Το αδιανόητο ήταν μία δεκαετία στο προσκήνιο. Οχι ως πραγματικότητα, αλλά ως όραμα. Ο Γαλλικός Μάης, ο Μάης του ’68, έχει μείνει ως έκφραση συνώνυμη της αμφισβήτησης, της διεκδίκησης, τηςνιότης, της φαντασίας και του έρωτα.

Το ευρωπαϊκό αντίστοιχο του καλοκαιριού της αγάπης; Οχι ακριβώς. Μια πιο ιδεολογικά φορτισμένη, πιο διανοούμενη εκδοχή εξέγερσης της νεολαίας που πήρε διαστάσεις παλλαϊκού κινήματος. Από το Πανεπιστήμιο της Ναντέρ στη Σορβόννη με καταλήψεις, απεργίες φοιτητών, μαθητών, καθηγητών και ταραχές. Οξύνθηκε με τη δράση της αστυνομίας και γιγαντώθηκε με συμπαραστάτες εργάτες και λαό, σπάζοντας κοινωνικά φράγματα. Μια εξέγερση που αντιμετωπίστηκεσκληρά με εκατοντάδες συλλήψεις, για να καταλήξει στην ισχυροποίηση της κυβέρνησης, μετάτη νίκη του Ντε Γκωλ στις εκλογές που προκήρυξε άμεσα. Η εξέγερση έσβησε τόσο σύντομα, αλλά ο Μάης του ’68 έγινε το σύμβολο αμφισβήτησης της σχέσης πολιτών-εξουσίας, έφερε μια φιλελεύθερη τροπή στον τρόπο σκέψης και αναμφίβολα μια πολιτισμική αλλαγή. Δεν συνοδεύτηκε τόσο από τραγούδια και σύμβολα (βλέπε Τζέφερσον Αίρπλεϊν, Φιλ Οουκς, Μπομπ Ντίλαν, flower power, Γούντστοκ και μίνι φούστα), αλλά από σλόγκαν, δηλαδή φράσεις. Εκτός από την πράξη η ευρωπαϊκή νεολαία χρησιμοποίησε τον λόγο. Η επανάσταση μπορεί να μην έγινε αλλά «ειπώθηκε». Και ειπώθηκε σύγχρονα, ποιητικά, με σλόγκαν που έγιναν διαχρονικά.

«Απαγορεύεται το απαγορεύεται» είναι μια φράση που δεν ξεχνιέται, όπως και το περίφημο «η φαντασία στην εξουσία». Κατά τη γνώμη μου όμως το κορυφαίο μακράν σύνθημα του Μάη του ’68 ήταν το «κάτω από το πλακόστρωτο είναι η παραλία». Φράση βαθύτατα ποιητική, με πολλά επίπεδα, φράση που προϋποθέτει έναν τσιμεντένιο (απάνθρωπο) υλισμό που συμβολίζει το τετράγωνο μασίφ πλακάκι, στατικό και μπρουτάλ στην επαναλαμβανόμενη γεωμετρία του, μια στρώση με την οποία η ισοπεδωμένη κοινωνία πεζοδρομεί, θα λέγαμε, τη σκέψη, τη λαχτάρα, την επιθυμία. Και ταυτόχρονα όμως μια φράση ρεαλιστική διότι προέκυψε ως εξής: Στους δρόμους του Καρτιέ Λατέν, όταν ξήλωναν μια πλάκα, με σκοπό να τη χρησιμοποιήσουν, έβρισκαν από κάτω άμμο, μια και το πλακόστρωτο εδράζεται πάνω σε ένα στρώμα άμμου. Συνθήματα καλλιτεχνικά που βασίζονται σε παλαιότερες μορφές τέχνης, όπως λόγου χάρη τον ντανταϊσμό.Συνθήματα πιθανόν πιο δραστικά και από τα οδοφράγματα και από τις βόμβες Μολότοφ (ένα από αυτά το δήλωνε ξεκάθαρα: «Ολόγος είναι βόμβα Μολότοφ». Και ένα άλλο: «Μιλάτε στους γείτονες, κατεβάστε ιδέες». Μια Επανάσταση του Λόγου; Οχι ακριβώς, αλλά δεν μου έρχεται στον νου καμία άλλη εξέγερση που να παρήγαγε τόσο πολλά τσιτάτα, αποφθέγματα, ευρηματικά λογοπαίγνια, μέχρι και μικρά ποιήματα. «Στους δρόμους που δεν είχε πριν κανείς βαδίσει / Διακινδύνεψε τα βήματά σου / Στις σκέψεις που δεν είχε πριν κανείς σκεφθεί / Διακινδύνεψε το κεφάλι σου». Η αμφισβήτηση περιλάμβανε και την παραδοσιακή Αριστερά όπως εύγλωττα υπαινίσσεται ένα ακόμη σύνθημα: «Αυτοί που μιλούν για επανάσταση και για ταξική πάλη, χωρίς να αναφέρονται στην καθημερινή πραγματικότητα, μιλούν με ένα πτώμα στο στόμα».
