Το ξέραμε ήδη, αλλά φαίνεται και από την νέα κυβέρνηση λαϊκιστών και ακροδεξιών στην Ιταλία, όπου η κεντροαριστερά (PD) έχει μείνει εκτός εξουσίας, μετά το θλιβερό αποτέλεσμα στις κάλπες της 4ης Μαρτίου.

Όπως και αλλού στην Ευρώπη, οι απογοητευμένοι ψηφοφόροι στην Ιταλία συνέρρευσαν προς τους αντι-συστημικούς ευρω-σκεπτικιστές (Πέντε Αστέρια, Λέγκα), «μαυρίζοντας» το κυβερνών PD που έπεσε στο 19%.
Άλλη μια απόδειξη ότι η Σοσιαλδημοκρατία, η πάλαι ποτέ μεγαλύτερη δύναμη στην ευρωπαϊκή πολιτική, αργοπεθαίνει. Ποιος την σκότωσε, και τι σημαίνει η πτώση της;

Θύμα της επιτυχίας της


Ακούγεται κάπως ειρωνικό, αλλά η Σοσιαλδημοκρατία μπορεί να έχει πέσει θύμα της ίδιας της επιτυχίας της. Τα ιδρυτικά ιδεώδη του κινήματος – ένα γενναιόδωρο Κράτος Πρόνοιας με καθολική υγεία, εκπαίδευση, συντάξεις – έχουν υλοποιηθεί εδώ και καιρό, συμβάλλοντας στην άνοδο γενεών Ευρωπαίων από το προλεταριάτο στη μεσαία τάξη. Επιπλέον, η παγκοσμιοποίηση και η τεχνολογία έχουν αλλάξει για πάντα τη φύση της οικονομίας και της απασχόλησης στις αρχές του 21ου αιώνα. Και τα μεγάλα εργατικά συνδικάτα της βιομηχανίας –που υπήρξαν βασική δύναμη της Σοσιαλδημοκρατίας – έχουν ξεθωριάσει. Ως αποτέλεσμα, η ευρωπαϊκή Σοσιαλδημοκρατία έχει χάσει τον λόγο της ύπαρξής της στα μάτια πολλών ψηφοφόρων, εκτιμούν αναλυτές. Στη γερμανική προεκλογική εκστρατεία του φθινοπώρου του 2017, ας πούμε, το SPD πάσχισε να βρει ένα κεντρικό θέμα (και είχε επίσης ιστορική καθίζηση στις κάλπες).
Κάποιοι αναλυτές πιστεύουν ότι η εποχή της οικονομικής φιλελευθεροποίησης που ακολούθησε την πτώση του Τείχους του Βερολίνου μετά το 1989 ήταν εκείνη που έσπειρε τους σπόρους της παρακμής.
Αυτή ήταν η περίοδος των πολιτικών του «Τρίτου Δρόμου» που προώθησε ο Τόνι Μπλερ των Βρετανών Εργατικών και ο Γκέρχαρντ Σρέντερ του γερμανικού SPD. Και οι δύο ήταν πεπεισμένοι ότι η Σοσιαλδημοκρατία χρειαζόταν εκσυγχρονισμό, ιδίως με στροφή προς τις πολιτικές της ελεύθερης αγοράς. Κάποιοι, όμως, στην Αριστερά θεώρησαν αυτή τη στροφή όχι σαν ανανέωση, αλλά ως προδοσία. Μετά από δεκαετίες προστασίας από το μεταπολεμικό Κράτος Πρόνοιας (που είναι σαφώς το μεγαλύτερο επίτευγμα της ευρωπαϊκής Σοσιαλδημοκρατίας), οι εργαζόμενοι βρέθηκαν εκτεθειμένοι στους άγριους ανέμους του ελεύθερου παγκόσμιου εμπορίου.
Η Γερμανία, γενέτειρα της ευρωπαϊκής Σοσιαλδημοκρατίας, έδειξε πρώτη την αλλαγή. Η «Ατζέντα 2010» του Σρέντερ, μια σειρά μεταρρυθμίσεων που κατήργησαν πολλές από τις κοινωνικές προστασίες και τα επιδόματα που θεωρούσαν δεδομένα οι Γερμανοί εργαζόμενοι, δίχασαν το κόμμα και του κόστισαν τις εκλογές του 2005.
Το SPD δεν έχει ηγηθεί ομοσπονδιακής κυβέρνησης από τότε. Το 1998, το κόμμα συγκέντρωσε περισσότερο από το 40% των ψήφων. Τον περασμένο Σεπτέμβριο κέρδισε μόνο το 20,5%. Εκτοτε έχει πέσει στο 17%. Μεγάλο μέρος της παραδοσιακής βάσης του SPD έχει μετακινηθεί προς την ριζοσπαστική Αριστερά του Die Linke.
Με τα χρόνια, η σταθερή απομάκρυνση από την παραδοσιακή Αριστερά και οι πιο κεντρώες πολιτικές της Σοσιαλδημοκρατίας διευκόλυναν την άνοδο ριζοσπαστικών κομμάτων στα αριστερά της, από τον ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα των μνημονίων και τους Podemos της Ισπανίας μέχρι την Ανυπότακτη Γαλλία, τα οποία έχουν απορροφήσει πολλούς ψηφοφόρους.
Αυτός ο κατακερματισμός είναι ο λόγος για τον οποίο μια στροφή προς την παραδοσιακή σοσιαλιστική Αριστερά, όπως αυτή που επιδιώκει ο Τζέρεμι Κόρμπιν του Εργατικού Κόμματος στη Βρετανία, δεν είναι εφικτή σε πολλές χώρες.
Ακόμα μεγαλύτερη απειλή είναι η άνοδος της ακροδεξιάς. Σε χώρες όπως η Γαλλία, η Ολλανδία, η Αυστρία, και πιο πρόσφατα η Ιταλία, οι Σοσιαλδημοκράτες είναι οι μεγάλοι χαμένοι επειδή η υποστήριξη της Σοσιαλδημοκρατίας σε πιο γενναιόδωρους κανόνες ασύλου και μετανάστευσης εγγράφεται στο DNA του κινήματος, αλλά είναι μια θέση που πολλοί ψηφοφόροι δεν συμμερίζονται πια.

