«Το έργο επαναλαμβάνεται και η διαμάχη έρχεται αργά, σχεδόν ανεπαίσθητα» έγραφε πριν από λίγες ημέρες το περιοδικό «Der Spiegel» για το ρήγμα μεταξύ της Ανγκελα Μέρκελ και του κυβερνητικού της εταίρου Χορστ Ζεεχόφερ. Οι τσακωμοί μεταξύ τους είναι συχνoί. Αυτή τη φορά όμως τα πράγματα είναι σοβαρά, καθώς δεν είναι μόνο η διάσταση των απόψεων που μοιάζει αγεφύρωτη, αλλά πλέον τίθεται ζήτημα πολιτικής επιβίωσης του συνασπισμού της γερμανίδας καγκελαρίου.
Η ευθεία αμφισβήτηση της Μέρκελ από τον βαυαρό Χριστιανοκοινωνιστή και υπουργό Εσωτερικών Χορστ Ζεεχόφερ με αφορμή το Μεταναστευτικό είναι η πρώτη μετά την προσφυγική κρίση του 2015, ενώ ήρθε μαζί με το τελεσίγραφo του τελευταίου, σύμφωνα με το οποίο μέσα σε λίγες ημέρες η Μέρκελ θα πρέπει να αποδεχθεί το σχέδιό του για άμεση επαναπροώθηση των προσφύγων που έχουν καταγραφεί σε άλλη ευρωπαϊκή χώρα. Η ίδια ζητεί πίστωση χρόνου, ως τη Σύνοδο της ερχόμενης εβδομάδας. Μια σανίδα σωτηρίας δηλαδή από τους ευρωπαίους εταίρους ώστε να βρεθεί συνολική μακροπρόθεσμη λύση σε επίπεδο ευρωπαϊκό, ο εταίρος της όμως την απειλεί διλημματικά: να προχωρήσει ή στην κατάθεση του νομοσχεδίου ή στην έκδοση υπουργικής απόφασης μονομερώς. Τα όσα διαδραματίζονται στο Βερολίνο προϊδεάζουν για ένα θερμό καλοκαίρι αλλά και ένα πικρό δίλημμα με το οποίο βρίσκεται αντιμέτωπη η γερμανίδα καγκελάριος: είτε θα πρέπει να υποκύψει στις αξιώσεις του ξενοφοβικού υπουργού της είτε θα αναγκαστεί να τον διώξει, οδηγώντας τη χώρα σε ακυβερνησία. Καθώς τα χρονικά περιθώρια στενεύουν, η Μέρκελ θα πρέπει να κάνει ένα «ξεκαθάρισμα», όπως το έθεταν οι «Financial Times», και να πάρει τα ρίσκα της, όμως οι βιαστικές κινήσεις δεν ήταν ποτέ το φόρτε της. Ούτε και επιλογή της.
Οσοι παρακολουθούν τη Μέρκελ και ξέρουν το πώς αντιλαμβάνεται και ασκεί την πολιτική τόσο για τα εσωτερικά όσο και για τα ευρωπαϊκά ζητήματα γνωρίζουν καλά ότι η συνήθης τακτική της είναι να αγοράζει χρόνο, ο οποίος σχεδόν πάντοτε λειτουργεί προς όφελός της. Αυτή τη φορά όμως τα δεδομένα δεν την ευνοούν καθόλου.

Η κάλπη της Βαυαρίας

Σε λίγους μήνες από σήμερα, τον Οκτώβριο συγκεκριμένα, στη Βαυαρία, η οποία αποτελεί πύλη εισόδου προσφύγων και μεταναστών στη χώρα, καθώς βρίσκεται στα νότια σύνορα, στήνονται κάλπες και οι Χριστιανοκοινωνιστές, οι οποίοι κυβερνούν σχεδόν αδιάλειπτα εδώ και πενήντα χρόνια, ανεμίζουν ψηλά τη σημαία της ξενοφοβίας. Προτεραιότητα, λένε, είναι η διασφάλιση των συνόρων, για την ακρίβεια των «κλειστών» συνόρων. Ο Ζεεχόφερ φαίνεται ανένδοτος επ’ αυτού, αλλά και ο πρωθυπουργός της περιοχής Μάρκους Ζέντερ, ο οποίος διαμηνύει σε όλους τους τόνους ότι «ο τουρισμός του ασύλου πρέπει να τελειώσει».
Οι δημοσκοπήσεις εξάλλου δεν είναι καθόλου ευνοϊκές για τους Χριστιανοκοινωνιστές, αφού το ακροδεξιό κόμμα Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) για πρώτη φορά στα χρονικά απειλεί την παντοδυναμία της απόλυτης πλειοψηφίας τους στην τοπική Βουλή.

