Η Μαρία Πρωτόπαππα βρίσκεται μεταξύ δύο ανδρών. Του συντρόφου και του εραστή της. Τόσο η ίδια όσο και οι υπόλοιποι ήρωες του «Κυκλισμού του τετραγώνου», αν σταματήσουν να σχετίζονται με κάποιον, παύουν να υπάρχουν. Εκτός από τη συγκεκριμένη παράσταση, σε λίγο καιρό ανεβαίνουν άλλα δύο έργα με πρωταγωνίστρια την ίδια: «Το πένθος ταιριάζει στην Ηλέκτρα», στο Εθνικό, και οι «Παραλλαγές θανάτου», στο Θέατρο Πορεία, και τα δύο σε σκηνοθεσία Γιάννη Χουβαρδά. «Τώρα έχουν πέσει όλα μαζί. Τον Μάρτιο μπορεί να μην έχω τίποτα και να κοιτάζω το ταβάνι. Ετσι είναι η δουλειά μου. Γεμίζει και αδειάζει απότομα, έρχεται και φεύγει σε κύματα».
Τι επιδιώκει «Ο κυκλισμός του τετραγώνου»;
«Το ζητούμενο όλων των ηρώων είναι να αγαπηθούν, το θέμα όμως δεν είναι μόνο η ερωτική αγάπη, αλλά το να παραμένεις εμπλεκόμενος με κάποιον ή με κάποιους. Οταν φεύγεις από μια σχέση, είσαι ένα τίποτα. Το έργο του Δημητριάδη μιλάει για την εξάρτηση, γιατί αν είσαι μόνος σου, θεωρείσαι αυτομάτως απόβλητος. Πρέπει να είσαι μονίμως μέσα στη δίνη των σχέσεων και έχουν μεγάλο ενδιαφέρον όλοι αυτοί οι χειρισμοί που κάνουν τα πρόσωπα προκειμένου να φέρουν τον άλλον πιο κοντά τους και να μη βγουν εκτός παιχνιδιού».
Πόσο μοιάζει με την αληθινή ζωή αυτό;
«Στην πραγματική ζωή, εμένα μου κάνει καλό να παρατηρώ αυτό το παιχνίδι και απέξω. Επειδή είμαι αρκετά δειλή στο να ξεκινήσω μια καινούργια ερωτική ιστορία, κρατιέμαι πολύ πίσω και νιώθω καλά μόνη μου. Αναζητώ την αγάπη όταν δεν βρίσκω άλλο νόημα στη μοναξιά. Είναι περίοδοι που την έχω απόλυτη ανάγκη είτε για να ανασυγκροτηθώ, είτε για να αλλάξω κάποια πράγματα σ’ εμένα, έρχονται όμως και κάποιες φάσεις εξωστρέφειας και τότε αρχίζουν και πάλι να λάμπουν οι άνθρωποι στα μάτια μου. Κάποια στιγμή με κουράζει όλο αυτό, παθαίνω αναφυλαξία με το ανθρώπινο είδος, επιστρέφω σ’ εμένα, βλέπω τι έχει γίνει, τι δεν έχω αλλάξει στον εαυτό μου, τι έφταιγε στους άλλους και μετά φτου κι απ’ την αρχή, λέω «τι ωραία πλάσματα υπάρχουν εκεί έξω, ρε παιδί μου!». Αυτός είναι ο δικός μου κυκλισμός».
Υπάρχει τελικά κάποιο μυστικό επιτυχίας στις σχέσεις;
«Δεδομένου ότι όλοι έχουμε ελαττώματα, πρέπει να βρούμε τον άνθρωπο με το ελάττωμα που αντέχουμε. Αυτή είναι η μόνη λύση. Συμφιλιώνομαι με το ότι τα θέματά μου είναι άλυτα, οπότε τελικά πρέπει να διαλέγεις εκείνον που μπορείς να διαχειριστείς. Εχω συνυπάρξει με ανθρώπους που με αρρώσταιναν, που έλεγα «δεν αντέχω άλλο», και άλλες φορές πάλι βρίσκεις κάποιον ο οποίος έχει τέτοιους μηχανισμούς που σου επιτρέπουν να συμβιώνεις μαζί τους με τον καλύτερο δυνατό τρόπο».
