Με τις καταθέσεις αστυνομικών και αυτοπτών μαρτύρων του εμπρησμού της Marfin και του βιβλιοπωλείου ΙΑΝΟΣ, τον Μάιο του 2010, κατά τη διάρκεια συλλαλητηρίου κατά του πρώτου μνημονίου, συνεχίσθηκε η δίκη ενώπιον του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου των δύο κατηγορουμένων.

Ένας εκ των μαρτύρων, που βρισκόταν στο πατάρι του ΙΑΝΟΥ, κατέθεσε πως είδε να σπάνε την τζαμαρία της τράπεζας και μετά «έναν ψηλό μελαχρινό που πέταξε μέσα την μολότοφ».

Όπως είπε ο μάρτυρας «οι άλλοι τον τράβηξαν και του είπαν «τι κάνεις ρε μ….» πράγμα που σημαίνει ότι δεν ήθελαν να κάψουν τη τράπεζα. Όπως τον τραβάγανε, σηκώθηκε η μπλούζα του και φάνηκε σώμα νέου.

Ο μάρτυρας ανέφερε επίσης πως αρκετοί από τους διαδηλωτές και ενώ η τράπεζα φλεγόταν και οι υπάλληλοι της είχαν βγει στο μπαλκόνι, τους φώναζαν «να καείτε ρε».

Ο τότε υπεύθυνος του βιβλιοπωλείου, κατέθεσε μεταξύ άλλων, πως λίγο πριν δεχθούν την βομβιστική επίθεση άκουσε κάποιον να φωνάζει «κάψτε το μαγαζί του Τσοχατζόπουλου».

Όπως είπε είδε δύο από την «οργανωμένη ομάδα» των δραστών, μετά από εντολή που έδωσε κάποιος, κινήθηκαν απέναντι προς την Marfin.

«Η τράπεζα δεν μπορούσε να έχει ρολά, ήταν νεοκλασικό το κτίριο, οι άνθρωποι ήταν απροστάτευτοι. Έριξαν μέσα ένα ογκώδες αντικείμενο. Μόλις το είδα είπα:» πω, πω, θα τους κάψουν σαν ποντίκια». Σε δευτερόλεπτα έγινε μετά η επίθεση σε μας. Κάποιος έσπασε την βιτρίνα με σφυρί… Αυτοί δεν είχαν καμία σχέση με την ομάδα της Marfin. Αυτοί που επιτέθηκαν σε εμάς, εμφανίσθηκαν από το πεζοδρόμιο. Έριξαν δυο μολότοφ πήραμε αμέσως τους πυροσβεστήρες. Τότε εμφανίστηκε και άλλο άτομο και απευθυνόμενος προς εμένα είπε θα σε κάψω. Ότι μπορέσαμε να καταλάβουμε, γιατί φορούσε μάσκα. Προσπάθησε να τον απωθήσει ένας εργαζόμενος, αλλά εκείνη την ώρα ξεβιδώνει το μπουκάλι που κρατούσε… Μετά πέταξε υλικό στη ξύλινη σκάλα του καταστήματος» είπε.

Ο μάρτυρας αρνήθηκε ότι αναγνώρισε κάποιον εκ των κατηγορουμένων.

Ο φίλος του πρώην υπευθύνου του βιβλιοπωλείου που βρισκόταν εκεί στα γεγονότα, αναφέρθηκε σε μία ομάδα δέκα ατόμων με καλυμμένα πρόσωπα, σακίδια και γάντια που πήγε στην τράπεζα:

Ο μάρτυρας περιέγραψε πως ένας από τους δράστες της επίθεσης στο βιβλιοπωλείο του είπε «κάνε πίσω θα σε κάψω» και ότι όταν αυτός του είπε να μην πετάξει τις μολότοφ, ο μασκοφόρος τον περιέλουσε με το εύφλεκτο υλικό.

Στις καταθέσεις τους οι αστυνομικοί της Κρατικής Ασφάλειας, είτε αναφέρθηκαν στις έρευνες στα σπίτια των δύο κατηγορουμένων -όσοι μετείχαν στις διαδικασίες αυτές- είτε στην ανώνυμη επιστολή που «υποδείκνυε» τους δράστες.

Η υπεράσπιση μίλησε για στοχοποίηση των συγκεκριμένων κατηγορουμένων επειδή είναι αναρχικοί και γνωστοί από παλαιότερες προσαγωγές, ενώ κατήγγειλε ότι η υπόθεση έχει στηθεί από την Ασφάλεια «που κοροϊδεύει τις οικογένειες των θυμάτων».