«Σκληρά εργαζόμενοι». Αυτός είναι, διαχρονικά, ο πιο συνηθισμένος χαρακτηρισμός για τους Γερμανούς, οι οποίοι επιχειρούν τώρα να εξαγάγουν τη λεγόμενη «προτεσταντική ηθική της εργασίας» στους ευρωπαίους του Νότου, σε εποχές οικονομικής κρίσης και σκληρής λιτότητας.

«Αλλά πόσο εργατικοί είναι πραγματικά σήμερα οι γερμανοί;» διερωτάται ο Φίλιπ Ολτερμαν, σε άρθρο του στη βρετανική εφημερίδα «Guardian».

«Οχι και τόσο. Στην πραγματικότητα το κλισέ περί εντατικής εργασίας είναι παρωχημένο, τουλάχιστον κατά 50 χρόνια», απαντά.

Το 1906, ο κοινωνιολόγος Μαξ Σέλερ εξήγησε τη γενική αντιπάθεια που ένιωθαν οι ξένοι για τους συμπατριώτες του, λόγω της «χαράς που βρίσκουν οι γερμανοί στην ίδια την εργασία – ακόμη και στην εργασία χωρίς στόχο, χωρίς λόγο, χωρίς τέλος».

Περίπου την ίδια εποχή, ο συνάδελφός του Μαξ Βέμπερ εφηύρε τη φράση «προτεσταντική ηθική της εργασίας» για να περιγράψει τη σχεδόν θρησκευτική προσήλωση με την οποία αντιμετώπιζαν οι Γερμανοί την εργασία.

Σήμερα, η Γερμανία υπόσχεται να ενσαρκώσει αυτό το ιδεώδες περισσότερο από ποτέ. Από την Κυριακή, δύο πολιτικοί με προτεσταντική ανατροφή καταλαμβάνουν τα δύο ανώτατα αξιώματα: η Ανγκελα Μέρκελ είναι κόρη λουθηρανού πάστορα, και ο νέος πρόεδρος της χώρας Γιόακιμ Γκάουκ είναι πρώην πάστωρ ο ίδιος.

Κι όμως, στις στατιστικές της Ευρωπαϊκής Ενωσης για τις διακοπές των Ευρωπαίων, οι Γερμανοί καταλαμβάνουν την πρώτη θέση, με 40 ημέρες τον χρόνο – σε σύγκριση με μόλις 33 ημέρες διακοπών που απολαμβάνουν οι Ελληνες.

Ο μέσος όρος στην ΕΕ είναι 40,3 ημέρες.

Επιπλέον, στη Γερμανία γίνεται προσφάτως μεγάλη δημόσια συζήτηση για το λεγόμενο «σύνδρομο εξάντλησης από την εργασία». Τα τελευταία έξι χρόνια, γνωστοί πολιτικοί, σεφ και προπονητές ποδοσφαιρικών ομάδων άφησαν τη δουλειά τους, λόγω άγχους.

Στην ετήσια σύνοδό τους, τον περασμένο μήνα, ακόμη και οι καθολικοί επίσκοποι της Γερμανίας παραπονέθηκαν για μεγάλη «κόπωση από τη δουλειά».
«Αναρωτιέται κανείς πώς θα τα έβλεπε όλα αυτά ο Μαξ Βέμπερ», καταλήγει ο βρετανός αρθρογράφος.