Στη ΜΕΤΑΒΑΣΗ από τον 20ό στον 21ο αιώνα και ενώ στο διάστημα της τελευταίας 15ετίας εμφανίστηκαν στην ελληνική οικονομική ζωή πλήθος νέες και δυναμικές εν πολλοίς επιχειρήσεις, τα λεγόμενα νέα επιχειρηματικά «τζάκια», υπάρχουν αρκετές βιομηχανικές και εμπορικές επιχειρήσεις που είτε έχουν κλείσει ή σύντομα πρόκειται να γιορτάσουν την πρώτη εκατονταετία της ζωής τους. Είναι κάποιες γνωστές και άγνωστες επιχειρήσεις που συνεχίζουν την οικονομική δραστηριότητά τους, οι περισσότερες μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας, ενώ στα ίδια αυτά χρόνια κάποιες άλλες περισσότερο γνωστές έπαψαν να υπάρχουν. Στην καταγραφή της ιστορίας τους, η οποία επί της ουσίας αποτελεί ιστορία της ελληνικής οικονομίας, αποβλέπει η έρευνα του «Βήματος της Κυριακής».



Ηταν τότε στη δεκαετία του ’20, όταν ακόμη η Αττική διέθετε ένα πλούσιο φυσικό περιβάλλον με αρκετές και μεγάλες δασικές εκτάσεις και το θυμαρίσιο μέλι της ήταν φημισμένο. Για το περίφημο μέλι του Υμηττού, εξάλλου, κάνουν λόγο και τα αρχαία κείμενα. Στην οδό Σωκράτους, στο κέντρο της Αθήνας, τότε, «στοιβάζονταν» χονδρέμποροι, λιανέμποροι και καταναλωτές της εποχής. Το εμπόριο των τροφίμων εκεί είχε την «τιμητική» του. Αυτός ο δρόμος αποτέλεσε ουσιαστικά και τη «μήτρα» από όπου γεννήθηκαν στις επόμενες δεκαετίες αρκετές βιομηχανικές και εμπορικές επιχειρήσεις. Η διακίνηση των τροφίμων κατά κύριον λόγο γινόταν σε χύμα μορφή. Από τον κανόνα δεν θα μπορούσε να ξεφύγει η διακίνηση του μελιού. Οι μενιδιάτες κατέβαιναν από την περιοχή των Αχαρνών, την άκρη της Αττικής, και το πωλούσαν μέσα σε μεγάλους κάδους.


Εκεί, λοιπόν, στη Σωκράτους 25, το 1928 ο Αλέξανδρος Πίττας, χιώτικης καταγωγής ­ ο πατέρας του διατηρούσε λίγα χρόνια πριν κατάστημα με προϊόντα ντελικατέσεν πλησίον της πλατείας Συντάγματος και διετέλεσε προμηθευτής της βασιλικής αυλής ­ μεταφέρθηκε από ένα υπόγειο της οδού Σοφοκλέους και άνοιξε ένα μικρό κατάστημα τροφίμων όπου εκτός από τα «εδώδιμα» και τα «ιχθυηρά» πωλούσε και μέλι. Αυτό το μικρό μαγαζί είναι η προγονή επιχειρηματική μορφή της σημερινής βιομηχανίας Α Πίττας ΑΕΒΕ Μελισσοκομική Εταιρεία.


* Κλειδί η τυποποίηση


Παίρνοντας μαζί του λίγα χρόνια αργότερα και τον μικρότερο αδελφό του, Παναγιώτη, εγκατέλειψε την πώληση όλων των άλλων προϊόντων και ασχολήθηκε με το μέλι, το οποίο από την πρώτη στιγμή τυποποίησε σε μικρές συσκευασίες. Το συσκευασμένο μέλι των αδελφών Πίττα από την πρώτη κιόλας περίοδο πήρε την επωνυμία Αττική, και ο λόγος είναι απλός: συλλέγονταν από αυτή την περιοχή. Και ήταν θυμαρίσιο. Αγόραζαν από τους μελισσοκόμους της Αττικής θυμαρίσιο μέλι διαφόρων γεύσεων, από την ανάμειξή τους προέκυπτε μια νέα γεύση, την οποία προσπαθούσαν να κρατούν σταθερή. Ηταν τέτοιο το μεράκι για το μέλι που είχαν τα δύο αδέλφια, που αμέσως σχεδόν στρέφονται στις εξαγωγές. Το 1932 ταξιδεύουν στο Λονδίνο και βραβεύονται με χρυσό μετάλλιο από την έκθεση των τροφίμων και το 1937 λαμβάνουν τιμητική διάκριση σε αντίστοιχη έκθεση του Παρισιού.


