Μαζί με την παράλογη διένεξη ανάμεσα στη Σλοβενία και στην Κροατία για λίγο νερό και τα ψάρια που περιέχονται σε αυτό, η διαμάχη για το όνομα ανάμεσα στην Ελλάδα και στον βόρειο γείτονά της ανήκει στα ανοιχτά ερωτήματα για τα Βαλκάνια που σαστίζουν τους εξωτερικούς παρατηρητές. Επί ένα τέταρτο του αιώνα, η διαμάχη αυτή κρατά ομήρους και τις δύο χώρες. Για τη μία από αυτές –η οποία ελπίζουμε ότι σύντομα θα γίνει γνωστή ως παλαιότερα ονομαζόμενη πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας –όχι μόνο εμπόδισε τη συμμετοχή στο ΝΑΤΟ και στην ΕΕ αλλά και οδήγησε σε μια χαμένη δεκαετία υπό την αυταρχική και εθνικιστική διακυβέρνηση του πρώην πρωθυπουργού Νίκολα Γκρούεφσκι.
Η «εκστρατεία εξαρχαϊσμού» που εφάρμοσε προσπαθούσε να προκαλέσει εσκεμμένα την Ελλάδα και, παράλληλα, να οικοδομήσει μια νέα παραλλαγή της εθνικής ταυτότητας στην οποία λίγοι πίστευαν. Οσον αφορά την Ελλάδα, υπονόμευσε τη νομιμοποίησή της ως παίκτη-κλειδί στα Δυτικά Βαλκάνια και έπληξε τη θέση της εντός της ΕΕ. Εχω δει επανειλημμένως –πίσω από κλειστές πόρτες και σε δημόσιες εκδηλώσεις –διπλωμάτες της ΕΕ και αρχηγούς κρατών να παίρνουν μια περιφρονητική έκφραση όταν ο έλληνας εκπρόσωπος επιχειρούσε, ως όφειλε, να διορθώσει το όνομα του βόρειου γείτονά του.
Σήμερα έχουμε την καλύτερη ευκαιρία ύστερα από 25 και πλέον χρόνια να βάλουμε ένα τέλος στη διαμάχη. Αμφότερες οι κυβερνήσεις μοιάζουν να επιθυμούν σοβαρά να τη λύσουν και υπάρχουν βάσιμοι λόγοι για την τελική επίλυσή της. Η κυβέρνηση στα Σκόπια έχει δεσμευθεί ότι θα την αντιμετωπίσει: δεν τρέφει καμία συμπάθεια για τον ισχυρισμό ότι οι σημερινοί πολίτες της έχουν δεσμούς με τους αρχαίους Μακεδόνες και απορρίπτει αυτές τις ιστορικές ή όποιες εδαφικές αξιώσεις. Αντ’ αυτών, επιθυμεί τόσο να βελτιώσει τις σχέσεις με την Ελλάδα όσο και να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ και στην ΕΕ.
Ενας σταθερός γείτονας που ευημερεί στις ίδιες πολιτικές, οικονομικές και αμυντικές δομές είναι προς το εθνικό συμφέρον και της Ελλάδας. Αυτό θα φέρει περισσότερη σταθερότητα στην Ελλάδα. Επιπλέον, θα της επιτρέψει να αναδειχθεί ως ένας σημαντικότερος παράγοντας στα Δυτικά Βαλκάνια. Τα χρόνια της κρίσης στην ΕΕ, τα Δυτικά Βαλκάνια παραμελήθηκαν, γεγονός το οποίο πυροδότησε άνοδο του αυταρχισμού και ενίσχυσε τον ρόλο της Ρωσίας και άλλων παικτών εκτός της περιοχής. Σήμερα η ΕΕ μοιάζει να επανεμπλέκεται, καθώς η Ευρωπαϊκή Επιτροπή σχεδιάζει μια νέα στρατηγική για την περιοχή, η βουλγαρική και η αυστριακή προεδρία της ΕΕ επιθυμούν να επικεντρωθούν στη διεύρυνση και υπάρχει μια γενικότερη επαναδέσμευση για την περιοχή και το μέλλον της στην ΕΕ.
Η επίλυση της διαμάχης για το όνομα σήμερα θα επιτρέψει στην Ελλάδα να γίνει ένας από τους οδηγούς για αλλαγή στην περιοχή, μαζί με τη Βουλγαρία και την Αυστρία, ως ένας από τους τρεις μεγάλους υποστηρικτές των Δυτικών Βαλκανίων εντός της ΕΕ.
