Πόσο σύντομη είναι μια «σύντομη παρένθεση»; Ο λόγος για τα capital controls και την επιβολή τους όπως είχε χαρακτηρισθεί από τους κυβερνώντες τον Ιουνίου του 2015. Στην περίπτωση της Κύπρου ήταν δύο χρόνια. Στην Ισλανδία διήρκεσε πάνω από οκτώ. Ηρθησαν, με μεγάλη καθυστέρηση, μόλις την περασμένη εβδομάδα ύστερα από τη χρηματοοικονομική κρίση του 2008 που είχαν επιβληθεί. Στην Ελλάδα ακόμα παραμένει άγνωστο πόσος χρόνος θα χρειαστεί για να επανέλθουμε στην κανονικότητα. Ομως φαίνεται πως όχι μόνο τα έχουμε αποδεχθεί αλλά και τα έχουμε συνηθίσει. Θεωρούμε δεδομένη την ύπαρξή τους καθώς το θέμα της άρσης δεν συζητείται πλέον δημοσίως.
Αρχικά, υπήρχε η πεποίθηση ότι η διάρκειά τους θα είναι βραχύβια, μερικές εβδομάδες, κάποιοι μήνες. Πως θα είχαν αρθεί μέχρι το τέλος του 2015, μετά μέχρι τις αρχές του 2016, το πρώτο τρίμηνο του περασμένου έτους και μετά σταμάτησαν οι επίσημες κυβερνητικές και θεσμικές προβλέψεις. Σήμερα, όχι μόνο δεν προβλέπεται περαιτέρω χαλάρωση, αλλά δεν αποκλείεται να κινηθούν προς την αντίθετη κατεύθυνση αν η αβεβαιότητα για την πορεία της οικονομίας και της χώρας ενταθεί.
«Για φέτος και του χρόνου δεν συζητείται η άρση τους» εκτιμούν διεθνείς αναλυτές. Και τούτο διότι τα capital controls μπήκαν για να σταματήσουν την εκροή καταθέσεων και δεν θα αρθούν αν οι καταθέσεις δεν αρχίσουν να αυξάνονται και αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη των καταθετών στην ελληνική οικονομία. Ομως κάτι τέτοιο δεν διαφαίνεται στον ορίζοντα. Οι καταθέτες είναι εξαιρετικά ευαίσθητοι και νευρικοί και αντιδρούν με μεγάλη ταχύτατα στις εξελίξεις.
Αυτό προκύπτει από τα στοιχεία της χρηματοδότησης των τραπεζών μέσω του ELA. Σύμφωνα με όσα δημοσιοποίησε η Τράπεζα της Ελλάδος την περασμένη εβδομάδα η χρηματοδότηση μέσω ELA αυξήθηκε συνολικά κατά 300 εκατ. ευρώ. Το ίδιο είχε συμβεί και πέρυσι μεταξύ Μαρτίου και Απριλίου, όταν και πάλι καθυστερούσε το κλείσιμο της αξιολόγησης. Με την ολοκλήρωσή της, η εξάρτηση από τον ELA σταδιακά άρχισε να μειώνεται μέχρι να προκύψει η νέα καθυστέρηση και να ξαναρχίσουν οι εκροές.
Πράγματι, μετά την ολοκλήρωση της αξιολόγησης στο τέλος του πρώτου εξαμήνου του 2016 και μέχρι το τέλος του έτους επέστρεψαν στις τράπεζες περί τα 4,2 δισ. ευρώ. Εκτιμάται ότι ήταν χρήματα που βρίσκονταν στα «στρώματα» ή είχαν τοποθετηθεί σε αμοιβαία κεφάλαια εξωτερικού. Με το που επανήλθε η αβεβαιότητα εξαιτίας των καθυστερήσεων στο κλείσιμο της τρέχουσας αξιολόγησης, τα ανακλαστικά των καταθετών επανενεργοποιήθηκαν και υπολογίζεται πως απέσυραν μέσα σε ένα τρίμηνο τα χρήματα που είχαν επιστρέψει στις τράπεζες το προηγούμενο εξάμηνο.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, το δίμηνο Ιανουαρίου – Φεβρουαρίου 2017 οι καταθέσεις μειώθηκαν κατά 2,7 δισ. ευρώ, τάση που συνεχίζεται τον Μάρτιο, με αποτέλεσμα να εκτιμάται ότι μέχρι το τέλος του μήνα οι συνολικές απώλειες από την αρχή του έτους μπορεί, αν δεν υπάρχουν θετικές εξελίξεις, να φθάσουν τα επίπεδα των 4 δισ. ευρώ.
Τέτοιου είδους συμπεριφορές αποδεικνύουν ότι απέχουμε πολύ από την ομαλοποίηση και την κανονικότητα. Αρκεί κανείς να αναλογιστεί ότι στην περίπτωση της Ισλανδίας η άρση των capital controls ήλθε ως επιστέγασμα της εξόδου από την κρίση, τη στιγμή που η οικονομία της χώρας αναπτύσσεται με ρυθμούς της τάξεως του 7% και η ανεργία έχει περιοριστεί μόλις στο 3%.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