Δεν είναι τυχαίο ότι σήμερα, στην 50ή επέτειο της εξέγερσης που ξεκίνησε από το Πανεπιστήμιο της Ναντέρ, δυτικά του Παρισιού, το ίδιο Πανεπιστήμιο ανέθεσε σε street artists να δημιουργήσουν τατουάζ στο campus με έργα εμπνευσμένα από τα αριστουργήματα του Λούβρου.
Ιδού λοιπόν το πώς η εξέγερση τιμάται και εντάσσεται ως ιστορικό γεγονός, μέσω της σύγχρονης εικόνας, όχι της ψηφιακής επανάληψης αλλά της «χάραξης» τατουάζ, της πρωτογενούς χειρονομίας, που παραπέμπει σε αρχαία, σχεδόν προϊστορικά χρόνια. Και η Αλταμίρα δεν είναι γεμάτη γκραφίτι; Οι ίδιοι οι Γάλλοι λοιπόν συνδέουν την εμβληματική εξέγερση της νεολαίας με την τέχνη. Και ειδικά, όπως θα δούμε, με την εκδημοκράτησή της. Θυμηθείτε άλλη μια φράση των φοιτητών: «Η ομορφιά είναι στους δρόμους».
«Πολλοί street artists θέλουν να δημιουργήσουν «εκδημοκρατισμένη τέχνη», γιατί ξέρουν ότι υπάρχουν άνθρωποι που δεν θα διαβούν ποτέ το κατώφλι του Λούβρου» λέει ο επικεφαλής του τομέα εκπαίδευσης του Μουσείου. «Θέλουν ευκαιρίες για να μάθουν τα μεγάλα έργα τέχνης, όπως τον πίνακα του Ευγένιου Ντελακρουά «Η Ελευθερία οδηγεί τους λαούς», που εκτίθενται εκεί. Αυτό ήταν το πνεύμα του ’68, ο εκδημοκρατισμός της τέχνης» (και της κοινωνίας, θα πρόσθετα).
