Δομικές αλλαγές που εισάγουν νέα δεδομένα στο πεδίο της Δικαιοσύνης και προσεγγίζουν με σύγχρονους όρους την ποινική δίκη αναμένεται να επιφέρει η αναθεώρηση του Ποινικού Κώδικα και του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας που επιχειρεί το υπουργείο Δικαιοσύνης. Το εύρος των αλλαγών εκτιμάται ως σημαντικό, καθώς θα αφορά μεταξύ άλλων το σύστημα των ποινών, τη μείωση των κακουργημάτων, την ένταξη στον Ποινικό Κώδικα σύγχρονων παραμέτρων ως προς νέα σχετικά εγκλήματα, όπως αυτά σε βάρος του περιβάλλοντος ή των πληροφορικών συστημάτων, αλλά και την ενίσχυση της προκαταρκτικής εξέτασης με περισσότερες ανακριτικές πράξεις, καθώς και καινοφανείς εισαγγελικές δυνατότητες για αποχή από την ποινική δίωξη. Ερώτημα παραμένει, βεβαίως, αν η συγκεκριμένη επιτροπή για την αναθεώρηση του Ποινικού Κώδικα θα υιοθετήσει παλαιότερη επιλογή αναφορικά με την κατάργηση του νόμου 1608/1950 περί καταχραστών του δημοσίου χρήματος, που είχε ξεσηκώσει θύελλα αντιδράσεων. Η αναθεώρηση θα ολοκληρωθεί μέσα στους επόμενους έξι μήνες, οπότε και θα περάσουν τα νομοθετήματα από τη Βουλή, ως εκ τούτου «όλα τα ενδεχόμενα είναι ακόμη ανοιχτά».
Σύμφωνα με τον κ. Κωνσταντίνο Κοσμάτο, γενικό γραμματέα του υπουργείου Δικαιοσύνης, η προσαρμογή των Κωδίκων στις σύγχρονες ανάγκες συνδέεται άρρηκτα με την ταχύτερη απονομή της Δικαιοσύνης. «Η απλοποίηση των διαδικασιών κίνησης και εξέλιξης της ποινικής δίκης και η εισαγωγή μοντέλων που ανταποκρίνονται στα καλύτερα διεθνή πρότυπα, η συγκέντρωση του ποινικού ενδιαφέροντος στα σημαντικότερα εγκλήματα και η αποκλιμάκωση των απειλούμενων ποινικών κυρώσεων θεωρείται ότι θα οδηγήσουν σε λύσεις, ενώ δεν θα χάνεται ο σταθερός στόχος διατήρησης των θεμελιωδών δικαιωμάτων των διαδίκων, και ιδίως του κατηγορουμένου. Αυτές οι αλλαγές αναμένεται, άλλωστε, να επιδράσουν θετικά και στην αποφόρτιση του σωφρονιστικού συστήματος».
Αλλάζει το σύστημα των ποινών