Η πολιτική του Εσταυρωμένου

«Πόσο μακριά θα το πάνε οι Βαυαροί;» αναρωτιέται το «Foreign Policy» για το Μεταναστευτικό. Οπως φαίνεται, θα συνεχίσουν την πλειοδοσία λαϊκισμού για να αλιεύουν ψήφους από την Εναλλακτική για τη Γερμανία, η οποία δημοσκοπικά βρίσκεται στη δεύτερη θέση και δείχνει ότι ξεπερνά τα ποσοστά των Σοσιαλδημοκρατών.
Προ ημερών ο βαυαρός πρωθυπουργός Ζέντερ επέβλεψε την υιοθέτηση νόμου σύμφωνα με τον οποίο σε κάθε δημόσιο κτίριο θα πρέπει να τοποθετείται ο Εσταυρωμένος προκειμένου να διασφαλιστούν η ταυτότητα των Βαυαρών και τα χριστιανικά ήθη, και ήδη αυτό έχει αρχίσει να γίνεται πράξη. «Ο σταυρός είναι φυσικά ένα θρησκευτικό σύμβολο, αλλά υπάρχουν πολύ περισσότερα σε αυτό» είπε στη διάρκεια προεκλογικής του ομιλίας στην πόλη Ντέτελμπαχ, επιχειρώντας συγκεκαλυμμένα να περάσει το μήνυμα ότι οι πρόσφυγες απειλούν τις αξίες της χώρας.

Ανοίγουν παλιές πληγές

Η διαμάχη των δύο εταίρων ξεκίνησε από την εποχή της κορύφωσης της μεταναστευτικής κρίσης το 2015, με την επιλογή της Μέρκελ να ανοίξει τα σύνορα σε 1 εκατομμύριο πρόσφυγες.

Τα δύο αδελφά κόμματα CDU και CSU ήρθαν τότε σε σκληρή αντιπαράθεση, η οποία δεν σταμάτησε ποτέ.
Στην πραγματικότητα διήρκεσε ως την ημέρα των βουλευτικών εκλογών και για πολλούς ήταν αυτή η πολιτική των ανοιχτών θυρών που εξασφάλισε την τρίτη θέση και ένα 12,6% στο ακροδεξιό AfD βάζοντάς το στη Βουλή. Σήμερα το οικοδόμημα τρίζει. «Δεν μπορώ να συνεργαστώ άλλο με αυτή τη γυναίκα» φέρεται να είπε ο Ζεεχόφερ για τη Μέρκελ, σύμφωνα με «διαρροή» – όχι και τόσο τυχαία – σε ένα συντηρητικό Μέσο και όπως σχολιάζουν αναλυτές η κατάσταση μοιάζει αδιέξοδη.
Θα παραμείνει ο Ζεεχόφερ υπουργός εάν εξακολουθήσει να την αμφισβητεί; Θα μπορέσει η ίδια να συνεχίσει να κυβερνά όταν ανοιχτά πλέον αμφισβητείται η εξουσία της; Και, κυρίως, όταν πλέον οι συντηρητικοί σύμμαχοί της της γυρίζουν την πλάτη; Αν ναι, θα καταφέρει να πνίξει την επανάσταση μια για πάντα;
Και αν όχι; Αν οι Χριστιανοκοινωνιστές αποχωρήσουν από την κυβέρνηση, η Μέρκελ χάνει την πλειοψηφία στην Μπούντενσταγκ και η χώρα θα πάει πιθανότατα εκ νέου σε εκλογές. Με δεδομένο ότι χρειάστηκαν έξι μήνες για να σχηματιστεί κυβέρνηση μετά τις εκλογές του περασμένου Σεπτεμβρίου, η αστάθεια και η πολιτική περιδίνηση θα είναι η μόνη βεβαιότητα.

«Οχι» στη συμφωνία με Μακρόν

Μέσα σε αυτό το έκρυθμο σκηνικό, ένα νέο χτύπημα ήρθε να περιπλέξει ακόμα περισσότερο την κατάσταση. Αφότου η Μέρκελ συναντήθηκε με τον γάλλο πρόεδρο και δέχθηκε τις προτάσεις του για μεγαλύτερη ολοκλήρωση της ευρωζώνης και την κατάρτιση ενιαίου προϋπολογισμού, ο Ζέντερ απέρριψε κατηγορηματικά την παραπάνω συμφωνία ισχυριζόμενος ότι η καγκελάριος δέχθηκε τις προτάσεις Μακρόν με αντάλλαγμα τη στήριξή του για την πολιτική ασύλου που ακολουθεί.

Μάλιστα η ηγεσία του CSU αξίωσε συνεδρίαση της Επιτροπής Κορυφής των τριών Κομμάτων προκειμένου να θέσει τις «κόκκινες γραμμές» σε ό,τι αφορά την παραπάνω μεταρρύθμιση που θεωρεί πως θα κοστίσει επιπλέον χρήματα στον προϋπολογισμό της χώρας.
Υπό αυτή την έννοια, οι Βαυαροί έρχονται να καθορίσουν ευρύτερα την ευρωπαϊκή ατζέντα καθιστώντας την Ανγκελα Μέρκελ όμηρο της δικής της κυβέρνησης.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