Κάθε μέρα, στη Σουηδία, δεκαπέντε γυναίκες καταγγέλλουν ότι έπεσαν θύματα βιασμού. «Τα θύματα είναι όλο και πιο νέα», λέει ο Κρίστιαν Ντίσεν, καθηγητής του δικαίου στο Πανεπιστήμιο της Στοκχόλμης και ένας από τους συντάκτες μιας έκθεσης που παρουσιάστηκε αυτή την εβδομάδα στις Βρυξέλλες. «Το 2006, τα δύο τρίτα των θυμάτων ήταν κάτω των 30 ετών. Πάνω από τις μισές ήταν μεθυσμένες. Και στη μεγάλη τους πλειοψηφία δεν είχαν συναντήσει τον βιαστή τους 24 ώρες πριν από το συμβάν».
Η έκθεση, που αφορά 33 χώρες, αποκαλύπτει ότι η Σουηδία είναι η ευρωπαϊκή χώρα όπου γίνονται οι περισσότερες καταγγελίες για βιασμούς. Κι ας έχει η σουηδική κοινωνία τη φήμη ότι έχει κατακτήσει την ισότητα των δύο φύλων. Το 2006 έγιναν στη χώρα αυτή 45,6 καταγγελίες ανά 100.000 κατοίκους. Ακολουθούν η Ισλανδία και η Βρετανία. Μεταξύ των χωρών με τις λιγότερες καταγγελίες περιλαμβάνονται η Ουγγαρία, η Ελλάδα, η Κροατία και η Πορτογαλία. Αλλά αυτό δεν σημαίνει κατ΄ανάγκη ότι στις χώρες αυτές γίνονται λιγότεροι βιασμοί.
Στο νοσοκομείο Sodersjukhuset της Στοκχόλμης, το κέντρο υποδοχής των θυμάτων βιασμού άνοιξε τις πόρτες του το 2005. Από τότε, ο αριθμός των γυναικών που καταφεύγουν εκεί αυξάνεται κατά 10% κάθε χρόνο. Πέρυσι, το κέντρο δέχθηκε 700 γυναίκες. Η Λότι Χέλστρεμ, επικεφαλής γιατρός του νοσοκομείου, δεν είναι πεισμένη πάντως ότι η αύξηση των καταγγελιών σημαίνει κατ’ ανάγκη και αύξηση των
βιασμών. «Οι συζητήσεις γύρω από το θέμα αυτό, η σκλήρυνση της νομοθεσίας, καθώς και το άνοιγμα του κέντρου, συνέβαλαν στο να μην είναι πλέον ταμπού να καταγγέλλει μια γυναίκα ότι έπεσε θύμα βιασμού», εξηγεί. «Αν οι αριθμοί είναι τόσο υψηλοί στη Σουηδία, ο βασικός λόγος είναι ότι οι γυναίκες τολμούν
συχνότερα να κάνουν μια καταγγελία».
Πριν από την τροποποίηση του ποινικού κώδικα, το 2005, η σεξουαλική επίθεση εναντίον ενός ατόμου σε κατάσταση αδυναμίας – λόγω ασθένειας, αναπηρίας ή κατανάλωσης αλκοόλ – θεωρούνταν σεξουαλική παρενόχληση και όχι βιασμός. Τον Φεβρουάριο του 2003, μια 35χρονη δέχθηκε επίθεση για πολλές ώρες από ομάδα ανδρών στο διαμέρισμά της, σε ένα προάστιο της Στοχκόλμης. Τέσσερα άτομα συνελήφθησαν, δικάστηκαν και αθωώθηκαν. Ο λόγος; Η γυναίκα βρισκόταν σε κατάσταση προχωρημένης μέθης. Η υπόθεση προκάλεσε κατακραυγή, οδηγώντας στην αλλαγή της νομοθεσίας. Ενας άλλος λόγος που αυξήθηκαν τόσο πολύ οι καταγγελίες, τονίζει ο Κρίστιαν Ντίσεν, είναι η απελευθέρωση των γυναικών και η διεκδίκηση του δικαιώματός τους να αποφασίζουν εκείνες για τη σεξουαλικότητά τους. «Σήμερα, οι γυναίκες στη Σουηδία θεωρούν ότι έχουν δικαίωμα να πουν ΟΧΙ σε οποιαδήποτε στιγμή μιας σχέσης και ότι ένας εξαναγκασμός, ακόμη κι αν δεν συνοδεύεται από απειλές ή βία, συνιστά βιασμό και πρέπει να απασχολήσει τη δικαιοσύνη».
Τα πρώτα θύματα είναι οι νεαρές κοπέλες. «Λόγω έλλειψης εμπειρίας, πιστεύουν ότι το δικαίωμά τους να πουν ΟΧΙ οποιαδήποτε στιγμή είναι προφανές, κάτι που στην πράξη δεν ισχύει», λέει η Λένα Γιόσεφσον, πρόεδρος μιας ένωσης αρωγής των θυμάτων βιασμού. Κατά την άποψή της, η Σουηδία βρίσκεται σε μια μεταβατική κατάσταση: αν η ισότητα των φύλων θεωρητικά ισχύει, αυτό δεν επιβεβαιώνεται πάντα στην πράξη. «Η σεξουαλικότητα είναι ένας τομέας όπου χρειάζεται περισσότερος χρόνος για να κατακτηθεί η ισότητα απ’ ό,τι στη δημόσια σφαίρα», εξηγεί η κοινωνιολόγος Λένα Μπεργκ.
Ερευνήτρια στο εθνικό συμβούλιο πρόληψης του εγκλήματος, η Κλάρα Χραντίλοβα-Σέλιν επισημαίνει ότι οι διεθνείς συγκρίσεις δεν έχουν και πολύ νόημα. Αναγνωρίζει πάντως ότι η εξέλιξη των ηθών παίζει το ρόλο της στην αύξηση των βιασμών. Μερικά παραδείγματα είναι η πιο έντονη νυχτερινή ζωή, οι συναντήσεις στο Διαδίκτυο και η αύξηση της κατανάλωσης αλκοόλ. Ολοι αυτοί οι παράγοντες εξηγούν γιατί οι δράστες είναι στην πλειοψηφία τους άνθρωποι που τα θύματα γνωρίζουν ελάχιστα ή καθόλου. Σε κάθε περίπτωση, μπορεί η Σουηδία να κατέχει το ρεκόρ των καταγγελιών, αλλά το 2006 μόνο το 13% από αυτές κατέληξαν στα δικαστήρια και μόνο το 10% σε καταδίκη.