Τα αποτελέσματα της Ιnterphone, της μεγαλύτερης επιδημιολογικής μελέτης διεθνούς κλίμακας για την πιθανή επιρροή των κινητών τηλεφώνων στον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου, αναμένεται να δημοσιοποιηθούν το φθινόπωρο. Η καθυστέρηση της ανακοίνωσης των πολυαναμενόμενων συμπερασμάτων των επιστημόνων οφείλεται σε συμπληρωματικές αναλύσεις που γίνονται για τον περιορισμό των τάσεων και των αποκλίσεων των δεκάδων επιστημονικών ερμηνειών. Για τον λόγο αυτόν άλλωστε δεν αποκλείεται τα αποτελέσματα να μην ανταποκρίνονται επαρκώς στο μέγεθος της επικινδυνότητας που πηγάζει από τη χρήση κινητού.

Η έρευνα ξεκίνησε το 2000 από το Διεθνές Κέντρο Ερευνας για τον Καρκίνο (CΙRC) σε συνεργασία με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ). Πρωταρχικός στόχος της ήταν να εξακριβώσει αν η ακτινοβολία που εκπέμπουν τα κινητά τηλέφωνα είναι τελικά καρκινογενής και σε δεύτερη φάση να προσδιορίσει τον κίνδυνο που αντιμετωπίζουν οι χρήστες τους.

Η Ιnterphone συγκεντρώνει τα στοιχεία τρεχουσών μελετών, διάρκειας από τριών ως πέντε ετών, που πραγματοποιούνται σε 13 διαφορετικές χώρες: τη Γερμανία, την Αυστραλία, τον Καναδά, τη Δανία, τη Φινλανδία, τη Γαλλία, το Ισραήλ, την Ιταλία, την Ιαπωνία, τη Νέα Ζηλανδία, τη Νορβηγία, τη Βρετανία και τη Σουηδία. Οταν η όλη επιστημονική κινητοποίηση βρισκόταν ακόμη στο ξεκίνημα, υπεύθυνη για τον διεθνή συντονισμό της στο CΙRC ήταν η καθηγήτρια Ελίζαμπεθ Κάρντις, η οποία τώρα είναι επικεφαλής μιας ομάδας του Κέντρου Επιδημιολογικής Περιβαλλοντικής Ερευνας Creal στη Βαρκελώνη. Οι ειδικοί συνέκριναν την επίδραση του κινητού σε χρήστες με διαφορετικούς τύπους όγκων (2.600 περιπτώσεις γλοιώματος, 2.300 μηνιγγιώματος, 1.100 νευρονιώματος του ακουστικού νεύρου, 400 όγκων της παρωτίδας), ηλικίας από 30 ως 59 ετών, όπως επίσης και σε άτομα που δεν είχαν εμφανίσει οποιοδήποτε ίχνος καρκίνου. Σε άτομα που έκαναν υπερβολική χρήση του κινητού τους τηλεφώνου κατά την τελευταία δεκαετία κάποιες έρευνες εντόπισαν μεγαλύτερο αριθμό καρκινικών όγκων, ωστόσο τα συγκεκριμένα ευρήματα δεν θεωρούνται πάντα σημαντικά από στατιστικής απόψεως.

«Η καθυστέρηση της ανακοίνωσης των αποτελεσμάτων της έρευνας οφείλεται στις δυσκολίες της ερμηνείας» υποστηρίζει η Κάρντις. Οι συμπληρωματικές μελέτες έγιναν συγκεκριμένα για την εκτίμηση των επιπέδων της ακτινοβολίας που απορροφά ο οργανισμός των χρηστών κινητών τηλεφώνων.

Η Μαρτίν Ουρς, από την άλλη, υπεύθυνη του γαλλικού μέρους της Ιnterphone, δήλωσε πρόσφατα στο γαλλικό περιοδικό «L΄ Εxpress»: «Οσο περνά ο καιρός τόσο φουντώνει η φήμη γύρω από το θέμα ότι “οι πληροφορίες δεν βγαίνουν προς τα έξω γιατί τα συμπεράσματα των ερευνητών είναι ιδιαίτερα ανησυχητικά και δέχονται πιέσεις έτσι ώστε να μην πουν τελικά τίποτα”.Στην πραγματικότητα δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο!». Επικαλούμενη τη διάσταση των απόψεων η Ελίζαμπεθ Κάρντις επιβεβαιώνει ότι οι υπεύθυνοι της έρευνας χωρίζονται σε τρεις ομάδες: σε εκείνους που ισχυρίζονται ότι η αύξηση του αριθμού των περιπτώσεων των χρηστών με καρκινικούς όγκους δεν οφείλεται στην επικινδυνότητα των κινητών αλλά στις στατιστικές τάσεις, σε εκείνους που εκτιμούν ότι πράγματι οφείλεται στη βλαβερή επίδραση της ακτινοβολίας των συσκευών και σε αυτούς που θεωρούν ότι είναι αδύνατον να καταλήξουν σε κάποιο συμπέρασμα είτε με τη μία είτε με την άλλη έννοια.