Αν οι εθνικιστές σαμποτάρουν την επίλυση της διαμάχης σε μία από τις δύο χώρες, οι κίνδυνοι είναι μεγάλοι. Αν ο συμβιβασμός εκτροχιαστεί στην Ελλάδα, όχι μόνο θα ενισχύσει την αρνητική εικόνα της ως χώρας που μπλοκάρει μια μεταρρυθμιστική και φιλοευρωπαϊκή κυβέρνηση αλλά και θα μειώσει την επιρροή της στα Δυτικά Βαλκάνια. Αν μη τι άλλο, η μη επίλυση του ζητήματος της ονομασίας με την παρούσα κυβέρνηση στα Σκόπια θα ενδυναμώσει τις δυνάμεις που οι εθνικιστές στην Ελλάδα θεωρούν απειλή: θα ενισχυθούν τα εθνικιστικά κόμματα και οργανώσεις του βόρειου γείτονά της, και θα επιχειρήσουν να ανατρέψουν την εκεί κυβέρνηση. Η κυβέρνηση των Σκοπίων θα αγωνίζεται να διατηρηθεί στην εξουσία και θα χάσει την ευκαιρία για μεταρρυθμίσεις, ενώ η συμμετοχή στο ΝΑΤΟ και στην ΕΕ θα απομακρυνθεί ακόμα περισσότερο.
Η παρούσα συγκυρία αποτελεί υπενθύμιση ότι η διαμάχη αυτή, όπως και πολλές άλλες, δεν θέτει ένα έθνος κατά ενός άλλου αλλά τους μετριοπαθείς, πραγματιστές πολίτες και πολιτικούς εναντίον των εθνικιστών και των ακραίων και στις δύο χώρες.
Δεν υπάρχει καμία σοβαρή οργάνωση βόρεια των συνόρων της Ελλάδας που να έχει εδαφικές διεκδικήσεις (αντίθετα προς ορισμένες ακραίες οργανώσεις της διασποράς) και δεν υπάρχει λόγος γιατί το όνομα «Μακεδονία» να μην μπορεί να χρησιμοποιείται τόσο από τους Ελληνες στη Βόρεια Ελλάδα όσο και από τους βόρειους γείτονές τους. Η μη επίλυση θα τροφοδοτήσει την πικρία, ιδίως στη μικρότερη, πιο αδύναμη χώρα που έχει περισσότερα να χάσει.
Η επίλυση της διαμάχης για την ονομασία παραμένει πάντα μόνο το πρώτο βήμα προς ένα νέο είδος σχέσεων ανάμεσα στις δύο χώρες. Ο φόβος για αλυτρωτισμό ή το μονοπώλιο της χρήσης του ονόματος «Μακεδονία» ή η Ιστορία δεν μπορούν ποτέ να αντιμετωπιστούν μέσω της απαγόρευσης να έχει ο βόρειος γείτονας το όνομα με το οποίο αποκαλείται. Η αντιμετώπιση των ανησυχιών αυτών δεν μπορεί να επιτευχθεί μέσω της πίεσης αλλά μέσω του διαλόγου. Συνεπώς, η όποια λύση πρέπει να περιλαμβάνει μια διαδικασία που θα περιέχει διάφορες μορφές διαλόγου ανάμεσα στις κοινωνίες των πολιτών, στους ιστορικούς και στους πολιτικούς προκειμένου να οικοδομηθεί εμπιστοσύνη και να αντιμετωπιστούν οι αμοιβαία εχθρικοί ισχυρισμοί. Κανένας δεν υποστηρίζει ότι αυτό θα είναι εύκολο, αλλά το 2018 παρέχει μια ευκαιρία. Αν όμως διατηρηθεί το status quo, θα ενισχυθούν οι εντάσεις και με αυτόν τον τρόπο δεν θα βελτιωθεί η ασφάλεια ούτε θα κατευναστούν οι ανησυχίες στην Ελλάδα ή στον βόρειο γείτονά της.
Ο κ. Florian Bieber είναι καθηγητής Ιστορίας και Πολιτικής της Νοτιοανατολικής Ευρώπης και διευθυντής του Κέντρου Μελετών Νοτιοανατολικής Ευρώπης στο Πανεπιστήμιο του Γκρατς, καθώς και συντονιστής του Balkans in Europe Policy Advisory Group.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