Ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας κατά την επίσκεψή του στη Νέα Υόρκη την περασμένη εβδομάδα έθεσε το θέμα της αντιμετώπισης του χρέους ως αναγκαίο όρο για την επιστροφή της χώρας στην ανάπτυξη. Από το βήμα των Ηνωμένων Εθνών συνέδεσε την «αναδιάρθρωση ή αναδιαμόρφωση» του χρέους με την ανάπτυξη και στη θλιβερή δημόσια συζήτηση με τον Μπιλ Κλίντον τόνισε την αναγκαιότητα αναδιάρθρωσης του χρέους για την προσέλκυση επενδύσεων, κάτι που επανέλαβε στην ημίωρη συνάντησή του με τον αμερικανό υπουργό Εξωτερικών Τζον Κέρι.
Στο ίδιο μήκος κύματος κυβερνητικά στελέχη επαναλαμβάνουν ότι η επίλυση του χρέους είναι προϋπόθεση για την ανακάμψη της οικονομίας, για να γίνουν επενδύσεις στη χώρα, για να αλλάξει το κλίμα στην οικονομία και κατά συνέπεια στην καθημερινότητά μας.
Για να μην υπάρχουν νέες αυταπάτες, παρόμοιες με αυτές της περιόδου της «σκληρής διαπραγμάτευσης» που έφεραν τη χώρα στον προθάλαμο της εξόδου από το ευρώ, καλό είναι να ξεκαθαρίσουμε ορισμένα πράγματα.

Κανένας επενδυτής δεν πρόκειται να βάλει το χέρι στην τσέπη και να επενδύσει στην Ελλάδα επειδή θα ρυθμιστεί το χρέος, επειδή οι πιστωτές θα κάνουν τις παραμετρικές προσαρμογές στο χρέος (παράταση λήξεων, αύξηση περιόδου χάριτος και μείωση επιτοκίων) που είναι απαραίτητες μετά την επιδείνωση των επιδόσεων και των προοπτικών της ελληνικής οικονομίας. Και οι επιδόσεις και οι προοπτικές επιδεινώθηκαν εξαιτίας της πολιτικής αστάθειας. Αυτός είναι ο βασικός λόγος που οι επενδυτές, μικρότεροι ή μεγαλύτεροι, δεν βάζουν σήμερα το χέρι στην τσέπη και όχι το υψηλό χρέος.

Ας μην ξεχνάμε ότι την άνοιξη του 2014 η Ελλάδα βγήκε στις αγορές και σήκωσε περί τα 5 δισ. ευρώ. Και οι επενδυτές ήταν ιδιαίτερα θερμοί. Πάνω από 600 συμμετείχαν στη διαδικασία διάθεσης των ομολόγων και το 55% από αυτούς ήταν πραγματικά επενδυτικά κεφάλαια και μόλις το 30% hedge funds. Επίσης, τον Απρίλιο του 2014 οι επενδυτές έβαλαν πάνω από 10 δισ. ευρώ στις τράπεζες.
Αλλαξαν στάση όμως κυρίως επειδή η χώρα μπήκε σε περίοδο πολιτικής αστάθειας, η οποία ξεκίνησε με την άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ στις ευρωεκλογές, την άρνηση του κ. Τσίπρα να εκλέξει Πρόεδρο της Δημοκρατίας, τον πανικό του Αντώνη Σαμαρά και τις θεωρίες περί «αριστερής παρένθεσης» και ενισχύθηκε από τις τρεις εκλογικές αναμετρήσεις του 2015 και τη «σκληρή διαπραγμάτευση» της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ που οδήγησε στην επαναφορά του Grexit.
Η αποχή των επενδυτών σχετίζεται επίσης με την εχθρική στάση του ΣΥΡΙΖΑ προς τις ιδιωτικές επενδύσεις που φάνηκε στην αδυναμία του κ. Τσίπρα να πείσει τους επενδυτές όταν ο Μπιλ Κλίντον τον ρώτησε αν θα πάρουν τα λεφτά τους πίσω επενδύοντας στην Ελλάδα.
Καταλαβαίνουμε ότι «πολιτικά» ο κ. Τσίπρας προβάλλει μια συμφωνία για το χρέος για να δείξει ότι κάτι θα πάρει ως αντάλλαγμα για την εφαρμογή των σκληρών μέτρων του Μνημονίου. Και για τον λόγο αυτόν προετοιμάζει νέες επιτροπές για τη διαπραγμάτευση του χρέους. Δεν ξέρουμε τι ακριβώς έχει στο μυαλό του. Αλλά αν πάλι σχεδιάζει να εμπλακεί σε επικοινωνιακά παιχνίδια μόνο και μόνο ως αντιπερισπασμό στα σκληρά μέτρα του Μνημονίου, τότε είναι πολύ πιθανόν αντί για τους επενδυτές να επανέλθει το Grexit.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