Το πρωί του Σαββάτου αναμένεται να συνεδριάσει η Εκτελεστική Επιτροπή της Πανελλήνιας Ναυτικής Ομοσπονδίας προκειμένου να αποφασίσει εάν θα συνεχίσει τις 48ωρες απεργίες της ή εάν θα τις αναστείλει. Στελέχη της ΠΝΟ σημείωναν ότι θα πρέπει να εξεταστεί σοβαρά η γραπτή ανακοίνωση του υπουργείου Οικονομικών της Πέμπτης στην οποία αναφέρονταν ότι «σε συνέχεια της τοποθέτησης του υπουργού Οικονομικών Ευκλείδη Τσακαλώτου στη σημερινή συνεδρίαση της Ολομέλειας της Βουλής, σύμφωνα με την οποία «Ο προϋπολογισμός του 2017 και ο προϋπολογισμός του 2018 θα κλείσουν χωρίς καμία αύξηση στις φορολογικές εισφορές των ναυτικών», υπογραμμίζεται ότι: η κυβέρνηση ούτε το έπραξε στο παρελθόν, ούτε σκοπεύει στο μέλλον να εξομοιώσει τους ναυτικούς με τους μισθωτούς.»

Ο υπουργός Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής Παναγιώτης Κουρουμπλής μιλώντας στη τηλεόραση του ΣΚΑΙ με αφορμή τα επεισόδια που έγιναν στο λιμάνι του Ηρακλείου συνέστησε υπομονή εκφράζοντας την ελπίδα ότι το πρωί του Σαββάτου στη συνεδρίαση της ΠΝΟ θα πρυτανεύσει η λογική. Ο κ. Κουρουμπλής δεν αναφέρθηκε συγκεκριμένα στη στάση που θα κρατήσει το υπουργείο εάν οι συνδικαλιστικοί εκπρόσωποι των ναυτικών αποφασίσουν να συνεχιστούν οι κινητοποιήσεις λέγοντας ότι η κάθε πλευρά θα αναλάβει τις ευθύνες της.

Την Παρασκευή έκρυθμη ήταν η κατάσταση ως αργά το βράδυ στο λιμάνι του Ηρακλείου όταν αγρότες που έφτασαν στο σημείο από διάφορες περιοχές του νομού προσέγγισαν το πλοίο της Blue Star «Blue Horizon» και επιχείρησαν να λύσουν τους κάβους ζητώντας άμεση λύση στη μεταφορά των αγροτικών προϊόντων τους.

Οι αγρότες επιχείρησαν να λύσουν τους κάβους ζητώντας από το πλήρωμα να ανοίξει τους καταπέλτες ενώ οι ναυτικοί πλήρωμα τους παρεμπόδιζαν με μάνικες νερού και τότε ορισμένοι εκ των αγροτών πέταξε στη πρύμνη φωτοβολίδα την οποία οι ναυτικοί πέταξαν εκ νέου στο λιμάνι. Λίγο αργότερα το πλήρωμα έσπασε τους κάβους και απομάκρυνε από το σημείο το καράβι για λόγους ασφαλείας.

Οι αγρότες, ζητούσαν από τον λιμενάρχη Ηρακλείου Δημήτρη Σαϊτάκη, που βρέθηκε από τη πρώτη στιγμή στο σημείο όπου είναι οι αγρότες, να επιστρέψει το πλοίο, να φορτώσει τις νταλίκες και να αναχωρήσει για τον Πειραιά.

Στο μεταξύ, άλλοι αγρότες έβαλαν φωτιά στο εκδοτήριο 5 της ναυτιλιακής εταιρίας Blue Star και λόγω των υλικών που υπάρχουν μέσα στο κτίριο σημειώνονται συνεχείς αναζωπυρώσεις, ενώ σύμφωνα με μαρτυρίες ορισμένοι δεν επιτρέπουν στους άνδρες της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας να προσεγγίσουν το σημείο και να σβήσουν την φωτιά ολοσχερώς.

Οι αγρότες δηλώνουν αποφασισμένοι να παραμείνουν στο λιμάνι, ενώ μέσα στην ένταση και τα επεισόδια τραυματίστηκε ελαφρά στο πόδι ο Λιμενάρχης.

Αναφερόμενος στα επεισόδια στο λιμάνι του Ηρακλείου ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ενωσης Ναυτών ΕΝ Αντώνης Νταλακογεώργος δήλωσε ότι: «Η κυβέρνηση και οι εκπρόσωποι ορισμένων φορέων στη Κρήτη αλλά και μεγάλο μέρος των ΜΜΕ θερίζουν τα αποτελέσματα του κλιμακούμενου κοινωνικού αυτοματισμού που καλλιεργούσαν συστηματικά επί σειρά ημερών.»

Και πρόσθεσε: «Αργά το απόγευμα σχεδιάστηκε, οργανώθηκε και εκτελέστηκε επίθεση από ομάδα 100-120 αγροτών στο Ε/Γ-Ο/Γ πλοίο «BLUE HORIZON» ενάντια στους απεργούς Ναυτεργάτες με σκοπό να επιβάλουν με την ωμή βία την τρομοκρατία, φθάνοντας στο σημείο να πετάξουν στη πρύμνη του πλοίου δεκάδες καπνογόνα, πέτρες και αλλά αντικείμενα με αποτέλεσμα να θέσουν σε άμεσο κίνδυνο τη σωματική ακεραιότητα ακόμη και την ζωή των Ναυτεργατών-απεργών. Ταυτόχρονα έβαλαν φωτιά και κατέστρεψαν τα γραφεία ναυτιλιακής ακτοπλοϊκής εταιρίας. Μπροστά σε αυτόν τον επικίνδυνο εκτροχιασμό που έλαβε χώρα στο λιμάνι του Ηρακλείου και στο οποίο απουσίαζαν επιδεικτικά οι αστυνομικές δυνάμεις, το πλήρωμα του πλοίου αντέδρασε με ψυχραιμία, κόβοντας τους κάβους και βγάζοντας το πλοίο στη ράδα. Οι ευθύνες για τα θλιβερά και επικίνδυνα αυτά γεγονότα βαρύνουν αποκλειστικά την κυβέρνηση, το ΥΕΝ αλλά και τις αστυνομικές – λιμενικές δυνάμεις οι οποίες επέδειξαν πρωτοφανή αδράνεια απέναντι στις παρακρατικές δράσεις των λεγόμενων αγανακτισμένων αγροτών οι οποίοι στοχοποιούν ως εχθρό το μαχόμενο ναυτεργατικό κίνημα και τους Ναυτεργάτες που δίνουν ένα σκληρό και δύσκολο αγώνα που αφορά την ίδια την επαγγελματική τους υπόσταση. Η κυβέρνηση, οι δικαστικές και αστυνομικές αρχές πρέπει να αναλάβουν την ευθύνη τους μπροστά σε πρακτικές βαθύτατα αντιδημοκρατικές και επικίνδυνες για τα δημοκρατικά δικαιώματα και τις συνδικαλιστικές ελευθερίες των εργαζομένων και των Ναυτεργατών.»