▅ Σε σχέση με τις προηγούμενες χρονιές οι περισσότεροι πολιτικοί δεν εμφανίζουν αξιοσημείωτες μεταβολές στην περιουσία ή στα εισοδήματά τους

▅ Ενδιαφέρον παρουσιάζει η στροφή κυβερνητικών στελεχών προς τις αγορές ακινήτων, καθώς και η οικονομική άνεση πολλών νέων βουλευτών

▅ Αν και αποτελούν μειονότητα, δεν λείπουν οι βουλευτές που εμφανίζονται φτωχοί, ωστόσο η πλειονότητα αποτελείται από «έχοντες και κατέχοντες»

Με κενά, αρκετές ελλείψεις και ακόμη περισσότερες παραλείψεις δημοσιοποιήθηκαν χθες, με καθυστέρηση ενός και πλέον έτους, οι δηλώσεις περιουσιακής κατάστασης των νυν και πρώην βουλευτών για το οικονομικό έτος 2006, οι οποίες μόνον κατ΄ ευφημισμόν μπορούν να αποκληθούν «πόθεν έσχες». Και αυτό καθώς για μία ακόμη φορά αποδεικνύεται ότι στις δηλώσεις με τα εισοδήματα και την περιουσιακή τους κατάσταση που υποβάλλουν κατ΄ έτος τα μέλη του Κοινοβουλίου, για να καλύψουν την εκ νόμου υποχρέωσή τους σε έναν θεσμό που ξεκίνησε το 1964, περιορίζονται να παραθέσουν το τι «έσχον», αλλά όχι το «πόθεν».

Είναι χαρακτηριστικό ότι στις περισσότερες περιπτώσεις αγοραπωλησιών ακινήτων τα αναγραφόμενα τιμήματα θυμίζουν «ευκαιρίες πρώτης τάξεως», αφού αναφέρονται απλώς οι λεγόμενες «αντικειμενικές αξίες», οι οποίες απέχουν πολύ από τις πραγματικές, ενώ δεν λείπουν και οι δηλώσεις- ακόμη και υπουργών- στις οποίες αποφεύγεται η αναφορά στο τίμημα. Η τελευταία αυτή παράλειψη προκαλεί ιδιαίτερη έκπληξη, καθώς η δημοσιοποίηση των δηλώσεων, οι οποίες υπεβλήθησαν τον Ιούνιο του 2007 για τους παλαιούς και τον περασμένο Οκτώβριο για τους νεοεκλεγέντες, καθυστέρησε, εφόσον έπρεπε να μεσολαβήσει έλεγχος από (πολυπληθή) ομάδα ορκωτών λογιστών που πλαισιώνει τη διακομματική Επιτροπή της Βουλής, στην οποία συμμετέχουν και ανώτεροι δικαστικοί.

Σε σχετική μάλιστα ανακοίνωση που εξέδωσε ο πρόεδρος της εν λόγω Επιτροπής Ελέγχου, αντιπρόεδρος της Βουλής κ. Αν.Νεράντζης, αναφέρεται ότι «οι ορκωτοί ελεγκτές λογιστές εξέτασαν λεπτομερώς τα στοιχεία των δηλώσεων και των αντίστοιχων δικαιολογητικών (Ε1,Ε9, συμβόλαια ακινήτων) και δεν διαπίστωσαν παραβάσεις της νομοθεσίας» , αν και οι παραλείψεις σε αρκετές δηλώσεις είναι οφθαλμοφανείς. Επιπλέον η Επιτροπή «εξέτασε,ως εκ περισσού», όπως αναφέρει, τις δηλώσεις του Πρωθυπουργού, του Προέδρου της Βουλής, των μελών της κυβέρνησης, καθώς και «δειγματοληπτικώς τις δηλώσεις των 2/3 σχεδόν του όλου αριθμού των υποχρέων», οι οποίοι φθάνουν τους 587, αφού, πλην των ενεργεία και πρώην βουλευτών και ευρωβουλευτών, δηλώσεις υποβάλλουν και οι υπεύθυνοι οικονομικών των κομμάτων.

Σε ό,τι αφορά την ουσία πάντως τα – έστω και με εμφανή προχειρότητα, η οποία δεν αποκλείεται σε κάποιες περιπτώσεις να υποκρύπτει σκοπιμότητες- δηλούμενα από τους βουλευτές επιβεβαιώνουν την πραγματικότητα που θέλει τους πολιτικούς να διαθέτουν μεγαλύτερες περιουσίες και εισοδήματα από τον μέσο Ελληνα. Σε σχέση με τις προηγούμενες χρονιές οι περισσότεροι πολιτικοί δεν εμφανίζουν αξιοσημείωτες μεταβολές στην περιουσία ή στα εισοδήματά τους, αν εξαιρέσει κανείς τη στροφή μεγάλου αριθμού κυβερνητικών στελεχών προς τις αγορές ακινήτων και ίσως το γεγονός ότι αρκετοί από τους νεοεκλεγέντες εμφανίζονται με «γερά πορτοφόλια».

Σε κάθε περίπτωση το μεγάλο ποσοστό στο Κοινοβούλιο αποτελούν οι «έχοντες και κατέχοντες», οι οποίοι ωστόσο στην πλειονότητά τους εμφανίζονται να έχουν αποκτήσει τις περιουσίες τους προτού μπουν στην πολιτική, είτε από κληρονομιές και γονικές παροχές των ιδίων ή των συζύγων τους είτε από παλαιότερη επαγγελματική δραστηριότητα, καθώς την τελευταία τετραετία ίσχυε το επαγγελματικό ασυμβίβαστο, το οποίο καταργήθηκε προ μηνός.

Δεν λείπουν πάντως, αν και είναι σαφώς λιγότεροι, οι βουλευτές που εμφανίζονται φτωχοί και… ανέστιοι. Σαφώς πλουσιότεροι είναι οι ανήκοντες στην κυβερνητική παράταξη και λιγότερο τα στελέχη της αξιωματικής αντιπολίτευσης και των κομμάτων της Αριστεράς, χωρίς ωστόσο αυτό να είναι απόλυτο, καθώς παρατηρούνται, ένθεν κακείθεν, αρκετές εξαιρέσεις.