Παρακολούθησα μέσω Internet, σε απευθείας μετάδοση από τη Σκάλα του Μιλάνου, την όπερα του Βέρντι «I due Foscari» με τον Πλάθιντο Ντομίνγκο ως Φραντσέσκο Φόσκαρι. Πρόκειται για ρόλο βαρύτονου, από εκείνους που ο Ντομίνγκο επιμένει να τραγουδάει τα τελευταία χρόνια, ανεπιτυχώς κατά την ταπεινή μου γνώμη (η φωνή του παραμένει φωνή τενόρου), με απόλυτη επιτυχία κατά το φανατικό κοινό του, αν κρίνω από την αποθέωση που του επιφυλάσσει στο τέλος κάθε παράστασης. Και αυτή τη φορά η αίσθηση που είχα ήταν ίδια με εκείνη που είχα όταν τον άκουσα ως Κόντε ντι Λούνα στον «Τροβατόρε», Ζερμόν στην «Τραβιάτα», Αθαναήλ στη «Θαΐδα»: ο 75χρονος καλλιτέχνης θα έπρεπε να έχει σταματήσει εδώ και καιρό να τραγουδάει.
Το κοινό της Σκάλας είχε και πάλι αντίθετη γνώμη, αφού τον καταχειροκρότησε. Αντιθέτως, στην υψίφωνο Αννα Πιρότσι, που έκανε την καλύτερη εμφάνιση της βραδιάς, επιφύλαξε την πιο αγενή και τραμπούκικη υποδοχή που έχω δει. Στο τέλος της εξαιρετικά δύσκολης (σχεδόν υπεράνθρωπης) άριας της Λουκρητίας, με την οποία η Πιρότσι έκανε την είσοδό της στη σκηνή, και ενώ ορισμένοι θεατές επιχείρησαν να χειροκροτήσουν, κάποιοι άρχισαν να φωνάζουν επίμονα «Σσσσ!», διακόπτοντας το χειροκρότημα. Ηταν προφανές: η διαβόητη κλάκα της Σκάλας, η ομάδα που παραδοσιακά γιουχάρει τους καλύτερους (θύμα της έχει πέσει και η Μαρία Κάλλας), εξυπηρετώντας τα σκοτεινά συμφέροντα διαφόρων μάνατζερ και άλλων παραγόντων του λυρικού θεάτρου ή εκτονώνοντας τη μικροψυχία και τα απωθημένα των μελών της, είχε πάει στο θέατρο αποφασισμένη να «σκοτώσει» την τραγουδίστρια.

Ετσι, στο φινάλε, ενώ ο Ντομίνγκο, που τραγούδησε μετριότατα, αποθεώθηκε, η αξιοπρεπέστατη συμπρωταγωνίστριά του αναγκάστηκε να υποκλιθεί μέσα στα γιουχαΐσματα, με τα ουρανομήκη «Ούουου!» και «Va!» («Φύγε!») να σκεπάζουν την όποια προσπάθεια να τη χειροκροτήσουν. Θύμωσα με την αδικία. Θύμωσα περισσότερο με τον Ντομίνγκο, ο οποίος στα μάτια μου εμφανίστηκε λίγος, όχι ως τραγουδιστής (τα χρόνια της δόξας του λάμπουν πάνω από τα τελευταία, θλιβερά χρόνια της κόπωσης και των «εκπτώσεων»), αλλά ως άνθρωπος. Ο παντοδύναμος αυτός καλλιτέχνης, που αυτή τη στιγμή έχει τον σεβασμό όλων, παίζει όποιον ρόλο θέλει, όπου θέλει και απολαμβάνει πιθανώς τις υψηλότερες αμοιβές που έχει πάρει λυρικός τραγουδιστής, μπορεί να επιβάλει, με ένα νεύμα του, οποιονδήποτε στη διεθνή σκηνή και θα μπορούσε να βοηθήσει τη σπαρασσόμενη από τα θηρία συνάδελφό του. Μυρίζοντας στον αέρα τον φθόνο, την κακή πρόθεση, τη χυδαιότητα, βλέποντας από την αρχή κιόλας της παράστασης την αδικαιολόγητη και πρόστυχη αντίδραση των κλακαδόρων, μπορούσε να την πάρει από το χέρι και να βγει μαζί της στην υπόκλιση, κίνηση που πιθανώς θα έκλεινε τα στόματα που ήταν έτοιμα να την εξευτελίσουν.

Μπορούσε, επίσης, να βγει μπροστά και να καταγγείλει, τώρα που δεν έχει τίποτε να φοβηθεί, την κλάκα που και στα δικά του νιάτα τον περίμενε με τις χειρότερες των διαθέσεων, να ξεκινήσει αγώνα για να καθαρίσει τη Σκάλα από τη γάγγραινα. Δεν το έκανε. Αφησε την Πιρότσι στη σκηνή μόνη, ολομόναχη, να αντιμετωπίσει αμήχανη, τρομαγμένη αλλά και θαρραλέα μια θύελλα ύβρεων και ακολούθως βγήκε τελευταίος για να απολαύσει το δικό του χειροκρότημα, χαρούμενος, χαμογελαστός, ικανοποιημένος για την επιτυχία του, σταρ. Μελαγχόλησα αναλογιζόμενος την κατάντια εκείνων που κάποτε θαύμαζα και που, μεγαλώνοντας, με τις επιλογές και (κυρίως) με τη συμπεριφορά τους, με απογοήτευσαν. Υπάρχουν, όμως, άνθρωποι και ανθρωπάκια. Την ίδια στιγμή σκέφτηκα πως τελικά η τέχνη δεν εξημερώνει τα θηρία. Πικρή η διαπίστωση, καθώς στα δύσκολα χρόνια που ζούμε και που έρχονται θέλω να πιστεύω πως είναι ένα από τα ελάχιστα καταφύγια για όσους καλούνται να πορευτούν μόνοι μέσα στην καταιγίδα της γενικευμένης απαξίωσης, της κακεντρέχειας και της έλλειψης μέτρου.

* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino το Σάββατο 12 Μαρτίου 2016

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