* Ο πόλεμος και η κατοχή


Δεν άργησε όμως να έλθει ο πόλεμος και η κατοχή. Η μικρή επιχείρηση με το συσκευαστήριο ατόνησε και ουσιαστικά έπαψε να λειτουργεί. Με το τέλος της κατοχής η επιχείρηση «ξαναστήνεται στα πόδια της», βρίσκονται και πάλι οι τοπικοί χονδρέμποροι, ενώ το δίκτυό της επεκτείνεται ακόμη περισσότερο και με το περίφημο «σχέδιο Μάρσαλ» έκαναν τελικά το μεγάλο βήμα. Η Μελισσοκομική Εταιρεία Αφών Πίττα ΟΕ αποκτά τις πρώτες βιομηχανικές εγκαταστάσεις της. Και το 1949 μεταφέρονται από την οδό Σωκράτους στο Περιστέρι. Εκείνη την εποχή έφθασαν να απασχολούν 30 εργαζόμενους. Η δεκαετία του ’50 αλλά και η επόμενη είναι δική τους. Το μέλι Αττική γνωρίζει ισχυρή διαφημιστική προβολή, δημιουργούνται νέες συσκευασίες, το δίκτυο της εταιρείας απλώνεται σε όλη σχεδόν την Ελλάδα και ανοίγουν νέες αγορές στο εξωτερικό. Η ανάπτυξη αυτή είναι και ένας από τους σημαντικότερους παράγοντες που αυτή την περίοδο αναπτύσσεται η μελισσοκομία στη χώρα μας. Οι αγορές των ΗΠΑ, του Καναδά, της Αυστραλίας αλλά και της Αφρικής, αρχίζουν να γνωρίζουν το ελληνικό μέλι. Στη Νιγηρία, διηγείται ο κ. Γ. Πίττας, δεύτερης γενιάς επιχειρηματίας και διευθύνων σύμβουλος σήμερα της επιχείρησης, «εμείς συνεργαζόμασταν με τον οίκο Λεβέντη στη Νιγηρία προτού αυτός δραστηριοποιηθεί στην ελληνική αγορά». Το Καμερούν είναι μια άλλη αγορά στην οποία τοποθετήθηκε το μέλι των αδελφών Πίττα, συνεργαζόμενοι εκεί με την Paterson Zchonis. Με την Βόρεια όμως Αφρική οι σχέσεις της εταιρείας ήταν εξαιρετικά στενές. Ο Λίβανος, η Συρία και η Αίγυπτος ήταν μερικές από τις καλύτερες αγορές της. Στην τελευταία μάλιστα για ένα διάστημα μερικών χρόνων, πριν από την άνοδο του Νάσερ, είχε δημιουργήσει και νέο συσκευαστήριο. Συνολικά πάντως αυτή την περίοδο απορροφά και συσκευάζει περί τους 300 τόνους μελιού και το 10% περίπου διακινείται στις ξένες αγορές. Η ζήτηση στην ελληνική αγορά αρχίζει και γίνεται επώνυμη, ενώ το δίκτυο των μπακάλικων της Αθήνας ­ που τότε δέσποζαν στο λιανεμπόριο ­ παρακολουθούν προσωπικά τα δύο αδέλφια. Στόχος της επιχείρησης της εποχής εκείνης ήταν όπως έλεγε ο Αλέξανδρος Πίττας «μία κουταλιά μέλι να τρώει ο κάθε Ελληνας και δεν θέλουμε τίποτε άλλο». Στη δεκαετία του ’50 η εταιρεία βγάζει και ένα νέο προϊόν, το μέλι με την επωνυμία Φίνο, μόνο που είναι πευκόμελο και ως εκ τούτου αρκετά φθηνότερο. Την ίδια εποχή ο Στ. Τζινιέρης στην έκδοσή του με τίτλο «Ιδρύματα και Επιχειρήσεις που την Τιμούν την Ελλάδα» έγραφε «Το μέλι με τα σήματα Αττική και Φίνο που κυκλοφορεί εις όλην την Ελλάδα, κατέχει τα σκήπτρα, αντιπροσωπεύον το 70% της όλης καταναλώσεως. Τοιαύτη δε είναι η συμβολή της Μελισσοκομικής Εταιρείας Αττική Α/φών Πίττα εις την ανάπτυξιν της μελισσοτροφίας εν Ελλάδι, ώστε σήμερα να αποζούν από την μελισσοτροφίαν 20.000 και άνω οικογένειαι».


