Στα άρθρα μου στο «Βήμα» τους τελευταίους μήνες έχω επιχειρηματολογήσει υπέρ της άποψης ότι για τη χώρα μας θα ήταν εθνική καταστροφή να μείνει έξω από την Οικονομική και Νομισματική Ενωση (ΟΝΕ) της Ευρώπης. Η τοποθέτησή μου αυτή έχει ενοχλήσει αρκετούς οι οποίοι δεν μπορούν να καταλάβουν γιατί υποστηρίζω την παράδοση της εθνικής μας κυριαρχίας σε θέματα νομισματικής πολιτικής στην Κεντρική Τράπεζα της Ευρώπης. Μάλιστα, κάποιοι που γνωρίζουν τις αρνητικές απόψεις που εκφράζει για το ευρώ ο καθηγητής του Πανεπιστημίου του Harvard κ. Martin Feldstein διερωτώνται πώς είναι δυνατόν να τις αντιπαρέρχομαι. Ετσι, δοθείσης της παρούσης ευκαιρίας, αποφάσισα να ανταποκριθώ και να παρουσιάσω την ανάλυση που βρίσκεται πίσω από τις θέσεις που έχω πάρει ως σήμερα επί του θέματος.


Ο καθένας μας είναι πολίτης της Ελλάδας και πολίτης της Ευρώπης. Ως πολίτης της Ευρώπης συμμερίζομαι όλα τα επιχειρήματα του καθηγητή Feldstein για το ευρώ. Λόγω της διαρθρωτικής ανομοιογένειας των οικονομιών, λόγω των θεσμικών και πολιτισμικών διαφορών και λόγω των μεγάλων αποκλίσεων που παρατηρούνται στα συστήματα των αξιών των πολιτών στις επιμέρους χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης (ΕΕ), το ενιαίο νόμισμα μπορεί να προκαλέσει μεγάλες κοινωνικές αναστατώσεις και σημαντικές απώλειες κοινωνικής ευημερίας. Από την άλλη μεριά, τα πιθανά οφέλη από τη διεξαγωγή των συναλλαγών στο κοινό νόμισμα, την τιθάσευση του πληθωρισμού, την πραγματική σύγκλιση κλπ. μπορεί να μην είναι σημαντικά. Οπότε προκύπτουν πολλά ερωτήματα, μερικά από τα οποία είναι τα εξής: Μήπως οι τριβές που θα προκληθούν θα αποδειχθούν ανυπέρβλητες και το ενιαίο νόμισμα θα γίνει αφορμή ώστε να αναπτυχθούν φυγόκεντρες δυνάμεις στην ΕΕ; Μήπως η εισαγωγή του γίνεται βεβιασμένα, χωρίς να προηγηθεί η προετοιμασία που χρειάζεται για τη μετάβαση των χωρών από το καθεστώς της τελωνειακής στο καθεστώς της οικονομικής ολοκλήρωσης; Μήπως θα ήταν προτιμότερο να προηγηθεί η δημοσιονομική της νομισματικής ολοκλήρωσης κλπ.


Στα ερωτήματα αυτά δεν έχουν δοθεί απαντήσεις από τους υποστηρικτές της επικείμενης νομισματικής ολοκλήρωσης. Εξάλλου, υπάρχει ένα θέμα αρχής για να μη συμφωνεί κάποιος με την εισαγωγή του ευρώ ως αποκλειστικού νομίσματος για την Ευρώπη. Αυτό έγκειται στο εξής: σήμερα κάθε χώρα έχει το δικό της μονοπώλιο του χρήματος· με την κατάργηση των εθνικών νομισμάτων θα καταργηθούν τα εθνικά μονοπώλια και θα αντικατασταθούν με ένα σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Αλλά από τη θεωρία γνωρίζουμε ότι οσάκις δύο ή περισσότερες ανταγωνιστικές επιχειρήσεις συγχωνεύονται σε μία, εκείνοι που ζημιώνονται είναι τελικά οι καταναλωτές γιατί χάνουν τη δυνατότητα της επιλογής. Αντί λοιπόν του ενιαίου νομίσματος, η άριστη λύση για την Ευρώπη θα ήταν να αφήσουν τα εθνικά νομίσματα να ανταγωνισθούν μεταξύ τους για την εμπιστοσύνη των πολιτών.


Για όλους τους πιο πάνω λόγους, ως ευρωπαίος πολίτης, εκτιμώ ότι η εισαγωγή του ευρώ είναι βεβιασμένη και, αν το θέμα έμπαινε σε πανευρωπαϊκό δημοψήφισμα, θα ψήφιζα κατά της εισαγωγής του. Αλλά η άποψή μου ως έλληνα πολίτη είναι διαφορετική. Πιο συγκεκριμένα, παίρνοντας ως δεδομένο ότι οι περισσότερες χώρες έχουν επιλέξει να συμμετάσχουν, υποστηρίζω ότι και η χώρα μας πρέπει να κάνει το ίδιο. Οι διαπιστώσεις που με οδηγούν σε αυτό το συμπέρασμα είναι οι ακόλουθες:


Πρώτον, οι ελληνικές δημοσιονομικές και νομισματικές αρχές απέδειξαν με τη συμπεριφορά τους τα τελευταία 25 χρόνια ότι δεν διαθέτουν την αξιοπιστία που χρειάζεται για τον εκσυγχρονισμό και την πρόοδο της χώρας μας στα πλαίσια της παγκόσμιας ανοικτής και ανταγωνιστικής οικονομίας. Αρα, η πρόσδεσή τους στους μηχανισμούς και στις πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ενωσης θα επιδράσει ευνοϊκά.


Δεύτερον, όντας μέσα, θα έχουμε κάθε λόγο να ζητούμε την οικονομική, την πολιτική και την ηθική στήριξη της ΕΕ στα προβλήματα που τυχόν δημιουργηθούν.


Τρίτον, αν μείνουμε εκτός, θα τους έχουμε δώσει άλλοθι να μας συμπεριλάβουν στην ίδια ομάδα με όλες τις άλλες χώρες της Ανατολικής Ευρώπης.


Μετά τις πιο πάνω διευκρινίσεις ελπίζω ότι οι λόγοι της διαφοράς στις απόψεις μου για το ευρώ ως ευρωπαίου και ως έλληνα πολίτη να έγιναν κατανοητοί.


Ο κ. Γεώργιος Κ. Μπήτρος είναι καθηγητής του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών.