Κάτι η συμπόνια του Σόιμπλε («Λυπάμαι τους Ελληνες»), κάτι το ζεστό βλέμμα του Ντάισελμπλουμ, οι πατρικές ανησυχίες του Γιούνκερ, οι αδελφικές παραινέσεις του ισπανού υπουργού Οικονομικών Λουίς ντε Γκίντος («Να αποπληρώσετε τα χρέη σας»), είχαμε άφθονο υλικό για συζήτηση. Αρχικά περιλάβαμε τους Γερμανούς, έπειτα κατεβήκαμε νοτιότερα. Ξεκινώντας από πρόσωπα, τους πρωταγωνιστές του «ελληνικού δράματος», και περνώντας στους λαούς. Τα γνωστά τσιτάτα ακούστηκαν ξανά: Οι Αυστριακοί είναι έτσι, οι Γάλλοι αλλιώς, οι Ολλανδοί είναι χειρότεροι, οι Φινλανδοί πιο χάλια, οι Ελληνες είναι οι καλύτεροι. Οταν συγκινημένοι από την ανωτερότητά μας πέφταμε ο ένας στην αγκαλιά του άλλου, έφτασε το ντελίβερι με τις πίτσες. «Παραδέχομαι ότι αισθάνομαι ευγνωμοσύνη που υπάρχει η Ιταλία, γιατί αλλιώς δεν θα υπήρχε η πίτσα» είπε ο Νίκος. «Εγώ νιώθω ευγνωμοσύνη που υπάρχει η Γερμανία, για την μπίρα της» πρόσθεσε ο Στέλιος. Η Αννα μόλις θυμήθηκε τα κράπφεν έγινε φιλοαυστριακή, η Στέλλα αφού μας αποκάλεσε κοιλιόδουλους υποκλίθηκε στη Γαλλία για τη δημοκρατία της και για τα νούφαρα του Μονέ, εγώ θύμισα το μεγαλείο των φλαμανδών ζωγράφων, ο Νίκος προσγείωσε πάλι τη συζήτηση για να εκθειάσει τα κεφτεδάκια αλλά και τις κοινωνικές παροχές της Σουηδίας, η Στέλλα θύμισε ότι η εν λόγω χώρα μάς έχει χαρίσει και έναν Στρίντμπεργκ, η Γερμανία έναν Μπρεχτ, η Αυστρία έναν Μότσαρτ…
Ξαφνικά, εκείνα που ενώνουν τους λαούς πρόβαλαν σημαντικότερα από όσα τους χωρίζουν και έγινε ο κόσμος μια τράπεζα πάνω στην οποία καθένας απίθωνε τα δώρα του. «Πάντως στο τραπέζι νερό μόνο οι Ελληνες βάζουν» είπε κάποιος, ενοχλημένος που «στη Γερμανία, αν δεν ζητήσεις, κορακιάζεις». «Στη Γαλλία φέρνουν, είναι όμως τόσο στριμωγμένα τα τραπέζια που τρως αγκαλιά με αγνώστους» σχολίασε ο Στέλιος, με την Αννα να καταγγέλλει επιπλέον τα γαλλικά γλυκά «που είναι μια σταλιά». Αλλος χαρακτήρισε απαράδεκτα τα γλυκά της Ισπανίας («στόκοι που κολλάνε στα δόντια»), η Στέλλα εξέφρασε την αντιπάθειά της για το «αυστριακό σύστημα» όπου «καθένας πληρώνει ό,τι έφαγε… Ψυχρό πράγμα, το κέρασμα δεν το έχουν». Πρόσθεσα πόσο με ενοχλεί η άνεση με την οποία οι Βορειοευρωπαίοι κάθονται κατάχαμα, όπου βρουν, όσο βρώμικα και αν είναι. Η Αννα κορόιδεψε εκ νέου τους Γερμανούς που φορούν πέδιλα με κάλτσες, και απόρησε που οι Γάλλοι στο μετρό δεν παραχωρούν τη θέση τους στους γηραιότερους: «Το «παρακαλώ καθήστε» ευδοκιμεί μόνο στην Ελλάδα» παρατήρησε και νιώσαμε πάλι υπερήφανοι. Συνήλθαμε γρήγορα, όταν ακούστηκαν σχόλια για τα ελληνάκια που δεν ξέρουν να συμπεριφερθούν δημοσίως σε αντίθεση με τα γαλλάκια. «Τα αγγλάκια είναι ακόμη χειρότερα» αποφάνθηκε ο Γιάννης που έχει ζήσει στο Τσέστερ και ανασάναμε με ανακούφιση.
Ετσι, με τα καλύτερα και τα χειρότερα (κυρίως) των λαών περάσαμε την ώρα μας. Απαριθμώντας εθνικά ελαττώματα και προτερήματα, προσπαθώντας να καταλάβουμε πόσο διαφορετικοί και πόσο ίδιοι είμαστε. Θυμήθηκε τότε η (εκπαιδευτικός) Στέλλα ένα μάθημα στο βιβλίο της Νεοελληνικής Γλώσσας κατά το οποίο «Είμαστε όλοι ίδιοι. Είμαστε όλοι διαφορετικοί». Και τη Διακήρυξη των Ηνωμένων Εθνών που λέει: «Οι αυτόχθονες λαοί είναι ίσοι με όλους τους άλλους λαούς» και έχουν δικαίωμα «να θεωρούν τον εαυτό τους διαφορετικό και να γίνονται σεβαστοί ως τέτοιοι». Πιστεύοντας ότι ακόμη και στις διαπροσωπικές σχέσεις είναι κατάκτηση να σεβαστείς τη διαφορετικότητα, να καταλάβεις αντί να επικρίνεις και να αποδεχτείς την υπεροχή εκεί που υπάρχει. Αναλογίστηκα πόσο πιο δύσκολο είναι κάτι τέτοιο σε επίπεδο λαών και αναρωτήθηκα αν θα καταφέρουμε ποτέ να συνεννοηθούμε με τους… φίλους μας. Ακολούθως, αποφασισμένος να συμμετέχω στην προσπάθεια για τη σύσφιγξη των ελληνογερμανικών σχέσεων, έφερα στο τραπέζι το στρούντελ. Γιατί αν πολλά χωρίζουν (και) τους λαούς της Ευρώπης, το καλό φαγητό είναι κάτι που σίγουρα τους φέρνει κοντά. Τα υπόλοιπα, ας τα δουλέψουμε.

* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 01 Μαρτίου 2015

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