Το «δις εξαμαρτείν ουκ ανδρός σοφού» δεν ισχύει στην ελεύθερη οικονομία. Οσο και να προσπαθήσει κανείς, τη ζημιά δεν τη γλιτώνει. Ισως επειδή η «αμαρτία» εγκαταβιοί στον άνθρωπο – κυρίως στον οικονομικώς δρώντα – και τον τυφλώνει, οι περίφημοι οικονομικοί κύκλοι έχουν αποδειχθεί ιστορικά ακαταμάχητοι. Γι’ αυτό και διάφορα όμορφα επινοήματα τύπου «αειφόρος ανάπτυξη», αν τα προσεγγίσει κανείς ιστορικά, μοιάζουν ουτοπικά.

Ανακατανομή και φτωχοποίηση

Κάποιοι υποστηρίζουν ότι υπάρχει και η «ανάγκη» για ανακατανομή του πλούτου που φέρνει τις κρίσεις. Ανακατανομή, και μάλιστα βίαιη, υπέρ των ολίγων ασφαλώς. Οπως και τα θύματα ενός πολέμου, τα θύματα της κρίσης είναι κατά κανόνα οι πλέον αδύναμοι κρίκοι μιας κοινωνίας – οι νεόπλουτοι και τα «νέα τζάκια» που δημιουργεί ο πόλεμος ή η κρίση αποτελούν την εξαίρεση που επιβεβαιώνει τον κανόνα. Φλερτάρει κάπως με τη συνωμοσιολογία όμως η υπόθεση ότι η φτωχοποίηση των πολλών και η συγκέντρωση πλούτου στους λίγους μπορεί να είναι εκτός από αιτιατό και αίτιο της κρίσης.
Αν είναι έτσι, τότε δεν κινδυνεύουμε – τουλάχιστον άμεσα – με κάποια νέα κρίση, μια και «η εντυπωσιακή οικονομική ανάκαμψη των 10 χρόνων που μεσολάβησαν από την κρίση του 2008 δεν άγγιξε τη μεσαία τάξη», όπως έγραφε την περασμένη Τετάρτη στους «New York Times» ο Νέλσον Σβαρτς.
Θα χρειαστεί να περάσουν χρόνια ακόμα για να συσσωρεύσουν ξανά στα χέρια τους πλούτο οι «μικρομεσαίοι», ώστε να «προκύψει» νέα ανάγκη ανακατανομής του. Εκτός βέβαια κι αν τη φορά αυτή η οικονομική κρίση ξεκινήσει από την εξέγερση όσων δεν καβάλησαν στο τρένο της νέας ανάκαμψης. Δεν είμαστε μακριά, αν κρίνει κανείς από το κύμα λαϊκισμού και αμφισβήτησης των δημοκρατικών θεσμών που φουντώνει παντού.

Το απόλυτο default story

Πολλοί αναλυτές παρατηρούν ότι το διεθνές χρηματοοικονομικό σκηνικό έχει πολλές ομοιότητες με εκείνο που είχε προηγηθεί πριν από το ξέσπασμα του απόλυτου default story που πυροδότησε η κατάρρευση της Lehman Brothers στις 15 Σεπτεμβρίου 2008 και μόνο με τη Μεγάλη Υφεση του 1929 μπορεί να συγκριθεί.
Επιπλέον, τη δεκαετία που μεσολάβησε προέκυψαν και καινούργια χρηματοοικονομικά «φρούτα» εξόχως επικίνδυνα σε περίπτωση που καταρρεύσουν ή «σκάσουν» για το όλο σύστημα και κυρίως για το αίσθημα εμπιστοσύνης των επενδυτών και των παραγόντων της αγοράς εν γένει – χαρακτηριστικό παράδειγμα τα κρυπτονομίσματα.
«Τα χρηματοοικονομικά κραχ είναι συνήθως το αποτέλεσμα ενός ή και περισσοτέρων από τα εξής: υψηλά επίπεδα χρεών και μόχλευσης στα νοικοκυριά και στον επιχειρηματικό τομέα, ανάληψη υψηλών ρίσκων, υπερβολικός εφησυχασμός των επενδυτών, απληστία και μεγάλα τζογαρίσματα εξαιτίας των περιορισμένων διακυμάνσεων στις αγορές, αυξητική πορεία των επιτοκίων, χαμηλά εταιρικά κέρδη» γράφει ο οικονομικός αναλυτής του Reuters Τζέιμι Μακ Γκίβερ. Και προσθέτει ότι, σε διαφορετικά επίπεδα, οι συνθήκες αυτές επικρατούν και σήμερα.