Η επιστημονική επιτροπή που εργάζεται πάνω στον νέο Ποινικό Κώδικα δεν ξεκινάει από το μηδέν: διατηρεί τις διατάξεις που έχουν καταξιωθεί στον χρόνο, ενώ υιοθετεί μέρος του έργου παλαιότερων επιτροπών, υπό την προεδρία του αείμνηστου Ιωάννη Μανωλεδάκη, της καθηγήτριας κυρίας Ελισάβετ Συμεωνίδου-Καστανίδου, του επίτιμου αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου κ. Βασίλη Μαρκή.
Βασικός άξονας της σημερινής αναθεώρησης θα είναι, όπως όλα δείχνουν, το σύστημα των ποινών, καθώς εμπλουτίζεται το υπάρχον οπλοστάσιο, με αναβάθμιση των εναλλακτικών ποινών, όπως η κοινωφελής εργασία, ενώ επανεξετάζεται το κατά κοινή ομολογία «ενοχλητικό» σύστημα της μετατροπής της ποινής, έτσι ώστε να μην υπάρχει η εξαγορά ως πανηγυρική διαδικασία εξαφάνισης της ποινής –πάντα για τα πλημμελήματα. Πηγές αναφέρουν συγκεκριμένα ότι θα δίδεται εναλλακτική, ή φυλάκιση ή χρηματική ποινή, προσθέτοντας γενικότερα ότι προβλέπεται και ο εξορθολογισμός των χρηματικών ποινών ώστε να ανταποκρίνονται μεταξύ άλλων στην πραγματική οικονομική κατάσταση του δράστη. Επιχειρείται, επίσης, η κατάργηση παρεπόμενων ποινών, που κρίνονται αναχρονιστικές, όπως η αποστέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων, ενώ υπάρχουν σκέψεις για το αν θα διατηρηθούν τα πταίσματα που τιμωρούνται με πρόστιμο (στην κατεύθυνση του να γίνει το πρόστιμο διοικητικό).
«Η επιτροπή προσανατολίζεται στη μείωση των κακουργημάτων και στη γενικότερη αποκλιμάκωση των επαπειλούμενων ποινικών κυρώσεων» τονίζει μέλος της Επιτροπής προς «Το Βήμα». «Εργάζεται επίσης πάνω στη σύγκλιση των ονομαστικών ποινών με τις επιβαλλόμενες, έτσι ώστε το σύστημα των ποινών να εμφανίζει προβλεψιμότητα και διαφάνεια. Σήμερα, υπάρχει άλλωστε τεράστια απόκλιση ανάμεσα στην ποινή που απαγγέλλεται στο δικαστήριο και της πράγματι εκτιόμενης, με αποτέλεσμα να καθίστανται συμβολικές οι επαπειλούμενες ποινές, ιδίως αυτές που προβλέπονται για πλημμεληματικού χαρακτήρα εγκλήματα, και να μη λειτουργούν αποτρεπτικά».
Ο ίδιος προσθέτει ότι η επιτροπή «εντάσσει στον Ποινικό Κώδικα εγκληματικές πράξεις οι οποίες θίγουν σημαντικά για τις σύγχρονες κοινωνίες έννομα αγαθά, όπως είναι τα εγκλήματα σε βάρος του περιβάλλοντος ή των πληροφορικών συστημάτων».
Αλλες πηγές αναφέρουν, εξάλλου, ως πολύ πιθανή την ενσωμάτωση στο βασικό ποινικό νομοθέτημα ειδικών νόμων, όπως αυτοί που σχετίζονται με το ξέπλυμα μαύρου χρήματος, σημειώνουν ωστόσο ότι «τίποτε δεν έχει κλειδώσει».
Ο ρόλος του εισαγγελέα


Οσοι γνωρίζουν το έργο της επιτροπής που επεξεργάζεται τις αλλαγές στον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας θεωρούν δεδομένη τη διεύρυνση της προκαταρκτικής εξέτασης, καθώς πλέον θα επιτρέπονται περισσότερες ανακριτικές πράξεις. Στόχος είναι να μειωθεί ο φόρτος της κύριας ανάκρισης, εξηγούν, διευκρινίζοντας ότι την τελευταία θα αφορά κατά βάση η απολογία.
«Ενσωματώνονται για πρώτη φορά στη Δικονομία ειδικοί νόμοι που προβλέπουν τα καθήκοντα των ειδικών εισαγγελέων, όπως είναι οι οικονομικοί εισαγγελείς και οι εισαγγελείς Διαφθοράς» σημειώνουν οι ίδιοι, ενώ προσθέτουν ότι επανακαθορίζονται οι θεσμοί που εμπεδώνουν την αμεροληψία των δικαστικών προσώπων: «Ο λόγος αποκλεισμού. που αναφέρεται σε προηγούμενη σύμπραξη του δικαστή στην έκδοση απόφασης ή βουλεύματος, επεκτείνεται και στον εισαγγελέα».
Παράλληλα, εξαιρετικά σημαντικές θεωρούνται οι νέες εισαγγελικές δυνατότητες για αποχή από την ποινική δίωξη. Η δυνατότητα αυτή, που υπάρχει ήδη στην Αγγλία, στη Γαλλία, στη Γερμανία, παρέχεται στον εισαγγελέα όταν ο κατηγορούμενος είναι υπέργηρος ή βαριά ασθενής και, δεδομένου του μειωμένου δημόσιου συμφέροντος, κρίνεται ότι η ποινική δίωξη δεν έχει νόημα. Στο ίδιο μήκος κύματος, πάντα για πλημμελήματα, στο πλαίσιο της λεγόμενης αποκαταστατικής Δικαιοσύνης, πιθανή θεωρείται και η δυνατότητα αποχής υπό όρους: προτού δηλαδή γίνει το δικαστήριο, σε μια τρόπον τινά δοκιμαστική περίοδο ο εισαγγελέας θέτει όρους, ο σεβασμός προς τους οποίους κρίνει τελικά το αν θα ασκηθεί ή όχι η ποινική δίωξη.


