O ι οικονομικοί αναλυτές έλεγαν παλαιότερα ότι «οικονομική επιβράδυνση υπάρχει όταν ο γείτονάς σου μένει άνεργος, ύφεση όταν εσύ μένεις άνεργος και κραχ όταν οι οικονομολόγοι μένουν άνεργοι». Υπ΄ αυτή την έννοια λοιπόν κραχ δεν υφίσταται στην Ευρώπη, αφού αν υπάρχουν κάποιοι που τα τελευταία εικοσιτετράωρα εργάζονται νυχθημερόν είναι οι παντός είδους οικονομολόγοι και αναλυτές των υπουργείων, των τραπεζών, των ασφαλειών και των οργανισμών. Στη Βρετανία πάντως το City ήδη θρηνεί τη διάλυση μιας ακόμη τράπεζας, της Βradford&Βingley. Στο Βέλγιο κατέρρευσε η μεγαλύτερη τράπεζα της χώρας, η Fortis, της οποίας η μετοχή έχασε χθες, όπως και την Παρασκευή, 20%. Στη Γερμανία το κράτος «έσπρωξε» 35 δισ. ευρώ για να σώσει τη ΗypoRealΕstate, τη μεγαλύτερη στον χώρο της γερμανικής στεγαστικής πίστης και μία από τις 30 σημαντικότερες στο χρηματιστήριο της Φραγκφούρτης. Στη Γαλλία όλων τα βλέμματα, κυρίως δε των πέντε εκατομμυρίων πελατών της, είναι πλέον στραμμένα στην Dexia, της οποίας η μετοχή έχασε χθες το ένα τρίτο της αξίας της, βαδίζοντας στον δρόμο της Fortis.

Η περίπτωση της Fortis αποτελεί ασφαλώς το σημαντικότερο σύμπτωμα της κρίσης στην Ευρώπη, αφού πρόκειται για την πρώτη σε μέγεθος τράπεζα του Βελγίου (με 85.000 υπαλλήλους και περίπου 1 τρισ. ευρώ καταθέσεις) και τον έκτο κατά σειρά ασφαλιστικό οργανισμό στη Γηραιά Ηπειρο. Το βελγικό κράτος δεν μπορούσε να την αφήσει να καταρρεύσει αφού οι «παράπλευρες απώλειες» από την πτώχευσή της θα ήταν πελώριες. «Τoo big to fail» λένε γι΄ αυτές τις περιπτώσεις οι Αμερικανοί (πολύ μεγάλη για να πτωχεύσει).

Συνεπώς το γεγονός της έκτακτης συνεύρεσης το Σαββατοκύριακο στις Βρυξέλλες των πρωθυπουργών, των υπουργών Οικονομίας, των διοικητών των κεντρικών τραπεζών του Βελγίου, της Ολλανδίας και του Λουξεμβούργου, καθώς και του προέδρου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας κ. Ζαν-Κλον Τρισέ ουδόλως εξέπληξε όσους γνώριζαν την κρισιμότητα της κατάστασης. Οι ανωτέρω παράγοντες, αφού εξέτασαν αν υπήρχε κάποιος ιδιώτης ενδιαφερόμενος να την αγοράσεικαι διεπίστωσαν ότι δεν υπάρχει- κατέληξαν πως η μόνη λύση που υπήρχε ήταν η προσφυγή σε μια διαδικασία μάλλον ξεχασμένη στην ΕΕ: στην κρατικοποίηση. Οπερ και εγένετο, αντί 11,2 δισ. ευρώ, τα οποία οι τρεις χώρες αποφάσισαν να εκταμιεύσουν.

Από πλευράς Κοινοτικού Δικαίου η εν λόγω διαδικασία δεν είναι απολύτως συμβατή προς τους κανόνες για τις κρατικές ενισχύσεις και τον ανόθευτο ανταγωνισμό στην Ευρώπη. Ωστόσο στην παρούσα φάση οι πάντες φαίνεται να συμφωνούν ότι όλα αυτά είναι «ψιλά γράμματα». Το γεγονός ωστόσο ότι στις ΗΠΑ από νομικής απόψεως οι ομοσπονδιακές αρχές έχουν σημαντικότερα περιθώρια παρέμβασης στο τραπεζικό σύστημα προβληματίζει ήδη πολλούς στις κοινοτικές πρωτεύουσες που θεωρούν το ευρωπαϊκό νομικό πλαίσιο παρωχημένο. Κυρίως δε όσον αφορά την εποπτεία των τραπεζικών ιδρυμάτων, αλλά και των οργανισμών αξιολόγησης της σταθερότητάς τους.