* Η κρίσιμη καμπή


Στα τέλη μάλιστα της δεκαετίας του ’60 η εταιρεία απορροφά και συσκευάζει περί τους 600 τόνους μελιού. Τότε όμως η επιχείρηση βρίσκεται στη μεγαλύτερη ίσως καμπή της ιστορίας της. Το 1967 ο Παναγιώτης Πίττας πεθαίνει και πέντε χρόνια αργότερα ο αδελφός του Αλέξανδρος. Επίσης, στο ίδιο διάστημα αποχωρούν δύο εκ των στελεχών της και ιδρύουν ανταγωνιστική επιχείρηση. Τότε, λοιπόν, το βάρος πέφτει στα δύο παιδιά του Παναγιώτη Πίττα, τον Γεώργιο και την αδελφή του Αλεξάνδρα. Πρόκειται για τους σημερινούς διευθύνοντες συμβούλους. Η εταιρεία αυτό το διάστημα από ΟΕ μετατρέπεται σε ατομική και ακολούθως σε ΕΠΕ ως και το 1980 που αλλάζει νομική μορφή και γίνεται ανώνυμη εταιρεία.


Η δεκαετία του ’70 κύλησε χωρίς κάποια ιδιαίτερη εξέλιξη, αφού τα «νέα αφεντικά» ακολούθησαν όπως ήταν φυσικό μια «αμυντική πολιτική». Ωστόσο στις αρχές της δεκαετίας του ’70 η εταιρεία αναγκάζεται από τα πράγματα ­ έκανε για μερικά χρόνια σοβαρές εξαγωγές χύμα μελιού στη Γερμανία ­ να υιοθετήσει τον ποιοτικό έλεγχο του προϊόντος.


Τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του ’80 δεν είναι καθόλου εύκολα. Αίφνης η επιχείρηση απέκτησε μια προνομιακή ανταγωνίστρια, την συνεταιριστική Μελισσοκομική, η οποία έχοντας τη σοβαρή χρηματοδότηση από την ΑΤΕ συγκεντρώνει το μεγαλύτερο μέρος της πρώτης ύλης ανεβάζοντας την τιμή του παραγωγού. Ετσι η Πίττας ΑΕ οδηγήθηκε στην κατάσταση να διαθέτει μέλι μόνο 9-10 μήνες τον χρόνο ­ στη διάρκεια των άλλων δύο-τριών μηνών το εργοστάσιο δεν λειτουργούσε. Το 1986 μάλιστα η Μελισσοκομική πήρε δάνειο ενός δισεκατομμυρίου και συγκέντρωσε το μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής, που όμως δεν κατόρθωσε να διακινήσει. Από εκεί άρχισαν και τα προβλήματά της με αποτέλεσμα να χρεοκοπήσει και σήμερα να βρίσκεται σε καθεστώς εκκαθάρισης από την ΑΤΕ.


* Εξαγωγικές προτεραιότητες


Σήμερα η εταιρεία, έχοντας επαναβεβαιώσει τον κυρίαρχο ρόλο της στην αγορά, απορροφά και συσκευάζει περί τους 1.800 τόνους από τους 6.000 της ελληνικής παραγωγής, επεκτείνεται σε νέα προϊόντα και νέες αγορές ­ προσφάτως παρήγαγε χαλβά με μέλι, ενώ αξιοποιεί τη στροφή αρκετών βιομηχανιών ειδών διατροφής που χρησιμοποιούν το μέλι ως πρώτη ύλη. Και συνεργάζεται με 3.000 μελισσοκόμους από όλη την Ελλάδα. Το 1999 οι πωλήσεις της ανήλθαν στα 3,9 δισ. δρχ., έναντι 3,745 δισ. δρχ. του 1998, και τα κέρδη της είναι περισσότερα από 300 εκατ. δρχ. Το 70% του όγκου των προϊόντων της διακινείται πλέον μέσω των σουπερμάρκετ, ενώ το 7% εξάγεται σε παρά πολλές χώρες.


Τώρα πλέον η εταιρεία ­ στην οποία πρόεδρος παραμένει η κυρία Ελένη Πίττα, σύζυγος του Αλέξανδρου ­ σχεδιάζει το νέο πενταετές αναπτυξιακό πρόγραμμά της και εξετάζει πλέον σοβαρά την προοπτική της χειραφέτησής της από οικογενειακή σε πολυμετοχική με την εισαγωγή των μετοχών της στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών, 82 χρόνια από την ίδρυσή της…