Το Kungsleden Arctic Royal Trail, γνωστό και σαν «μονοπάτι του βασιλιά», είναι το πιο φημισμένο μονοπάτι μεγάλης απόστασης (long-distance trail) της Σουηδίας και αποτελείται από τέσσερα τμήματα. Διασχίζει κάθετα τη Σουηδία με κατεύθυνση από Bορρά προς Nότο κατά μήκος των συνόρων με τη Νορβηγία.
Φτάνοντας με τον Γιώργο Μιντζόπουλο μεσάνυχτα στο μικρό αεροδρόμιο Κιρούνα στη Βόρεια Σουηδία, μια πολύ όμορφη βραδιά με ξαστεριά μάς υποδέχεται με κρύο που αγγίζει τους -20 βαθμούς.
Υστερα από δύο ημέρες εγκλιματισμού στη μικρή αυτή κωμόπολη, παίρνουμε το πούλμαν για ακόμη πιο βόρεια, προς τον ορειβατικό σταθμό του Abisko, για την τελευταία μας νύχτα. Οργανώνουμε εξοπλισμό και τρόφιμα και ετοιμάζουμε με προσοχή τα σακίδια για τις κρύες ημέρες που θα ακολουθήσουν.
Ημέρα 1η


Abisko Mountain Station – Abiskojaure
Παίρνουμε την πρόγνωση καιρού της εβδομάδας, που αναφέρει ότι θα είναι άσχημος, με πολύ ισχυρούς ανέμους, δυνατό κρύο, χαμηλές θερμοκρασίες και συνεχή χιονόπτωση. Η απογοήτευση μεγάλη στα μάτια και του Γιώργου και τα δικά μου, αλλά κάναμε τόσο δρόμο, τόσες πτήσεις, για να φτάσουμε μέχρις εδώ, οπότε συμφωνούμε να το προσπαθήσουμε προγραμματίζοντας μόνο την επόμενη ημέρα, κι όπου φτάσουμε.
Ξεκινάμε με τα σκι ακριβώς έξω από τον ορειβατικό σταθμό, περνώντας μέσα από μια μικρή ξύλινη πόρτα που γράφει Kungsleden, με πολύ δυνατό αέρα αλλά αραιή νέφωση και κάποιες διάσπαρτες ηλιαχτίδες. Από εκεί, το μονοπάτι σηματοδοτείται κάθε 50 μέτρα από μεταλλικούς πασσάλους ύψους 2-3 μέτρων με έναν κόκκινο σταυρό στην κορυφή. Αυτό το θέαμα ξενίζει λίγο τους επισκέπτες στην Αρκτική, αλλά τον χειμώνα, με το λιγοστό φως, την πυκνή ομίχλη και την περιορισμένη ορατότητα καθώς και τα καθημερινά white-out της περιοχής, είναι κάτι παραπάνω από απαραίτητοι και σημαντικοί για τον σωστό προσανατολισμό και την επιβίωση στις σκληρές αυτές συνθήκες. Βρισκόμαστε στο Εθνικό Πάρκο Abisko και κινούμαστε μέσα σε αραιά ελατοδάση. Τα σύννεφα αρχίζουν να πυκνώνουν και το κρύο είναι απίστευτο, πράγμα που κάνει τα δάχτυλα των ποδιών και των χεριών να υποφέρουν πολύ.
Στο τέλος της ημέρας, φτάνουμε στα παγωμένα νερά της λίμνης Abiskojaure. Με πολύ δυνατό άνεμο, χιονόπτωση και ορατότητα μόλις λίγων μέτρων, διασχίζουμε τη λίμνη μέχρι το νοτιότερο άκρο της. Εκεί, στην άκρη της όχθης, υπάρχει το ομώνυμο καταφύγιο Abiskojaure. Τα καταφύγια κατά μήκος του Kungsleden είναι φυλασσόμενα από τους υπεύθυνους της STF (Swedish Touring Federation) και αποτελούνται από αρκετές διάσπαρτες μικρές καλύβες (12-20 ατόμων) εξοπλισμένες με ξύλινες κουκέτες, στρώματα και παπλώματα. Η θέρμανση γίνεται αποκλειστικά με ξυλόσομπες και ο φωτισμός με κεριά. Σε καθεμία υπάρχουν εστίες γκαζιού και μεγάλα 25λιτρα μπιτόνια, για να προμηθεύεσαι νερό από συγκεκριμένα σημεία στις παγωμένες λίμνες και στα ποτάμια, όπου έχουν ανοίξει τρύπες οι φύλακες. Αυτές καλύπτονται από μεγάλα ξύλινα καπάκια, ενώ δίπλα υπάρχουν φτυάρια, χωνιά και κουβάδες, για να γεμίσεις τα μπιτόνια και να τα κουβαλήσεις στην καλύβα σου. Μια διαδικασία αρκετά χρονοβόρα και επίπονη δεδομένης της συνολικής κούρασης της ημέρας και των δύσκολων συνθηκών. Ακόμη μία απαραίτητη διαδικασία είναι το κόψιμο των ξύλων με τα μεγάλα πριόνια από την κοινόχρηστη αποθήκη.
Ημέρα 2η



