή: «Αυτό τον λόγο θα σας πω / δεν έχω άλλο κανένα / Μεθύστε με τ’ αθάνατο / κρασί του Εικοσιένα».