Η μόδα της ινδικής κουζίνας φτάνει λοιπόν και στην Ελλάδα. Με μεγάλη, είναι η αλήθεια, καθυστέρηση καθώς σε άλλες χώρες της Ευρώπης τα ταντούρι, τα τίκα μασάλα και τα γκαράμ μασάλα είναι τόσο διαδεδομένα που αποτελούν πλέον στοιχεία της τοπικής γαστρονομικής κουλτούρας. Οπως και αν έχει, το ένα μετά το άλλο ανοίγουν τα ινδικά εστιατόρια στο κέντρο της Αθήνας, ταξιδεύοντάς μας με τις γεύσεις τους σε μια από τις πιο ενδιαφέρουσες όσο και δύσκολες για τον δυτικό τουρίστα-περιηγητή χώρες της Ασίας. Αυτό ακριβώς, το δύσκολον του εγχειρήματος, είναι και η αιτία για την οποία έχω πολλάκις αναβάλει το ταξίδι μου στην Ινδία. Τη μία επειδή ένας φίλος που πήγε μου διηγείται σπλάτερ εικόνες από την καύση των νεκρών στον Γάγγη, στιγμιότυπα βγαλμένα θαρρείς από τον τηλεοπτικό «Hannibal», που δεν είμαι καθόλου σίγουρος αν θέλω να δω από κοντά. Την άλλη επειδή μαθαίνω για εκείνο το γκρουπ που πέρασε δύο ημέρες σε νοσοκομείο της Καλκούτας με δυσεντερία επειδή δοκίμασε ρυζάκι από μια συμπαθέστατη μαγείρισσα του δρόμου (με εξαιρετικά τατουάζ χένας στις δύο παλάμες της). Είναι, βεβαίως, η περιέργειά μου μεγάλη, και κάποια στιγμή θα το κάνω το ταξίδι. Να μη δω κι εγώ από κοντά το Ταζ Μαχάλ που όλοι λένε πως μοιάζει με λεπτοκεντημένη δαντέλα;

Ως τότε, όπου και αν πηγαίνω, σε όποιο κράτος της υφηλίου και αν περιφέρομαι, πάντα βρίσκω τρόπο να ταξιδεύω ως την Ινδία. Διά της γεύσεως. Απειρα, είπαμε, τα ινδικά εστιατόρια σε όλον τον κόσμο, στη δε Αγγλία, ακόμη και στο πιο απομακρυσμένο χωριό, η μοναδική παμπ όπου συγκεντρώνονται οι κάτοικοι για να πιουν τις μπίρες τους αποκλείεται να μην έχει στο μενού της κάτι ινδικό – κατάλοιπο, βεβαίως βεβαίως, από την εποχή της αποικιοκρατίας.
Δεν είναι σε καμία περίπτωση τυχαία η διεθνής επιτυχία της ινδικής μαγειρικής. Πρόκειται για κουζίνα εύκολη και γρήγορη καθώς τα περισσότερα από τα πιάτα της είναι απλούστατα στην παρασκευή τους. Είναι όμως και εξαιρετικά γευστική χάρη στην πληθωρική χρήση των μπαχαρικών. Το καρδάμωμο (κακουλές), η κανέλα, το γαρίφαλο, τα σποράκια του κόλιαντρου, ο κουρκουμάς, το κάρι (σε άπειρες εκδοχές του) και το κύμινο «παντρεύονται» με τρόπο μαγικό, μεταφέροντας τη μαγεία της ένωσής τους σε κάθε πιάτο όπου προστίθενται. Από δίπλα οι μαρινάδες που μαλακώνουν το κρέας και το κάνουν να λιώνει στο στόμα, το δροσιστικό γιαούρτι (συχνά ως ντιπ με την προσθήκη φρέσκου δυόσμου), τα naan (το ινδικό ψωμί που μοιάζει με πίτα), το γάλα καρύδας που μπαίνει σε πολλά πιάτα, τα αρωματικά, υπόγλυκα τσάτνεϊ, αλλά και η χαρακτηριστική μυρωδιά του αγελαδινού βουτύρου ghee, όλα αυτά έρχονται να συνθέσουν ένα τραπέζι-έργο τέχνης με πολλά χρώματα και ακόμη περισσότερα αρώματα.