Abiskojaure – Alesjaure
Την επόμενη ημέρα αναχωρούμε με πολύ κρύο, με κατεύθυνση ΝΑ, περνώντας σταδιακά μέσα από το χιονισμένο δάσος, που σιγά σιγά δίνει τη θέση του στο άγονο αρκτικό σκηνικό. Γύρω μας δεν υπάρχει τίποτε παρά η άγρια φύση και τα αχανή χιονισμένα βουνά. Επειτα από περίπου 8 δύσκολα, λόγω του βάθους του χιονιού, χιλιόμετρα, αλλάζουμε από τα σκι σε χιονορακέτες, που μας βοηθούν περισσότερο, γιατί η κλίση αρχίζει να γίνεται όλο και πιο απότομη, καθώς μπαίνουμε στην καρδιά των αρκτικών βουνών.
Στο τέλος της ημέρας, καταλήγουμε στη μεγάλη μακρόστενη παγωμένη λίμνη Alisjavri, την οποία πρέπει να διασχίσουμε μέχρι την άλλη όχθη της, εκεί όπου βρίσκεται το καταφύγιο Alesjaure.
Φτάνοντας στην άκρη της λίμνης, έχει αρχίσει να νυχτώνει και με τον θυελλώδη άνεμο, τη δυνατή χιονόπτωση και την ομίχλη δεν μπορούμε να διακρίνουμε τα φώτα του καταφυγίου. Πλησιάζοντας με τους φακούς κεφαλής αναμμένους και έχοντας μια ιδέα για το πού βρίσκεται, αρχίζουμε να ανεβαίνουμε το ύψωμα, χωρίς όμως σαφή προσανατολισμό.

Φτάνουμε σε μια απότομη πλαγιά του λοφίσκου (δεν είναι η σωστή, όπως διαπιστώνουμε την επόμενη ημέρα), αλλά αποφασίζουμε να συνεχίσουμε, γιατί ξέρουμε ότι το καταφύγιο βρίσκεται στην κορυφή, ενώ, εάν επιστρέφαμε, δεν θα μπορούσαμε μέσα στο σκοτάδι και στην ομίχλη να βρούμε τη σωστή κατεύθυνση. Το χιόνι πάρα πολύ βαθύ στην πλαγιά, βγάζουμε τα σκι και, στερεώνοντάς τα κάθετα (σαν μεγάλα μπαστούνια), καταφέρνουμε με μεγάλη προσπάθεια να ανέβουμε τα 70 μ. που μας χωρίζουν σε περίπου μιάμιση ώρα, μέσα σε φωνές και κατάρες.

Απίστευτα κουρασμένοι από αυτή την προσπάθεια, απολαμβάνουμε ένα ζεστό δείπνο και αποσυρόμαστε στη θαλπωρή των δωματίων.



Ημέρα 3η



Alesjaure – Tjäktja
Σηκώνομαι νωρίς το πρωί με μια ανησυχία, για να δω τον καιρό. Γρήγορα βγαίνω για λίγο έξω, χωρίς πολλά ρούχα, και πραγματικά νιώθω μια ανακούφιση, παρά το τσουχτερό κρύο, αφού μετά τη χθεσινή κολασμένη ημέρα έχει ξημερώσει μια ηλιόλουστη και όμορφη, με καθαρό ουρανό (πού να φανταστώ ότι θα κρατούσε μόνο τέσσερις ώρες).

Ρίχνω μια γρήγορη ματιά τριγύρω, να δω τη θέα πάνω από τον λόφο. Διακρίνω τη διαδρομή που θα πρέπει να ακολουθήσουμε, την παγωμένη λίμνη και, στο βάθος, το μικρό λαπωνικό χωριό Leavas, όπου οι λάπωνες κτηνοτρόφοι διατηρούν κοπάδια ταράνδων. Στο πίσω μέρος, το επιβλητικό βουνό Katotjakkatoppen (1.991 μ.).