Οι άνθρωποι με τους οποίους σχετιζόμαστε λειτουργούν σαν καθρέφτες μας;
«Εγώ πηγαίνω ξανά και ξανά σε έναν τύπο ανθρώπου. Είναι ένα κομμάτι μου το οποίο ψάχνω συνέχεια, τόσο αρνητικό όσο και θετικό. Πριν από λίγο καιρό συνειδητοποίησα ότι στις ερωτικές σχέσεις και στις κοντινές φιλίες μου όλοι οι άνθρωποι είχαν την ίδια προσωπικότητα. Μπορεί να μη συμπαθιούνται μεταξύ τους, γιατί το καθρέφτισμα είναι άβολο. Και μετά έρχεται κάποιος και με ρωτάει «Μα, καλά, πού πας και τους βρίσκεις όλους αυτούς; Τι πού πάω και τους βρίσκω… Εχει μικροτσίπ ο εγκέφαλος!».
Και η αιώνια πάλη των φύλων;
«Αρχέγονη και γι’ αυτό διαχρονική. Για μένα οι άνθρωποι γίνονται ανοργασμικοί όταν έχουν εμμονή με την εμφάνισή τους και θέλουν να είναι όλα τέλεια. Χάνουν τον γήινο αισθησιασμό του ζώου. Για παράδειγμα, τα γυναικεία τακούνια δίνουν το σήμα στον άνδρα ότι δεν θα πας πολύ μακριά μέσα στο δάσος. Θα κάνεις ότι τρέχεις, αλλά δεν θα πας μακριά. Εκείνο που με εκνευρίζει, όμως, είναι το γιατί οι γυναίκες πρέπει να ξοδεύουμε τόσα χρήματα στο όνομα της σαγήνης. Γιατί να έχω τόση αγωνία τι θα φορέσω και πώς θα βαφτώ, λες και δίνω εξετάσεις; Εσύ τι κάνεις, ρε φίλε, για να με διεκδικήσεις; Εχω τσακωθεί πολλές φορές για αυτό το θέμα».
Οταν βιώνεις τόσο έντονα πάθη επί σκηνής, νιώθεις χορτάτος στη ζωή σου;
«Νιώθεις την αδρεναλίνη επειδή εκτίθεσαι. Ομως ο έρωτας της Αννας Καρένινα δεν είναι αλήθεια. Δεν λες «α, ωραία, αφού το έζησα στο σανίδι τώρα μπορώ να αράξω στη ζωή μου». Δεν είναι δικά σου αυτά. Γενικά, με τα μυθιστορηματικά πάθη έχω ένα πρόβλημα, δεν τα συμπαθώ καθόλου. Ισως επειδή παλιότερα είχα μεγάλη ροπή προς αυτά, κάτι που με ώθησε, άλλωστε, και στην υποκριτική. Κάποια στιγμή, όμως, κατάλαβα ότι έπρεπε να τα απομυθοποιήσω αν ήθελα να ζήσω σαν άνθρωπος και όχι σαν καταραμένη ηρωίδα. Να βρω έναν τρόπο, δηλαδή, να αντέχω το κανονικό, την καθημερινότητα, να μου φτάνει και να μου περισσεύει. Εχει να κάνει με το υπαρξιακό άγχος μας, να υπάρχει σε καθετί που κάνουμε μια δομή, ένα νόημα. Οπως ο ήρωας πάει κάπου, έτσι θέλουμε να πάμε κι εμείς, να υπάρχει αρχή, μέση, τέλος, κάθαρση. Ολα αυτά, όμως, είναι κατασκευές για να μας παρηγορήσουν. Η τέχνη είναι παρηγοριά. Σε βγάζει από την υποψία της ματαιότητας. Θες λίγη σκόνη να λαμπυρίζει. Στην πραγματικότητα, περνάνε ζωές έτσι και χάνονται. Αλλά αυτό δεν είναι ασήμαντο, αυτό πρέπει να καταλάβουμε. Δεν έχει να κάνει με το πόσα βελάκια σε δείχνουν, με το πόσο γυαλίζεις ή αν είσαι μέσα σε κάδρο. Στην πραγματική ζωή δεν υπάρχουν φώτα».
