Σαράντα τέσσερα χρόνια μετά την ηρωική εξέγερση του Πολυτεχνείου είναι καιρός να αναθεωρήσουμε πλήρως, αυτό που κατ΄ευφημισμό πλέον ονομάζεται γιορτασμός της επετείου.Έχουμε καταφέρει, όπως δυστυχώς γίνεται στην Ελλάδα ,όχι απλώς να καταρρακώσουμε κάθε έννοια ιστορικής μνήμης, αλλά να ευτελίσουμε και να απαξιώσουμε τον αγώνα μερικών χιλιάδων φοιτητών, που έσωσαν την τιμή όλων μας.
Το Πολυτεχνείο δεν είναι ούτε μια καθεστωτική γιορτή, ούτε μια ακόμα ευκαιρία για να εκδηλώσουν καταληψίες, αντεξουσιαστές και κάθε λογής όψιμοι επαναστάτες την παρουσία τους. Γιατί αυτό γίνεται εδώ και αρκετά χρόνια, χωρίς ουσιαστικά να αντιδρά κανείς με το πρόσχημα ότι τιμάμε όσους αγωνίστηκαν ή θυσιάστηκαν. Ο γιορτασμός κατάντησε να αποτελεί την ετήσια ευκαιρία εκτόνωσης είτε των μπαχαλάκηδων, είτε όσων θέλουν να ξεπλύνουν τις πολιτικές αμαρτίες τους.
Δεν αποτελούν εκδήλωση ιστορικής μνήμης ούτε οι καταθέσεις στεφάνων, ούτε οι επαναλαμβανόμενες δηλώσεις πολιτικών ή πολιτικολογούντων που ουδεμία σχέση είχαν ή έχουν με την εξέγερση μιας μειοψηφίας φοιτητών, απέναντι στη δικτατορία. Για να μη μιλήσουμε για την πορεία προς την αμερικάνικη πρεσβεία, που έχει εξελιχθεί πλέον σε γραφικό γεγονός και παράλληλα έρχεται σε πλήρη αντίθεση με την επίσημη κυβερνητική πολιτική.
Είναι παράλογο μερικές δεκάδες αντεξουσιαστές να καταλαμβάνουν το ιστορικό κτίριο και οι πάντες να σφυρίζουν αδιάφοροι. Το πάλαι ποτέ ισχυρό φοιτητικό κίνημα έχει απολέσει και την αξιοπιστία του καθώς υποτάχθηκε στην κομματοκρατία και εξελίχθηκε σε μέσο προσωπικής πολιτικής ανέλιξης. Οι πρυτανικές αρχές δέσμιες κι αυτές κομματικών και εσωπανεπιστημιακών ισορροπιών, παρακολουθούν κάθε χρόνο άβουλες και αδιάφορες το γιορτασμό να ευτελίζεται όλο και περισσότερο.
Είναι καιρός λοιπόν να σταματήσει αυτή η παρωδία γιορτασμού. Πού όχι μόνο δεν τιμά την εξέγερση και τους πρωταγωνιστές της,αλλά απωθεί ακόμα και όσους, λίγους, επιμένουν να σέβονται και να τιμούν αυτόν τον αγώνα.Θα είναι ίσως η καλύτερη προσφορά τιμής σε μια κορυφαία πράγματι πράξη αντίστασης.
ΤΟ ΒΗΜΑ