Οικονομική κρίση και μετανάστευση

Η συνεχής ροή των μεταναστών τις τελευταίες δεκαετίες, σε συνδυασμό με την μεγάλη οικονομική κρίση από το 2008, έπληξε πολλούς ψηφοφόρους με χαμηλότερο εισόδημα. Ενώ κάποιοι ανησυχούν για την απώλεια θέσεων εργασίας, άλλοι φοβούνται τον αντίκτυπο που θα έχει η μετανάστευση στον πολιτισμό και την εθνική ταυτότητα. Εθνο-λαϊκίστικα, ακροδεξιά κόμματα όπως το Εθνικό Μέτωπο της Γαλλίας, η Εναλλακτική για τη Γερμανία, και η ιταλική Λέγκα εκμεταλλεύονται τέτοιους φόβους, και φαίνεται πως η Σοσιαλδημοκρατία δεν έχει βρει ακόμη μια πειστική στρατηγική για να τους αντιμετωπίσει με επιτυχία στις κάλπες.
Μεταξύ των 28 της ΕΕ, μόνο η Μάλτα, η Ρουμανία, η Πορτογαλία, η Σλοβακία, η Σουηδία, η Γερμανία (σε μεγάλο συνασπισμό με το CDU) και τώρα η Ισπανία (μετά την ανατροπή του δεξιού Ραχόϊ, με πρόταση μομφής) έχουν Σοσιαλδημοκράτες στην εξουσία σήμερα.
Το 2002, οι Σοσιαλδημοκράτες κυβερνούσαν σε 15 χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Βλέπουμε, λοιπόν, μια ιστορική ανατροπή, και το αποτέλεσμα θα μπορούσε να είναι ο πολιτικός κατακερματισμός, η αστάθεια και η παράλυση στην γηραιά ήπειρο, λένε αναλυτές.
Το Σοσιαλιστικό Κόμμα εξαερώθηκε στις εκλογές του 2017 στη Γαλλία, εξαλείφθηκε στην Ολλανδία, ταπεινώθηκε στη Γερμανία και έχασε την εξουσία στην Ιταλία. Βρίσκεται σε πλήρη υποχώρηση στο μεγαλύτερο μέρος της ηπείρου, ακόμα και στο ιστορικό προπύργιό της, την Σκανδιναβία (στη Σουηδία οι δημοσκοπήσεις δείχνουν την ακροδεξιά στο ποσοστό –ρεκόρ του 20%).
Υπάρχουν πολλοί λόγοι για αυτή την πτώση. Οι πολιτικές του λεγόμενου «Τρίτου Δρόμου», με τη στροφή υπέρ της ελεύθερης αγοράς λειτούργησαν καλά στα χρόνια της οικονομικής ανάπτυξης, πριν από το γύρισμα του αιώνα, αλλά φαίνεται να προσφέρουν ελάχιστα στους σημερινούς ευάλωτους κεντροαριστερούς ψηφοφόρους.
Οι συνέπειες από το οικονομικό Κραχ του 2008 – η υψηλή ανεργία, τα χαμηλότερα επίπεδα διαβίωσης, οι συνεχιζόμενες περικοπές των δημόσιων δαπανών – έχουν συνδυαστεί με τις μακροπρόθεσμες τάσεις (παγκοσμιοποίηση, αυτοματισμός, μετανάστευση, αλλαγές στην εθνική και ταξική ταυτότητα, μείωση της δύναμης των συνδικάτων) για να διαβρώσουν τον πυρήνα της δύναμης των Σοσιαλδημοκρατών.
Χαϊδεύοντας ανοιχτά αυτούς τους φόβους, εθνο-λαϊκίστικα αντι-συστημικά κόμματα έχουν προσελκύσει τις ψήφους πολλών που υποστήριζαν παραδοσιακά την κεντροαριστερή σοσιαλδημοκρατία.