Τον Σεπτέμβρη του 2000, με τη συναίνεση Δεξιάς και Αριστεράς η θητεία του Πρόεδρου μειώθηκε στη Γαλλία από τα 7 στα 5 χρόνια. Οι υπολογισμοί έγιναν έτσι ώστε οι βουλευτικές εκλογές -που πραγματοποιούνται κάθε 5 χρόνια επίσης- να γίνονται πάντα αμέσως μετά τις προεδρικές. Στόχος προφανής, να αποφεύγονται οι λεγόμενες «συγκατοικήσεις» (δηλαδή η συνύπαρξη ενός δεξιού κι ενός σοσιαλιστή στο προεδρικό και στο πρωθυπουργικό μέγαρο ή ανάποδα), τις οποίες ο γαλλικός λαός φαινόταν να αγαπά αλλά το ίδιο το πολιτικό σύστημα θεωρούσε δυσλειτουργικές. Ο στόχος επετεύχθη φυσικά και από το 2002 και μετά η Γαλλία δεν γνώρισε ξανά συγκατοίκηση, πλην όμως στο πολιτικό σύστημα δημιουργήθηκε μια τρύπα: οι βουλευτικές εκλογές μετατράπηκαν σε μια απλή διαδικασία επικύρωσης της προεδρικής πλειοψηφίας με ελάχιστο πολιτικό ενδιαφέρον.

Σήμερα, ημέρα δεύτερου γύρου των βουλευτικών εκλογών, κι ενώ οι Γάλλοι απολαμβάνουν αφενός τις πρώτες καλές μέρες του χρόνου και αφετέρου την «αναγέννηση» της εθνικής ποδοσφαιρικής τους ομάδας που διαπρέπει στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα Ποδοσφαίρου μετά από έξι χρόνια ξηρασίας, καλούνται να ψηφίσουν για τέταρτη φορά μέσα σε σαράντα ημέρες, χωρίς να υπάρχει πραγματικά μεγάλη διακύβευση. Εως το μεσημέρι, στο κάλεσμα είχε ανταποκριθεί μόλις το 21% και οι αναλυτές ανέμεναν ότι στο τέλος της ημέρας η αποχή θα έχει πραγματοποιήσει ένα νέο μεγάλο ρεκόρ.

Είναι ικανή αυτή η αποχή να επιφέρει εκπλήξεις και να ανατρέψει το προβάδισμα της Αριστεράς; Οι αναλυτές λένε ότι όχι: οι γαλλικές εκλογές βασίζονται σε ένα σύστημα 576 μονοεδρικών περιφερειών και ο μεγάλος όγκος της αποχής θα προέλθει από εκεί όπου το αποτέλεσμα δεν είναι αμφίρροπο. Εκεί που η εκλογή θα παιχθεί ψήφο με ψήφο, οι ψηφοφόροι αναμένεται να προσέλθουν κάπως μαζικότερα. Αλλωστε, το σύστημα έχει ένα κρυφό χαρτί: οι υποψήφιοι έχουν συνήθως ιδιαίτερα στενές σχέσεις με το εκλογικό σώμα τους, που σπάνια ξεπερνά τους 55.000 ψηφοφόρους.

Ο εκλογικός θρίαμβος της Αριστεράς δεν φαίνεται πάντως να αμφισβητείται από κανέναν. Για πρώτη φορά μετά από 10 χρόνια, οι «κόκκινοι» θα είναι αρκετά περισσότεροι από τους «μπλε» στη Γαλλική Εθνοσυνέλευση και για πρώτη φορά στην ιστορία της χώρας, η Αριστερά θα ελέγχει κάθε πτυχή της εξουσίας: την προεδρία, την βουλή και την κυβέρνηση, τη γερουσία και την Τοπική Αυτοδιοίκηση. Ενα ιδανικό σκηνικό για τον Φρανσουά Ολάντ, που έχει να προβληματίζεται μόνο για το μαλλιοτράβηγμα της πρώην με τη νυν γυναίκα του και το αν το Σοσιαλιστικό Κόμμα θα κατακτήσει την αυτοδυναμία στην βουλή ή θα χρειαστεί και τη βοήθεια των Πρασίνων. Αυτά τα δύο ερωτήματα, μαζί με την πιθανότητα να αποκτήσει κοινοβουλευτική εκπροσώπηση η ακροδεξιά του Εθνικού Μετώπου για πρώτη φορά μετά από 26 χρόνια είναι και τα μόνα εναπομείναντα ερωτήματα για αυτές τις εκλογές.