Η «Ηλέκτρα» είναι η πρώτη «κακιά» ηρωίδα που υποδυθήκατε…
«Ηταν πολύ ωραία. Εχεις την ευκαιρία να εκτονώσεις σκοτεινά ένστικτα που καταπιέζονται στην κανονική ζωή, σαν να εξασκείσαι σε ένα πολύ δύσκολο κομμάτι στο βιολί ή στο πιάνο. Οχι ότι την κατάλαβα απόλυτα, υπήρχαν και φάσεις που έβλεπα εφιάλτες, έλεγα δεν μπορώ να μπω τόσο βαθιά στο μυαλό της. Ανέσυρα μαύρα πράγματα, δολοφονικά ένστικτα. Το κομμάτι της αιμομιξίας με φόβισε πολύ, μπήκα στο τριπάκι να σκεφτώ πώς θα ένιωθα αν έβλεπα τη δική μου μάνα, τον δικό μου αδελφό έτσι, και δεν άντεξα. Είπα αυτό δεν μπορώ να το ακουμπήσω, είναι άπατο. Ας το κάνουμε να φαίνεται αληθινό μέσα από το χτίσιμο μιας καλής τεχνικής, δεν θα αρρωστήσω κιόλας. Τώρα, όμως, χαίρομαι που θα την ξανασυναντήσω, δεν την αποχαιρέτησα μέσα μου. Δεν το παθαίνω συχνά αυτό, δεν είμαι εξαρτημένη από τους ρόλους, μάλιστα μόλις τελειώσει μια παράσταση νιώθω και ανακούφιση πλέον. Μπαφιάζεις, λες «πάμε παρακάτω». Κάτι καινούργιο, λίγη ζωή, λίγη χαρά, κάτι άλλο».
Εχετε κάποιο σχέδιο απόδρασης, κάτι άλλο εκτός από το θέατρο;
«Κάποια στιγμή έκανα μια μικρή έξοδο στην επαρχία, έμεινα εκεί μερικούς μήνες, άνοιξη και φθινόπωρο, όχι το καταχείμωνο. Ηθελα να δω πώς είναι, σαν πρόγευση μιας πιθανής μετοίκησης. Ηταν δύσκολα, αλλά διαπίστωσα ότι γίνεται. Και με ανθρώπους μπορείς να δικτυωθείς, και να μη νιώθεις μόνος, και η Αθήνα δεν σου λείπει όσο νόμιζες. Το θέμα, όμως, είναι πώς θα βιοποριστείς. Μου λένε να τα βροντήξω όλα και να πάω στο χωριό μου να φυτεύω, αλλά δεν είναι παίξε-γέλασε. Κάποιος πρέπει να σου δείξει πώς να το κάνεις».
Εχετε τρακ προτού βγείτε στη σκηνή;
«Ευτυχώς υπάρχει μια αγωνία που τη χειρίζομαι και τη μετατρέπω σε ενέργεια. Αν έχω τρακ που με σταματάει, σημαίνει ότι κάτι δεν πάει καλά. Αυτό δεν αντέχεται. Αλλά, ναι, είμαι σε εγρήγορση, δεν βγαίνω σαν να σουλατσάρω στο σαλόνι μου».
Κι όταν ανάψουν τα φώτα;
«Δεν με ενδιαφέρει το χειροκρότημα. Δεν είναι η αγαπημένη μου στιγμή στην παράσταση. Για μένα η υπόκλιση είναι σαν να λέω ένα «ευχαριστώ», σαν να χαιρετώ τον κόσμο που βρέθηκε εκεί. Ενα «γεια σου» και ένα «ευχαριστώ». Τίποτε άλλο».
* «Ο Κυκλισμός του τετραγώνου»: Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών, ως τις 27/10.
** «Το πένθος ταιριάζει στην Ηλέκτρα»: Κεντρική Σκηνή Εθνικού, πρεμιέρα στις 6/11.
*** «Παραλλαγές θανάτου»: Θέατρο Πορεία, πρεμιέρα στις 12/12.

****Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 20 Οκτωβρίου 2013

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