Πιάτα με κρέας, πιάτα με λαχανικά (μεγάλη η ποικιλία επιλογών και για τους χορτοφάγους) και από δίπλα ένας λόφος αχνιστό, μυρωδάτο ρύζι (μαγειρεμένο και αυτό σε άπειρες εκδοχές): ιδού η εικόνα που όποτε φέρνω στο μυαλό μου μού ανοίγει την όρεξη και με κάνει να νοσταλγώ μια χώρα που δεν γνωρίζω. Και να θυμάμαι το καταπληκτικό ινδικό εστιατόριο στις Εβρίδες, το άλλο, το πιο ακριβό, στη Βοστώνη, ή εκείνη την «τρύπα» κοντά στο μεγάλο τζαμί στο Παρίσι, όπου τρώγαμε (butter chicken εγώ) με μια γιαγιά να κοιμάται μακαρίως στο απέναντι τραπέζι, έχοντας μπροστά της ένα ποτήρι ραΐτα. Πόσα και πόσα ταξίδια μου δεν έχουν συνοδεύσει αυτές οι spicy γεύσεις! Και πόσο, χρόνο με τον χρόνο που περνά, όλο και πιο έντονα αυτές οι γεύσεις με τραβάνε προς τη «mother India». Ινδία, οσονούπω έρχομαι! Στο μεταξύ, σε υποδέχομαι για άλλη μια φορά στην κουζίνα μου, μαγειρεύοντας κάτι απλό, λίγο ρύζι, αλλά τι ρύζι!

Ρύζι μπιριάνι

ΥΛΙΚΑ (για 6-8 άτομα)

2 φλ. ρύζι μπασμάτι
4 κ.σ. βούτυρο αγελάδος
4 γαρίφαλα
1 ξυλάκι κανέλας
1 κ.γ. κάρι (προαιρετικά)
2 φύλλα δάφνης
4 σπόρους καρδάμωμο
½ κ.γ. ζάχαρη
λίγα αμύγδαλα ή κάσιους
2 κρεμμύδια, ψιλοκομμένα
1 φλ. καρότο, σε κύβους
1 φλ. αρακά, βρασμένο
2 καυτερές πιπερίτσες, ψιλοκομμένες
λίγες σταφίδες
2 μέτριες ντομάτες, ξεσποριασμένες και κομμένες σε κύβους (προαιρετικά)
μερικά φυλλαράκια κόλιαντρου (προαιρετικά)
αλάτι, πιπέρι

ΕΚΤΕΛΕΣΗ

Βράζουμε το ρύζι σύμφωνα με τις οδηγίες του πακέτου. Σε ένα βαθύ σκεύος (τηγάνι, κατσαρόλα, γουόκ) λιώνουμε το βούτυρο και το αφήνουμε να κάψει ρίχνοντας μέσα και ανακατεύοντας διαρκώς τα γαρίφαλα, την κανέλα, το κάρι, τη δάφνη, το καρδάμωμο, τη ζάχαρη και τους ξηρούς καρπούς.

Προσθέτουμε (ενώ ανακατεύουμε συνεχώς) το κρεμμύδι, το καρότο, τον αρακά, τις πιπερίτσες, τις σταφίδες και την ντομάτα. Ρίχνουμε το ρύζι και ανακατεύουμε καλά. Αλατίζουμε και (αν το θέλουμε πιο καυτό) πιπερώνουμε.
Γαρνίρουμε με μερικά φυλλαράκια κόλιαντρου (αν μας αρέσει η γεύση του) ψιλοκομμένα. Αυτό το πιάτο μπορεί να σερβιριστεί συνοδευόμενο με γιαούρτι. Μπορείτε επίσης να πειραματιστείτε με τα υλικά, προσθέτοντας (πατάτες ή κολοκυθάκια σε κύβους, πράσινα φασολάκια κομμένα σε μικρά κομμάτια κ.λπ.) ή αφαιρώντας αν κάτι δεν σας αρέσει. Ιδανικά μπορείτε να χρησιμοποιήσετε το βούτυρο ghee, που πωλείται σε επιλεγμένα σουπερμάρκετ και στην κεντρική αγορά.

*Δημοσιεύθηκε στο BΗΜΑ GOURMET την Κυριακή 10 Μαΐου 2015.