«Συνταγές» που απέτυχαν

Οντως, τα επίπεδα του χρέους είναι σήμερα πολύ υψηλότερα από όσο ήταν προ δεκαετίας. Σύμφωνα με την εταιρεία συμβούλων McKinsey, το συνολικό παγκόσμιο χρέος εκτινάχθηκε στα 169 τρισ. δολάρια την περασμένη χρονιά από 97 τρισ. δολάρια που ήταν το 2007. Η μόχλευση στον τραπεζικό τομέα είναι σήμερα μικρότερη, αλλά μία δεκαετία οιονεί μηδενικών επιτοκίων και πολύ μικρών διακυμάνσεων στις αγορές ώθησε τους επενδυτές να αναλάβουν περισσότερα ρίσκα.
Το περιβάλλον των χαμηλών επιτοκίων διόγκωσε υπερβολικά τους ισολογισμούς των κεντρικών τραπεζών, όπως επίσης τα εθνικά χρέη. Η κατάσταση παραπέμπει στο παράδειγμα της Ιαπωνίας, η οποία από το 1990 εφαρμόζει μέτρα τόνωσης της ρευστότητας και της ανάπτυξης (ποσοτική χαλάρωση, μηδενικά ή και αρνητικά επιτόκια, δημόσιες επενδύσεις) δίχως ουσιαστικό αποτέλεσμα – η ιαπωνική οικονομία παλινδρομεί επί δύο και πλέον δεκαετίες μεταξύ ύφεσης και αντιπληθωρισμού.
Το κόστος δανεισμού αυξάνεται παγκοσμίως με πρωτοβουλία της αμερικανικής κεντρικής τράπεζας (Fed), κάτι εξόχως απειλητικό για τις μεγάλες επιχειρήσεις που επί σειρά ετών εκδίδουν ασταμάτητα ομόλογα για να αγοράσουν και να στηρίξουν τις μετοχές τους. Επιπλέον, η αύξηση των αμερικανικών επιτοκίων ενισχύει το δολάριο και καθιστά, έτσι, δυσκολότερη την αποπληρωμή χρεών εταιρειών και κυβερνήσεων, κυρίως σε αναδυόμενες οικονομίες όπως η τουρκική ή η αργεντίνικη που ήδη φλερτάρουν με τη στάση πληρωμών.
Αν σε όλα αυτά προσθέσει κανείς τις νέες χρηματοοικονομικές απειλές που «θέριεψαν» τη δεύτερη δεκαετία του 21ου αιώνα, όπως είναι οι αλγοριθμικές συναλλαγές, τα exchange-traded funds (επενδυτικά ταμεία που διαπραγματεύονται στις αγορές σαν να πρόκειται για μετοχές), τα κρυπτονομίσματα, η ιλιγγιώδης ανάπτυξη της τεχνητής νοημοσύνης και των μεγάλων δεδομένων (big data), τότε ουδείς δύναται να μαντέψει τον αντίκτυπο τον οποίο θα έχουν στην παγκόσμια οικονομία. Προσθέτει επίσης την προσφυγική κρίση, την άνοδο του λαϊκισμού με την ταυτόχρονη έκπτωση των δημοκρατικών αρχών και αξιών, και επίσης τον κίνδυνο να ξεσπάσει ένας παγκόσμιος εμπορικός πόλεμος, για να υποψιαστεί ότι το μείγμα που θα φέρει την επόμενη κρίση ίσως να είναι εξόχως εκρηκτικό.