Ονόματα
Η σύνθεση των επιτροπών

Πρόεδρος της επιτροπής για το Ποινικό Δίκαιο είναι ο κ. Χριστόφορος Αργυρόπουλος, εκπρόσωπος της Ενωσης Ελλήνων Ποινικολόγων. Συμμετέχουν o κ. Στ. Μαντακιοζίδης, αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου επί τιμή, ο κ. Θεόδωρος Τζανάκης, πρόεδρος Εφετών, ο κ. Δημοσθένης Στίγγας, πρόεδρος Πρωτοδικών, η κυρία Ελισάβετ Συμεωνίδου-Καστανίδου, καθηγήτρια στο ΑΠΘ, ο κ. Στέφανος Παύλου, καθηγητής στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης, ο κ. Ηλίας Αναγνωστόπουλος, αναπληρωτής καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, ο κ. Γιώργος Δημήτραινας, επίκουρος καθηγητής στο Δημοκρίτειο, ο κ. Παναγιώτης Βασιλακόπουλος, δικηγόρος.
Στην επιτροπή για τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας προεδρεύει ο κ. Νίκος Παντελής, αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου, ενώ αντιπρόεδρος είναι ο κ. Θεοχάρης Δαλακούρας, καθηγητής στο Δημοκρίτειο. Συμμετέχουν: ο κ. Ευάγγελος Κασαλιάς, αντεισαγγελέας Εφετών, ο κ. Παναγιώτης Μπρακουμάτσος, εισαγγελέας Εφετών, ο κ. Χαράλαμπος Σεβαστίδης, πρόεδρος Πρωτοδικών, ο κ. Ιωάννης Γιαννίδης, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, ο κ. Αριστομένης Τζαννετής, επίκουρος καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, ο κ. Αθανάσιος Ζαχαριάδης, επίκουρος καθηγητής στο ΑΠΘ, ο κ. Βασίλης Δημακόπουλος, δικηγόρος.

Ποινική Δικονομία

  • Διευρύνεται η ποινική συνδιαλλαγή στο σύνολο των οικονομικών εγκλημάτων, ασχέτως αν στρέφονται κατά του Δημοσίου.
  • Εισάγεται η ποινική διαπραγμάτευση για τη συμβιβαστική ολοκλήρωση πλημμεληματικών και κακουργηματικών υποθέσεων ύστερα από ομολογία της πράξης και συμφωνία για την επιβολή μειωμένης ποινής.

Η ύλη των δικαστηρίων
Με τις νέες διατάξεις του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας καθορίζεται η καθ’ ύλην αρμοδιότητα των ποινικών δικαστηρίων. Μεταβιβάζεται δικαστική ύλη από το Μονομελές Πλημμελειοδικείο στο Τριμελές, επαυξάνεται η ύλη του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων ως δευτεροβάθμιου δικαστηρίου, επανέρχεται η ύλη του καταργούμενου Μονομελούς Εφετείου Κακουργημάτων στο Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