Δεν ήμουν προετοιμασμένος για τις πρόσφατες συνεντεύξεις του Θάνου Μικρούτσικου σε εφημερίδες και sites. Διάβασα μονοκοπανιά πράγματα που ήξερα, αλλά ήταν τόσο διαφορετικά όταν τα βλέπεις τυπωμένα, δημοσιοποιημένα, κοινά πια σε όλους.
Συζητήσεις που βγήκαν από τα κλειστά δωμάτια και έγιναν λέξεις ολόκληρες δίχως τα δεκανίκια της παρηγοριάς, του υπαινιγμού και της φημολογίας.
Δεν είναι ο πρώτος που εξομολογήθηκε μια τέτοια μάχη, ούτε ο τελευταίος. Δεν υπάρχει κανένα «πρέπει» στο πώς αποφασίζει κάποιος να διαχειριστεί ένα τέτοιo κάταγμα στη ζωή του. Ούτε οι «λεβεντιές», ούτε οι «ηρωισμοί», ούτε οι «δειλίες» μπορούν να αποδώσουν στο ελάχιστο το πώς περνάνε οι πρώτες νύχτες μετά το μαντάτο. Η πρώτη ώρα με τη βιοψία στα χέρια. Από κει και πέρα δεν υπάρχει κανένα προηγούμενο. Οι καρκίνοι είναι σαν τα δαχτυλικά αποτυπώματα, δεν υπάρχουν δύο ίδιοι, όπως δεν υπάρχουν και δύο ίδιοι άνθρωποι. Δεν είναι δειλοί όσοι δεν το πάλεψαν, γιατί σε πολλούς δεν τους δόθηκε καν αυτή η δυνατότητα. Ηταν μια ακαριαία διακοπή από όλα.
Τον κοιτάω συχνά και του λέω «ρε Θάνο, είσαι άρρωστος μόνο στα χαρτιά, πουθενά αλλού δεν υπάρχει σημάδι». Του αρέσει αυτό, το επαναλαμβάνει. Δεν με έχει καμία ανάγκη να επιβεβαιώσω όσα είπε στις συνεντεύξεις του για το πόσο είναι αποφασισμένος να δυσκολέψει τον καρκίνο, για τα σχέδια που κάνει σε βάθος χρόνου, για το πόσο έχει αναθεωρήσει τα των ανθρωπίνων σχέσεων, για τον επιμερισμό των ουσιαστικών από τα δευτερεύοντα και τα πολυτελή.
Διαβάζω και βλέπω όλο αυτό το κύμα αγάπης και συμπαράστασης που έχει φουσκώσει εδώ και λίγες ημέρες και σκέφτομαι πως ακόμη κι αν αυτό είναι ένα από τα «πλεονεκτήματα» της επωνυμίας, ακόμη κι αν υπάρχουν χιλιάδες άλλοι που την καλή κουβέντα και το κουράγιο θα τα ακούσουν μόνο από πέντε-δέκα δικούς τους ανθρώπους, στην ουσία και ο Θάνος αυτούς τους πέντε-δέκα δικούς του ανθρώπους έχει. Οσους έχουμε όλοι μας –αν είμαστε τυχεροί.
Απελευθερωμένοι πια να μπορούμε να μιλάμε χωρίς μισόλογα σε όσους μας ρωτάνε, δίχως να ζυγίζουμε τι πρέπει να πούμε και τι όχι, τι θα ήθελε ο ίδιος να μαθευτεί και τι όχι, νιώθω πως μίλησε δημόσια για να μας πει να συνεχίσουμε τη ζωή μας δίχως να της προσθέτουμε και το άγχος μη μας ξεφύγει τίποτα.
Και μας έβαλε στο πρώτο πληθυντικό μιας κοινής μάχης και όχι προσωπικής. Οπως μιλάνε οι γονείς σε πρώτο πληθυντικό για τα παιδιά τους λέγοντας «αύριο έχουμε ξύπνημα νωρίς γιατί έχουμε σχολείο», έτσι κι εμείς «έχουμε καρκίνο αλλά θα του κάνουμε τη ζωή μαύρη».
Και το «πώς πάει ο Θάνος;» στα τηλεφωνήματά μας είναι πάντα η αφορμή για να ανοίξει μια κουβέντα για την έμπνευση, την αγάπη, τη συντροφικότητα, τη ζωή. Και την Μπαρτσελόνα.
ΥΓ.: Φωτογραφήθηκε παντού με την πίπα στο στόμα. Δεν τον είχα για κάτι λιγότερο…
Ο κ. Οδυσσέας Ιωάννου είναι συγγραφέας – στιχουργός.