Οσον αφορά το τελευταίο, το Εθνικό Μέτωπο διεκδικεί με πραγματικές αξιώσεις την εκλογή του σε τρεις περιφέρειες και οι αναλυτές εκτιμούν ότι έχει σοβαρές πιθανότητες να κερδίσει τουλάχιστον τη μία. Η σημαντικότερη μάχη της όμως θα αφορά τη δεύτερη: η επικεφαλής της ακροδεξιάς Μαρίν Λε Πέν κατέρχεται στην εργατική περιφέρεια του Ενέν – Μπομόν, όπου στον πρώτο γύρο κατόρθωσε να συγκεντρώσει το εξωπραγματικό 42%, πετυχαίνοντας μάλιστα μια επιπλέον συμβολική νίκη, τον αποκλεισμό από τον β’ γύρο του ηγέτη του Μετώπου της Αριστεράς Ζαν-Λικ Μελανσόν που έμεινε τρίτος με 22%. Η Λε Πεν δεν απέχει πολύ από το 50%, ωστόσο η συσπείρωση εναντίον της αναμένεται να είναι μεγάλη και η περιοχή δεν διαθέτει άλλα δεξιά αποθέμετα, αφού το UMP, πάλαι ποτέ κόμμα του Νικολά Σαρκοζί συνετρίβη στην περιοχή. Η μάχη αυτή είναι ασφαλώς κυρίως συμβολική: ακόμα και με 2-3 βουλευτές το Εθνικό Μέτωπο δεν θα μπορεί να κάνει πολλά πράγματα και επιπλέον η απουσία του από τη Βουλή δεν του στοίχισε και πολύ όλα αυτά τα χρόνια.

Οι Σοσιαλιστές κινούνται σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις μεταξύ των 284 και των 313 εδρών, κάτι που σημαίνει ότι οι πιθανότητες είναι με το μέρος τους προκειμένου να συγκεντρώσουν τον μαγικό αριθμό 289, που τους εξασφαλίζει την απόλυτη αυτοδυναμία στη Βουλή. Ακόμα κι αν προς έκπληξη όλων όμως δεν τα καταφέρουν, το κακό θα είναι μικρό: η κυβερνητική πλειοψηφία μπορεί να στηριχθεί και στους Πράσινους -που συμμετέχουν ήδη στην κυβέρνηση με τους υπουργούς τους- οι οποίοι αναμένεται να συγκεντρώσουν από 14 έως 20 έδρες, ενώ το απόθεμα κυβερνητικών εταίρων περιλαμβάνει ακόμα τους «Ριζοσπάστες της Αριστεράς» (11 με 13 έδρες) και το «Κίνημα Πολιτών» του άλλοτε σοσιαλιστή Ζαν-Πιερ Σεβενεμάν που υπολογίζεται στις 3 με 5 έδρες. Μια άνετη αριστερή πλειοψηφία, αν μάλιστα συνυπολογίσουμε ότι στην αντιπολίτευση θα βρίσκεται και το Μέτωπο της Αριστεράς (ραχοκοκαλιά του οποίου είναι το Γαλλικό ΚΚ), με 12 ή 13 έδρες.

Η λαϊκή Γαλλία ωστόσο ασχολείται με άλλο θέμα: τον «αγώνα μποξ» που δίνουν η πρώην με τη νυν σύντροφο του Φρανσουά Ολάντ. Η ιστορία γνωστή: η νυν Βαλερί Τριρβελέρ ευχήθηκε στο tweeter «καλή επιτυχία» στον Ολιβιέ Φαλορνί, «αντάρτη» του Σοσιαλιστικού Κόμματος και αντίπαλο στο β’ γύρο της Σεγκολέν Ρουαγιάλ, πρώην του Ολάντ και πρώην προεδρικής υποψηφίου των Σοσιαλιστών, που συνετρίβη το 2007 από τον Σαρκοζί. «Το χτύπημα ήταν πολύ βίαιο και προσπαθώ να συνέλθω» δήλωσε η Ρουαγιάλ, που ξεκίνησε αυτήν την κούρσα προπορευόμενη και έφθασε να υπολείπεται στις δημοσκοπήσεις έως και 16 μονάδες. Το πιθανότερο σενάριο είναι ότι μετά τον άνδρα της, η Βαλερί Τριρβελέρ θα της στερήσει και τη βουλευτική της θέση. Μια αναμφίβολα ταπεινωτική εξέλιξη στην πολιτική καριέρα της κυρίας Ρουαγιάλ, στο πρόσωπο της οποίας αρκετοί έβλεπαν το 2007 τη νέα ηγέτιδα της Αριστεράς.