Από τον Μάη του ’68 στον Μάη του 2018: ένα κύμα διαμαρτυρίας, πικρίας του λαού, μια ορμητική λαοθάλασσα στους δρόμους. Οδοφράγματα, φωτιές, ονόματα-θρύλοι, φλεγόμενες λεωφόροι και πλατείες –λεωφόρος Σεν Μισέλ, Καρτιέ Λατέν -, συνθήματα σε πλακάτ και τοίχους, αυτοκίνητα αναποδογυρισμένα – οδοφράγματα, διαρροές πετρελαίου – αναφλέξεις με φωτοβολίδες, πέτρες λιθόστρωτων, δακρυγόνα, χειροβομβίδες με κίτρινο αέριο, ξυλοδαρμοί, τραυματίες σαν αποσυναρμολογημένες μαριονέτες, νοσοκόμοι με μάσκες πολέμου, αίμα, κομμένες ανάσες, αφηνιασμένα ανεκπλήρωτα όνειρα, 2.000 τραυματίες και πέντε νεκροί φοιτητές. Τι λείπει από αυτή την εικόνα; Τι τη διαφοροποιεί από σημερινές συγκρούσεις και εξεγέρσεις; Νομίζω πως είναι προφανές. Η οικονομικο-πολιτική διάσταση. Οι φοιτητές της Ναντέρ και της Σορβόννης έθεσαν κάποια πιο συγκεκριμένα, πιο διεισδυτικά ερωτήματα. Ερωτήματα που δεν αφορούσαν το επίκαιρο, αλλά το μεγάλο. Φέρ’ ειπείν αναρωτήθηκαν τι είναι ένα πανεπιστήμιο.

Με την εξέγερσή τους πλήγωσαν τη γραφειοκρατία. Κατάφεραν να παραλύσουν το κράτος έστω και μερικές εβδομάδες. Νέα παιδιά, που δεν είχαν ακόμη εκτεθεί στην αυταπάτη του συστήματος, ούτε στους λεπτεπίλεπτους μηχανισμούς του οικονομικού εξαναγκασμού. Οπως τόνιζε ο Κορνήλιος Καστοριάδης που έζησε από κοντά τα γεγονότα, το φοιτητικό κίνημα έκανε έφοδο στον ουρανό και το βιομηχανικό προλεταριάτο αδράνησε σε οτιδήποτε δεν ήταν οικονομική διεκδίκηση. Η φαντασία οφείλει να ξεπεράσει την ονειροπόληση και να καταλήγει σε αποτελέσματα που διαρκούν. Διότι η μόνιμη γιορτή είναι εντέλει και ατέλειωτη θλίψη. Υπάρχει κίνδυνος το όλο σχήμα να εκπίπτει στην ψυχαγωγία και στο επαναστατικό χάπενινγκ. Είτε καταναλωτής είτε ντεσπεράντο, έλεγε ο Καστοριάδης, αλλά σε μια κοινωνία της κατανάλωσης ο ντεσπεράντο μεταβάλλεται εύκολα σε αντικείμενο κατανάλωσης. Διότι τελικά εάν η επανάσταση είναι θέμα ημερών ή εβδομάδων, τότε βολεύει μια χαρά το κατεστημένο. Η μέθοδος είναι απλή. Διαλύει τη φαντασιακή ατμόσφαιρα, αποκωδικοποιεί την εξέγερση και κάνει τους θεσμούς ακόμη πιο αυστηρούς. Η αφομοίωση είναι άμεση και ο Μάης εντέλει μένει στη συλλογική μνήμη όχι μόνον ως ένα σημείο αναφοράς για την έννοια της εθνικής ταυτότητας αλλά και ως ένα άθροισμα από πανέξυπνα τσιτάτα.

Στην περίπτωση αυτή όμως υπάρχει μια ιδιαιτερότητα: Ο Μάης του ’68 ήταν ένα κίνημα αυθόρμητο, ρομαντικό, πολυεπίπεδο, ένα κίνημα διαμαρτυρίας, ένα κύμα δυσαρέσκειας που βρήκε την αντανάκλασή του σε όλες τις ηπείρους και προκάλεσε μια νέα κοινωνική πραγματικότητα στις ευρωπαϊκές κοινωνίες. Εγινε μύθος επειδή ακριβώς ήταν ανοιχτό, ετερόκλητο και επέτρεπε και επιτρέπει ακόμη ποικίλες ερμηνείες. Και αυτό δεν είναι καθόλου, μα καθόλου λίγο. Γιατί «τα οδοφράγματα κλείνουν τους δρόμους αλλά ανοίγουν και περάσματα».
Ο κ. Αλέξης Σταμάτης είναι συγγραφέας.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