Ετοιμαζόμαστε στα γρήγορα και ξεκινάμε, για να εκμεταλλευτούμε αυτό το διάλειμμα του καιρού. Μαζί μας ξεκινά και μια ομάδα από 12-15 νορβηγούς μαθητές με τους δασκάλους τους, ίσως σε κάποια εκπαιδευτική αποστολή σαν αυτές που διοργανώνουν οι σκανδιναβικές χώρες στο πλαίσιο της κουλτούρας τους. To περίεργο είναι ότι όλοι έχουν κρεμασμένο στον λαιμό τους χάρτη και πυξίδα, πράγμα που αμέσως σχολιάζουμε, καθώς χωρίς GPS δεν υπάρχει περίπτωση να προσανατολιστείς με αυτές τις συνθήκες.
Αφήνουμε πίσω μας τη λίμνη Alisjavri και σκιάρουμε με γρήγορους ρυθμούς κατά μήκος του ποταμού Alesatno μέσα στην κοιλάδα Alisviaggi θαυμάζοντας γύρω μας ένα πανόραμα από αμέτρητες αλπικές αρκτικές κορυφές. Ο δυνατός αέρας φυσάει ακόμη, αλλά είναι σαν η ολοκλήρωση αυτού του αρκτικού παραδείσου. Μετά ο καιρός κλείνει και πάλι, με δυνατό αέρα και ένα απόλυτο white-out, που προκαλεί ίλιγγο. Στην τελευταία ανηφόρα πριν από το καταφύγιο, αλλάζουμε πάλι σε χιονορακέτες, γιατί η απότομη κλίση και το βαθύ χιόνι δεν επιτρέπει τη χρήση των σκι.

Φτάνουμε σχετικά νωρίς το απόγευμα στο καταφύγιο Tjäktja, που είναι και το ψηλότερο του Kungsleden (1.040 μ.).

Μέσα δεν έχει κόσμο, ίσως γιατί, λόγω των συνθηκών, κάποιες ομάδες δεν έχουν καν ξεκινήσει. Εχει αρχίσει να νυχτώνει και ο υπεύθυνος της STF μάς ρωτά –επειδή είμαστε οι τελευταίοι από τους λιγοστούς που έφτασαν μέχρις εδώ –εάν είδαμε ένα γκρουπ μαθητών, γιατί τους περιμένει ώρα και δεν έχουν δώσει σημεία ζωής. Του αναφέρουμε ότι μαζί ξεκινήσαμε αλλά μετά, μέσα στην ομίχλη, δεν τους ξαναείδαμε, γιατί εμείς βαδίζαμε σύμφωνα με το track του GPS. Ανήσυχος πλέον και ο υπεύθυνος, μας ενημερώνει ότι έχει ειδοποιήσει τη διάσωση, επειδή πιστεύει ότι βρήκαν κάπου πρόχειρο καταφύγιο πάνω στη διαδρομή ή έστριψαν δυτικά προς λάθος κοιλάδα. Επειτα από ημέρες μάθαμε ότι είχαν πάρει τη λάθος στροφή και βρέθηκαν από τις ομάδες διάσωσης σε κάποιο καταφύγιο ανάγκης.

Ημέρα 4η



Tjäktja – Tjäktja Pass – Sälka
Ισως η πιο κρύα ημέρα της διάσχισης, με το θερμόμετρο στις 10 το πρωί να δείχνει -25°C. Βγαίνοντας από το καταφύγιο, η ορατότητα μηδενική –κυριολεκτικά σαν να πλέουμε μέσα σε γάλα! –με πολύ δυνατό άνεμο. Η συνεχής χιονόπτωση έχει καλύψει τα οποιαδήποτε μικρά ίχνη από κάποιες συντροφιές που έφυγαν πριν από εμάς. Ξεκινάμε με προσοχή ακολουθώντας τους στύλους, προσπαθώντας κάθε στιγμή να βρούμε τον έναν πάσσαλο μετά τον άλλο.