«Στις τσέπες ορισμένων»

Η εναλλαγή των οικονομικών κύκλων μπορεί να είναι νομοτελειακή. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι κάθε καθοδικός κύκλος της οικονομίας πρέπει απαραιτήτως να οδηγήσει σε οικονομική και ανθρωπιστική καταστροφή σαν κι αυτήν που έφερε η κατάρρευση της Lehman Brothers στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη – και δη στην Ελλάδα -, όπου το κακό εκδηλώθηκε ως κρίση χρέους. Και οι πετρελαϊκές κρίσεις του 1973, του 1979 και του 1982 έφεραν οικονομικές υφέσεις, αλλά με τις κατάλληλες επεκτατικές πολιτικές οι περισσότερες κυβερνήσεις κατάφεραν να αντιμετωπίσουν τις συνέπειες προτού λάβουν διαστάσεις χιονοστιβάδας.

Κόσμος σε περιδίνηση

Τότε ήταν όμως διαφορετικά τα πράγματα. Ο κόσμος ήταν χωρισμένος σε Ανατολή και Δύση, δεν ήταν ένα παγκόσμιο χωριό. Τώρα απαιτείται συντονισμός διακρατικός, κινητοποίηση της διεθνούς κοινότητας. Και μέτρα δραστικά, προληπτικά και κατασταλτικά, τα οποία δυστυχώς οι αρμόδιοι δεν εμφανίζονται πρόθυμοι να εφαρμόσουν. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ο νόμος Ντοντ – Φρανκ, το μοναδικό συγκροτημένο νομοθέτημα στις ΗΠΑ για τη θωράκιση της Wall Street. Διατάξεις όπως η απαγόρευση της τιτλοποίησης ανασφαλών δανειακών συμβάσεων, η ρύθμιση της αγοράς παραγώγων, ο χωρισμός τραπεζών σε επενδυτικές και εμπορικές συνάντησαν απίστευτες αντιδράσεις και στις ΗΠΑ αλλά και από τις ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές!
Ελάχιστα έχουν γίνει για να αποτρέψουν την κρίση του μέλλοντός μας. Και αυτό το παραδέχθηκαν με συνεντεύξεις τους και η νυν και ο τέως επικεφαλής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ). «Οι τράπεζες έχουν γίνει ασφαλέστερες, αλλά όχι αρκετά ασφαλείς» δήλωσε η Κριστίν Λαγκάρντ και αναφέρθηκε στην ελλιπή κεφαλαιοποίηση υπερβολικά μεγάλων (too big to fail) χρηματοπιστωτικών εταιρειών, που καθιστούν ευάλωτο το σύστημα. «Είμαστε ανοχύρωτοι απέναντι στη νέα κρίση» αποφαίνεται και ο Ντομινίκ Στρος-Καν, ο οποίος χαρακτήρισε λάθος το ότι η Lehman Brothers αφέθηκε ελαφρά τη καρδία να καταρρεύσει, εν πολλοίς «για λόγους παραδειγματισμού», όπως είπε.

«Η έκρηξη των ανισοτήτων»

Οι οικονομικές συνθήκες, το θεσμικό και το ρυθμιστικό πλαίσιο ελάχιστα έχουν βελτιωθεί, η αγοραστική δύναμη ενός μεγάλου μέρους της μεσαίας εισοδηματικής τάξης έχει καταρρεύσει, το εν ενεργεία πολιτικό προσωπικό δεν πείθει για τις ικανότητές του, η τιμωρητική διάθεση και το ηθικοπλαστικό πνεύμα των «ενάρετων» που θεωρούν ότι κατέχουν την απόλυτη αλήθεια παραμένουν.
Μιλώντας στο Γαλλικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο ταλαντούχος πολιτικός αυτόχειρας κ. Στρος-Καν συνοψίζει εύστοχα την κατάσταση των πραγμάτων: «Οταν ξεσπά μια πυρκαγιά, καταφθάνουν οι πυροσβέστες και πλημμυρίζουν το σύμπαν. Μετά, πρέπει να μαζέψουμε τα νερά – κάτι που δεν κάναμε. Και καθώς το νερό αυτό γέμισε τις τσέπες ορισμένων και όχι όλων, βιώσαμε μια έκρηξη των ανισοτήτων».