«Μου είναι πολύ οδυνηρό αυτό που κάνω, αλλά ο Σ. έκανε ό,τι μπορούσε για να ελαφρύνει τη θέση του» ανέφερε την περασμένη Παρασκευή μιλώντας στο εφετείο η κυρία Μάνια Μπαρσέφκσι, μέλος της δικτύου για τα κοινωνικά και πολιτικά δικαιώματα και μάρτυρας υπεράσπισης του Αβραάμ Λεσπέρογλου. Ο Σ. για τον οποίο μιλούσε η μάρτυρας ήταν ένας Παλαιστίνιος, πρώην μέλος του ΛΜΑΠ, ο οποίος, κατά τη μάρτυρα, οδηγήθηκε στη ληστεία του 1982 για να «βρει το κεφάλαιο κίνησης για μια ταβέρνα στα Εξάρχεια». Από αυτή την άποψη δεν έκανε τίποτε διαφορετικό από ορισμένους «ιδιοκτήτες του χώρου» της εποχής οι οποίοι με μια ληστεία άνοιγαν… πιτσαρία ή… καφετέρια. Η μαρτυρία, ανεξάρτητα από την ενοχή ή την αθωότητα του κ. Λεσπέρογλου η οποία θα κριθεί από το Εφετείο αυτή την εβδομάδα, ήταν σημαντική για τις σχέσεις ενός ολόκληρου χώρου με μια ομάδα των Παλαιστινίων.


Η κυρία Μπαρσέφσκι, η οποία μιλούσε επί μισή τουλάχιστον ώρα για τις σχέσεις μιας ομάδας ανθρώπων του ευρύτερου αντιεξουσιαστικού χώρου με το Λαϊκό Μέτωπο για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης (ΛΜΑΠ), είχε την ατυχία να μιλάει σε ώτα «μη ακουόντων». Οι επαγγελματίες δικαστές της έδρας, με επικεφαλής τον πρόεδρο του δικαστηρίου, επέμεναν ότι «δικάζουν μια δίκη για ληστεία και βαριά σωματική βλάβη», αποδεχόμενοι όμως ταυτόχρονα… βεβαίωση που προσεκόμισε η πολιτική αγωγή και έφερε την υπογραφή του διευθυντή της Αντιτρομοκρατικής Υπηρεσίας υποστράτηγου Στέλιου Σύρου.


Σε αυτήν βεβαιωνόταν από την Interpol Ιορδανίας ότι ο Ναντίμ Ριζμάουι είχε παρακινηθεί από τη συνήγορο του κ. Λεσπέρογλου να ψευδομαρτυρήσει υπέρ του Αβραάμ Λεσπέρογλου λέγοντας ότι είχε δανειστεί την ταυτότητά του. Φαίνεται ότι η ιορδανή δικηγόρος του κ. Ριζμάουι ήρθε σε επαφή με τους Αμερικανούς στην Ιορδανία και έδωσε τα στοιχεία που προσκομίστηκαν τώρα από την πολιτική αγωγή μέσω της Αντιτρομοκρατικής Υπηρεσίας αποδεικνύοντας για μία ακόμα φορά ότι η σχέση ελλήνων υπηκόων που ανήκουν στην άκρα Αριστερά και ακραίων Παλαιστινίων ­ το ΛΜΑΠ χαρακτηρίστηκε από την ΕΕ «τρομοκρατική οργάνωση» μετά τη δολοφονία του ισραηλινού υπουργού Τουρισμού – ήταν μια ανισότιμη σχέση. Ηταν τόσο προφανές αυτό, ώστε ένας ένορκος να δηλώσει μπροστά στους μάλλον έκπληκτους δικαστές και συνηγόρους της πολιτικής αγωγής και της υπεράσπισης ότι «θεωρεί προσβλητική για τη χώρα την ανισοτιμία της σχέσης σε βάρος των Ελλήνων που έδειχναν την αλληλεγγύη τους».


Ο αστυνόμος Ψαρουδάκης, που είχε τραυματιστεί σπεύδοντας με αυτοκίνητο της Αμεσης Δράσης στο σημείο της διάρρηξης τον Οκτώβριο του 1982, είπε την περασμένη εβδομάδα ότι αναγνωρίζει στο πρόσωπο του Αβραάμ Λεσπέρογλου τον άνθρωπο που τον είχε πυροβολήσει αλλά άλλοι μάρτυρες αμφισβήτησαν αυτή τη θέση που είχαν διατυπώσει δύο ακόμη δράστες της ληστείας. Στις καταθέσεις τους είχαν αναφέρει και οι δύο ότι η ληστεία του 1982 δεν είχε σχέση με οποιαδήποτε πολιτική δραστηριότητα. Αυτή η τοποθέτηση οδήγησε έναν από τους συνηγόρους της πολιτικής αγωγής να αναρωτηθεί την περασμένη Παρασκευή στη δίκη απευθυνόμενος σε μάρτυρα: «Γιατί δεν κατονομάζεται ο Παλαιστίνιος που (σ.σ.: κατά τον κ. Λεσπέρογλου και την υπεράσπισή του) διέπραξε τη ληστεία αφού η αλληλεγγύη σε έναν ληστή δεν αποτελεί πολιτική πράξη;».


Ενας άλλος μάρτυρας υπεράσπισης του κ. Λεσπέρογλου, ο Γιώργος Μπαλάφας, είπε ότι ο Λεσπέρογλου του είχε πει πολλές φορές στον Κορυδαλλό, όπου ήταν και οι δύο έγκλειστοι, ότι είχε απογοητευθεί από τη στάση των Παλαιστινίων στην υπόθεσή του. Ο Λεσπέρογλου φυγοδικούσε επί 17 χρόνια ως τη σύλληψή του το 1999. Υποστήριζε σταθερά ότι δεν ήταν παρών στη ληστεία της οδού Κωλέττη το 1982 για την οποία δικάστηκε και αθωώθηκε.


Το ΛΜΑΠ είχε αναπτύξει κατά τη δεκαετία του ’70 έντονη δράση στην Ελλάδα. Στην ακροαματική διαδικασία της περασμένης εβδομάδας έγινε λόγος για «μαχητές Παλαιστινίους που έφευγαν από την Ελλάδα για τον Λίβανο ή τη Δυτική Οχθη». Το 1978 για αυτόν τον λόγο δολοφονήθηκε ο υπεύθυνος του ΛΜΑΠ στην Ελλάδα Ιμπραήμ Μπασίρ Τζιμπρίλ. Σε μια προκήρυξή του ο ΕΛΑ αναφέρει ότι δολοφονήθηκε από «ισραηλινούς επίσημους εγκληματίες».


Τρεις μήνες πριν από τις εκλογές του 1981 μια ομάδα μελών του Λαϊκού Μετώπου σκοτώνει την Ευγενία Αγγελικούση, ναυτική πράκτορα στον Πειραιά, επειδή είχε καταστρώσει μαζί με άλλους «το σχέδιο δολοφονίας του Τζιμπρίλ». Ολα αυτά δημοσιεύονται σε μια προκήρυξη του ΕΛΑ με ημερομηνία 2 Ιουλίου 1982.