Ο αέρας μανιασμένος και το κρύο αφόρητο επάνω στο πέρασμα. Κάνουμε μια μεγάλη στάση μέσα στην καλύβα για ανασύνταξη δυνάμεων με τσάι και ξηρούς καρπούς. Χρειαστήκαμε περίπου τέσσερις ώρες για τα 4 χλμ. και 100 μ. υψομετρικής ανάβασης. Από το πέρασμα, συνεχίζουμε την απότομη κατάβαση μέσα στην κοιλάδα Tjäktjavagge, με καλή ορατότητα αυτή τη φορά, με κατεύθυνση προς τη διασταύρωση με την κοιλάδα Stuor Räitavagge, όπου βρίσκεται το καταφύγιο Sälka. Οταν φτάνουμε, αυτή τη φορά κατάκοποι, ένα περίεργο γεγονός μάς παραξενεύει. Ο υπεύθυνος του καταφυγίου μάς ρωτά εάν είδαμε κάποιο στρατιωτικό αεροπλάνο να πέφτει! Εκπληκτοι, του εξηγούμε ότι δεν αντιληφθήκαμε κάτι τέτοιο ούτε και ακούσαμε κάτι, το οποίο θα ήταν αδύνατο με τον τόσο δυνατό αέρα. Μας ενημερώνει ότι ένα νορβηγικό μεταγωγικό αεροπλάνο χάθηκε κάπου στα βουνά κοντά στο σημείο της πορείας μας. Σιγά σιγά στο καταφύγιο αρχίζουν να συγκεντρώνονται στρατιωτικές δυνάμεις με διασώστες, χιονοδρόμους, ερπυστριοφόρα οχήματα και snowmobiles και αρχίζουν να χτενίζουν τις τριγύρω πλαγιές με μηδενική ορατότητα.



Ημέρα 5η



Sälka – Singi


Οταν ξυπνάμε το πρωί, η θύελλα μαίνεται ασταμάτητη και γίνεται απολύτως σαφές ότι η κατάσταση δεν θα βελτιωθεί. Ξεκινάμε σχετικά αργά και, καθ’ όλη τη διάρκεια, έχουμε την «τύχη» να βιώσουμε μια ολοκληρωμένη βουνίσια αρκτική θύελλα σε πλήρη εξέλιξη. Η πιθανότητα να εγκλωβιστείς σε μια τέτοια χιονοθύελλα, όσο και αν φαντάζει περιπετειώδης και δραματική σε αναγνώστες και τηλεθεατές ντοκιμαντέρ, σίγουρα δεν είναι κάτι που κανείς επιθυμεί να βιώσει στην πραγματικότητα.
Το βράδυ ο ουρανός καθαρίζει εντελώς, η παγωνιά γίνεται πολύ έντονη και ένα καταπληκτικό θέαμα μας περιμένει σαν ανταμοιβή και για τη σημερινή ταλαιπωρία μας. Το βόρειο σέλας, ένα από τα ωραιότερα φαινόμενα που προσφέρει απλόχερα η φύση, με αιφνίδιες εμφανίσεις σε ποικίλα σχέδια και χρώματα της ίριδας, κάνει την εμφάνισή του στον καθαρό αρκτικό ουρανό.
Η εμφάνιση του σέλαος, αν και πολύ σπάνια στις μεσογειακές χώρες, είχε κινήσει το ενδιαφέρον των ανθρώπων από την αρχαιότητα και ήταν γνωστό στους αρχαίους Ελληνες. Ο Αριστοτέλης, ο οποίος το αναφέρει στα «Μετεωρολογικά» του, φέρεται να είναι ο πρώτος, επιστημονικά, παρατηρητής του φαινομένου. Τελευταία εμφάνιση στη χώρα μας ήταν κατά τη διάρκεια της μαγνητικής καταιγίδας της 20ής Νοεμβρίου 2003. Από τα παλιά χρόνια, οι κάτοικοι των αρκτικών περιοχών, επηρεασμένοι από τον μακρύ χειμώνα και τις άγριες καιρικές συνθήκες, συνέδεσαν το σέλας με μύθους και τοπικούς θρύλους, κάνοντάς το αναπόσπαστο μέρος της πλούσιας λαογραφίας τους. Οι σκανδιναβικοί λαοί πίστευαν πως ήταν αντανακλάσεις από τις δάδες που κρατούσαν οι Λάπωνες ψάχνοντας τους ταράνδους. Οι Φινλανδοί ότι ήταν άγγελοι του Θεού που κυνηγούσαν τους δαίμονες. Οι Βίκινγκς πως ήταν η αντανάκλαση των ασπίδων που κρατούσαν οι Βαλκυρίες. Οι Εσκιμώοι ότι είναι ψυχές των νεκρών που αναζητούν τους δικούς τους. Οι Ινδιάνοι του Καναδά έβλεπαν το βόρειο σέλας σαν τεράστιες φωτιές που άναβαν οι ουράνιοι δαίμονες, όταν μαγείρευαν φάλαινες για να φάνε, ενώ οι Ινδιάνοι της Αμερικής πίστευαν ότι πρόκειται για μια μεγάλη συνάθροιση πολεμιστών που έβραζαν τους εχθρούς τους σε μεγάλα καζάνια. Ακόμη και οι ιθαγενείς Μαορί της Νέας Ζηλανδίας, βλέποντας το νότιο σέλας, πίστευαν πως ήταν οι πρόγονοί τους που έφτασαν στην Ανταρκτική και παγιδεύτηκαν εκεί.
Ημέρα 6η



Singi – Kebnekaise Mountain Station – Nikkaluokta
Η τελευταία ημέρα της διάσχισης, αυτή τη φορά με σχετικά καλό καιρό αλλά πάρα πολύ κρύο. Ξεκινάμε νωρίς, γιατί η απόσταση που πρέπει να διανύσουμε είναι πάνω από 30 χλμ. Κατευθυνόμαστε προς τη στενή κοιλάδα Ladtjo, ανάμεσα σε αρκτικούς γίγαντες. Η διαδρομή, κυρίως κατηφορική, με καταπληκτική θέα του ψηλότερου βουνού της Σουηδίας, του Kebnekaise (2.117 μ.). Η όμορφη ημέρα μάς επιτρέπει να απολαύσουμε το πανόραμα και δεν χάνουμε την ευκαιρία, με συχνές στάσεις, να απαθανατίζουμε την ομορφιά του απέραντου λευκού τοπίου. Οταν φτάνουμε, έπειτα από 14, ευχάριστα αυτή τη φορά, χιλιόμετρα, στον ορειβατικό σταθμό Kebnekaise, επικρατεί ένας πραγματικός πανικός. Σε όλο αυτό το σιωπηλό και γαλήνιο αρκτικό σκηνικό έχουν εισβάλει εκατοντάδες στρατιωτικές μονάδες και διασώστες με σκυλιά. Με ελικόπτερα έχουν καταφθάσει δημοσιογράφοι και τηλεοπτικά κανάλια, για να καλύψουν το γεγονός και να πάρουν πληροφορίες σχετικά με το συμβάν της πτώσης του αεροπλάνου και την πρόοδο των ερευνών. Πολύ αργότερα, τις επόμενες ημέρες, περιμένοντας στο αεροδρόμιο για την πτήση της επιστροφής, μαθαίνουμε την τραγική κατάληξη αυτού του περιστατικού, με πέντε νεκρούς νορβηγούς στρατιώτες στη Βόρεια πλευρά του Kebnekaise.
Υστερα από ένα μεγάλο διάλειμμα απόλαυσης των ανέσεων του ορειβατικού σταθμού, συνεχίζουμε, για τα τελευταία 20 χλμ., προς την κατάληξη της διαδρομής μας, το μικρό χωριό Nikkaluokta των Λαπώνων (Sami). Περνάμε από κατάλευκες, πολύ όμορφες πεδιάδες, δάση και παγωμένους υγρότοπους. Τώρα είναι πανέμορφα, όμως το καλοκαίρι είναι πολύ δύσκολο να κινηθείς πάνω τους, επειδή μετατρέπονται σε βάλτους με νέφη από κουνούπια και μύγες. Επειτα από μια σύντομη στάση σε μια μικρή ξύλινη καλύβα, προχωράμε μέσα από το χιονισμένο δάσος ανάμεσα από τα τόσο φορτωμένα με χιόνι έλατα που περισσότερο μοιάζουν με διάσπαρτα ολόλευκα αγάλματα παρά με δέντρα. Σαν φυσικά έργα τέχνης με δημιουργό τον βαρύ χειμώνα της Λαπωνίας.
Αφήνουμε πίσω μας την Αρκτική γεμάτοι ικανοποίηση, εμπειρίες και εντυπωσιακές εικόνες, σχεδιάζοντας το επόμενο project. Μία χειμερινή διάσχιση με σκι στην περιοχή της Αρκτικής, με συνοδεία το βόρειο σέλας, τον αμυδρό χειμερινό ήλιο κάτω από τον ορίζοντα και το επιβλητικό αρκτικό τοπίο της Βόρειας Σουηδίας είναι σίγουρα κάτι έξω από τα συνηθισμένα μας «λημέρια». Το εντυπωσιακό αλπικό σκηνικό, η πανέμορφη αρκτική φύση, οι παγωμένες λίμνες και τα νερά ποταμών που τον χειμώνα σχηματίζουν παγοκαταρράκτες συνθέτουν ένα αρκτικό μωσαϊκό, μια εικόνα απρόβλεπτη και σκληρή αλλά ταυτόχρονα τόσο μαγική και αινιγματική.

*Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 21 Δεκεμβρίου 2014

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