Η οικονομική και η κοινωνική ανισότητα υποβαθμίζουν το επίπεδο της υγείας των ομάδων του πληθυσμού που βρίσκονται «εκτός οικονομίας και κοινωνίας»

Η εξελισσόμενη διεθνής οικονομική κρίση, με απροσδιόριστο μέγεθος και διάρκεια, αποκτά στην Ελλάδα και μία ακόμη πτυχή, με ιδιαίτερα ανησυχητικές διαστάσεις. Ανεξάρτητα από τις επιπτώσεις της ακρίβειας και του υπερδανεισμού που σε συνθήκες πληθωρισμού και αύξησης επιτοκίων συμπιέζουν το οικογενειακό εισόδημα, οι Ελληνες αντιμετωπίζουν και το ενδεχόμενο της επιδείνωσης της υγείας τους και, οπωσδήποτε, της αδυναμίας πρόσβασης στις υπηρεσίες Υγείας για οικονομικούς λόγους. Ο λόγος είναι ότι μέσος Ελληνας σήμερα βιώνει την επιδείνωση της οικονομικής ανισότητας σε συνθήκες εντεινόμενης ιδιωτικοποίησης του συστήματος Υγείας.

Η διεθνής βιβλιογραφία ασχολείται τελευταία με τη σχέση «ανισότητα- κατάσταση υγείας». Πέρα από τη γνωστή σχέση φτώχειας και χαμηλού επιπέδου υγείας που συναντούμε κυρίως σε φτωχές χώρες, όλο και περισσότερο αποδεικνύεται ότι η οικονομική και η κοινωνική ανισότητα υποβαθμίζουν το επίπεδο της υγείας των ομάδων του πληθυσμού που βρίσκονται «εκτός οικονομίας και κοινωνίας». Η υιοθέτηση ανθυγιεινών τρόπων ζωής, η τάση «εγκατάλειψης» και παραίτησης από την ελπίδα, δηλαδή φαινόμενα που συνδέονται με τις οικονομικές ανισότητες και όχι με το μέσο εισόδημα, αποτελούν τους σημαντικότερους κινδύνους για την υγεία μεγάλων τμημάτων του πληθυσμού. Ασθένειες-«δολοφόνοι» όπως η υπέρταση, τα καρδιοαγγειακά νοσήματα, ο καρκίνος και η κατάθλιψη σχετίζονται με την παχυσαρκία, το κάπνισμα, την κατάχρηση αλκοόλ και άλλων ουσιών που παρουσιάζουν μεγάλη έξαρση στα άτομα τα οποία, θεωρώντας ότι βρίσκονται σε κατάσταση οριστικής και βαθιάς φτώχειας, εγκαταλείπουν τον εαυτό τους. Τέτοια φαινόμενα έχουν παρατηρηθεί και σε χώρες με υψηλό μέσο κατά κεφαλήν εισόδημα αλλά έντονα φαινόμενα ανισότητας, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα τις ΗΠΑ. Τα νοσήματα αυτά και τα φαινόμενα που τα προκαλούν αρχίζουν να γνωρίζουν έξαρση στη χώρα μας και έχουν ήδη επιδεινώσει το επίπεδο υγείας του πληθυσμού. Σε ένα τέτοιο περιβάλλον η λειτουργία ενός συστήματος Υγείας με αναδιανεμητικά χαρακτηριστικά, καθολική δημόσια κάλυψη και προσήλωση στις αρχές της δημόσιας υγείας αποτελεί τη μοναδική «άμυνα». Ακόμη και όταν το άτομο «αφεθεί» στην απελπισία, ένα αποτελεσματικό δημόσιο (δωρεάν) σύστημα Υγείας μπορεί να το «σώσει». Δυστυχώς, όπως στις ΗΠΑ και στο Μεξικό, έτσι τώρα και στην Ελλάδα η εισοδηματική ανισότητα και η εντεινόμενη φτώχεια παρατηρούνται ταυτόχρονα με την ανυπαρξία ή την αποτυχία του δημοσίου συστήματος Υγείας. Η προϊούσα ιδιωτικοποίηση του συστήματος Υγείας, με τις υψηλές ιδιωτικές πληρωμές και την απαξίωση του δημοσίου συστήματος παροχής υπηρεσιών και δημόσιας υγείας αποτελούν παράγοντες κινδύνου οι οποίοι θα εξακολουθούν να υπάρχουν στην Ελλάδα ακόμη και όταν η οικονομία ανακάμψει. Η επάνοδος σε υψηλούς ρυθμούς μεγέθυνσης του ΑΕΠ, αν και όταν επιτευχθεί, δεν αποτελεί εγγύηση για την αναστροφή της πτωτικής πορείας των δεικτών υγείας αν δεν αντιμετωπισθούν οι δύο κύριες «πληγές», δηλαδή η οικονομική ανισότητα και η λειτουργία ενός αξιόπιστου δημοσίου συστήματος Υγείας.

Ο κ. Λ. Λιαρόπουλος είναι καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών.