ΤΟ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ Πολιτισμού φαίνεται ότι ακολουθεί πιστά τις παραδόσεις και τα έθιμα που θέλουν τον αρραβώνα να προηγείται του γάμου και να αποτελεί την καλύτερη δοκιμή για την αντοχή των μελλονύμφων. Ο υπουργός Πολιτισμού κ. Ευάγγελος Βενιζέλος ανακοίνωσε την περασμένη Πέμπτη έναν ιδιότυπο «αρραβώνα»: η Συλλογή Κωστάκη θα φιλοξενηθεί, έναντι ενοικίου, για 12 μήνες στη Θεσσαλονίκη ­ σε χώρο της αναπαλαιωμένης Μονής Λαζαριστών στη δυτική πλευρά της πόλης.


Ο «αρραβώνας» ­ χαρακτηρισμός που δόθηκε από τον ίδιο τον κ. Βενιζέλο ­ εντάσσεται στην τακτική τής «βήμα προς βήμα» προσέγγισης των δύο ενδιαφερόμενων πλευρών ­ υπουργείο Οικονομικών από τη μια πλευρά, ιδιοκτήτες της Συλλογής από την άλλη ­ προκειμένου να φθάσουν στην τελική συμφωνία τους. Αλλωστε την τακτική αυτή είχε προδιαγράψει ο υπουργός Πολιτισμού με αποκλειστική συνέντευξή του προς «Το Βήμα» την περασμένη Κυριακή (11 Ιανουαρίου 1998).


Οι δύο πλευρές, επιβεβαιώνοντας για μία ακόμη φορά την πρόθεσή τους να «έλθουν εις γάμου κοινωνίαν», υπέγραψαν μια συμφωνία, το περιεχόμενο της οποίας είναι το εξής:


­ Η Συλλογή Κωστάκη μεταφέρεται, αποθηκεύεται και φυλάσσεται στην Ελλάδα (η Συλλογή σήμερα βρίσκεται αποθηκευμένη στην Κολωνία).


­ Οι δύο σημερινοί ιδιοκτήτες της Συλλογής, δηλαδή η οικογένεια Κωστάκη και το trust με την επωνυμία Art Co., αναλαμβάνουν την υποχρέωση για ένα χρόνο να μη μεταβάλουν τη σύνθεσή της, όπως αυτή καταγράφεται σε ειδικό παράρτημα που συνοδεύει το κείμενο της συμφωνίας.


­ Το υπουργείο Πολιτισμού κατά τη διάρκεια του χρόνου καταβάλλει τη δαπάνη ασφάλισης και φύλαξης της Συλλογής (100.000 δολάρια, ήτοι 28,5 εκατ. δρχ. περίπου).


­ Επιπλέον, το υπουργείο αποκτά το δικαίωμα να οργανώνει εκθέσεις, μέχρι 80 έργων κάθε φορά, στη χώρα μας.


­ Η Art Co. ως αντίτιμο για την παροχή αυτών των δικαιωμάτων δέχθηκε να εισπράξει 430 εκατ. δρχ.. Αν οι διαπραγματεύσεις που συνεχίζουν οι δύο πλευρές δεν ευοδωθούν, τότε η Συλλογή θα επιστραφεί στους ιδιοκτήτες της και το trust θα επιστρέψει το ποσό των 430 εκατ. δρχ..


Ο υπουργός Πολιτισμού κ. Βενιζέλος, με αφορμή την ανακοίνωση αυτής της ενδιάμεσης συμφωνίας που φέρνει τη Συλλογή στην Ελλάδα, δήλωσε ότι θεωρεί προσφορότερο χώρο για τη φιλοξενία τις αίθουσες της αναπαλαιωμένης Μονής Λαζαριστών ώσπου να ολοκληρωθεί η υποδομή του Κρατικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης Θεσσαλονίκης, που θα έχει την έδρα του στο αναπαλαιωμένο βιομηχανικό συγκρότημα της Υφανέτ. Η απόφαση αυτή, όπως είπε ο κ. Βενιζέλος, έγινε δεκτή από την κυρία Αλίκη Κωστάκη, κόρη του συλλέκτη και ιδιοκτήτρια κατά ένα μέρος της Συλλογής. Επιπλέον, η κυρία Κωστάκη έκανε αποδεκτή και την τιμητική προς το πρόσωπό της πρόταση του κ. Βενιζέλου να ορισθεί ως μέλος του διοικητικού συμβουλίου του νέου μουσείου της Θεσσαλονίκης.


Με αυτές τις εξελίξεις η Συλλογή Κωστάκη ­ που περιλαμβάνει έργα ζωγραφικής και ντοκουμέντα της περίφημης ρωσικής αβάν γκαρντ των τριών πρώτων δεκαετιών του 20ού αιώνα ­ θα λειτουργήσει, με το κύρος και τη φήμη της, ως πυρήνας στη δημιουργία των απαραίτητων προϋποθέσεων για την ένταξη της χώρας μας σε ένα σύστημα διεθνών ανταλλαγών μεταξύ μουσείων.


Αν και η πρωτοβουλία του υπουργείου Πολιτισμού για την απόκτηση της Συλλογής είχε καθολική, θετική ανταπόκριση και υποδοχή στον χώρο των εικαστικών τεχνών, εν τούτοις υπήρξαν αντιδράσεις ­ χαρακτηριστικό παράδειγμα η επιστολή του κ. Αλέξανδρου Ξύδη και άλλων 20 προσωπικοτήτων του ακαδημαϊκού και εικαστικού χώρου ­ για την επιλογή του τόπου εγκατάστασης της Συλλογής. Το βασικό επιχείρημα της αντίθεσής τους στη μεταφορά της Συλλογής στη Θεσσαλονίκη και υπέρ της εγκατάστασής της στην Αθήνα είναι το εξής: «Στην Αθήνα (…) πληρούνται οι αυτονόητες δημογραφικές, οικονομικές και επικοινωνιακές προϋποθέσεις για την αξιοποίησή της».


Ο κ. Βενιζέλος σε επιστολή – απάντηση εκείνης του κ. Ξύδη αντικρούει το προβαλλόμενο επιχείρημα και επισημαίνει τα εξής: «Στην Αθήνα υπάρχει η συγκέντρωση των μεγάλων ιδιωτικών συλλογών. Στην Αθήνα ετοιμάζονται ιδιωτικά μουσεία ή ιδιωτικοί μεγάλοι εκθεσιακοί χώροι σύγχρονης τέχνης. Η διαφορά ως προς το εικαστικό δυναμικό και το συγκεντρωμένο κεφάλαιο μεταξύ αφενός της Αθήνας, αφετέρου δε της Θεσσαλονίκης και όλης της ελληνικής περιφέρειας είναι συντριπτική υπέρ της πρώτης. Πρέπει λοιπόν να ενισχυθεί με κρατική παρέμβαση ο αρχικός πυρήνας του Κρατικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης (σ.σ.: της Θεσσαλονίκης) και θα ενισχυθεί με πολλούς τρόπους και ο αρχικός πυρήνας του Εθνικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης (σ.σ.: της Αθήνας). Ακόμη όμως και αν προηγηθεί σε κάτι μία πόλη, αυτό δεν είναι κακό. Κανένας υδροκεφαλισμός (ούτε ο εικαστικός) δεν είναι καλός».