Ποιος οργανώνει τις καταλήψεις στα σχολεία; Παρακαλώ, όχι γενικότητες. Πρέπει να ευρεθεί ο φταίχτης, ο υποκινητής. Δεν μπορεί, κάποιος υπάρχει από πίσω, κάποιος παρασύρει τα παιδιά. Είναι ένα κόμμα και για να το πούμε με ονοματεπώνυμο, είναι ο Αλέξης Τσίπρας, εκείνος που έγινε διάσημος στα νιάτα του από την κατάληψη του λυκείου Αμπελοκήπων.
Ακόμη δεν άνοιξαν τα σχολεία και ήδη έκλεισαν σε αρκετές πόλεις. Έχουμε και λέμε: Θεσσαλονίκη, Πάτρα, Ρέθυμνο, Καλαμάτα. Μαθητές διαμαρτύρονται για την έλλειψη διδακτικού προσωπικού, για τις κακές υποδομές, ζητούν δωρεάν μεταφορά για όσους μένουν μακριά και δωρεάν γεύματα όπου καταγράφεται φτώχεια. Οι καταλήψεις από πέρσι αντιμετωπίζονται με νέο τρόπο, από τις διωκτικές αρχές – τους εισαγγελείς και την αστυνομία. Μαθαίνουμε λοιπόν ότι συχνά πυκνά τίθεται από τις αρχές το ερώτημα εάν οι καταληψίες ή οι γονείς τους «ανήκουν σε κάποιο κόμμα». Δηλαδή επί της ουσίας ζητούν να μάθουν τα φρονήματα πολιτών, μια πρακτική που δεν θα την λέγαμε «δημοκρατική».
Ας σταθούμε για λίγο στη φρασεολογία. Όταν οι γονείς συμφωνούν με την προοπτική της κατάληψης, τότε «υποκινούν». Όταν οι γονείς διαφωνούν και αποτρέπουν, τότε «νουθετούν», «εμπνέουν» και «εκλογικεύουν». Σε αυτό μπορούμε να μείνουμε ουδέτεροι και να αποδεχτούμε ότι η οικογένεια είναι παράγοντας επιρροής, είτε έτσι είτε αλλιώς.
Ας σταθούμε λίγο στην πραγματικότητα. Το ελληνικό δημόσιο σχολείο έχει αναρίθμητα προβλήματα λειτουργίας. Από τα βιβλία μέχρι τη θέρμανση, από τους καθηγητές που λείπουν ως τα άθλια κτήρια και όλα αυτά σε συσχετισμό με μια κοινωνία που πιέζεται όλο και περισσότερο. Οι μαθητές τα βλέπουν αυτά και είναι απολύτως υγιές να απαιτούν το καλύτερο. Ποιος άραγε θέλει εφήβους συμβιβασμένους, ολιγαρκείς, με σκυμμένο το κεφάλι; Ποιος πιστεύει ότι υπάρχει μέλλον αν οι νέοι δέχονται αδιαμαρτύρητα την υποτίμηση της εκπαίδευσης άρα και του μέλλοντός τους;
Ας σταθούμε λίγο στην αντιμετώπιση. Οι καταληψίες καλούνται για κατάθεση από την αστυνομία ή τον εισαγγελέα. Κανονικά αυτά τα ζητήματα θα έπρεπε να λύνονται εντός του σχολείου. Να γίνεται συζήτηση, να προσδιορίζονται οι στόχοι του αγώνα, να καταγράφονται τα αιτήματα. Το δημόσιο σχολείο είναι άθλιο και οιοσδήποτε νουνεχής θέλει να το αλλάξει.
Ας σταθούμε περισσότερο στο μάθημα που δεν γίνεται. Το ερώτημα απευθύνεται σε όσους θεωρούν επαναστατική πράξη την κατάληψη, όσους νομίζουν ότι το κλειστό σχολείο θα φέρει από μόνο του λύσεις. Κάνουν λάθος. Οι καταλήψεις απαξιώνουν ακόμη περισσότερο το άθλιο σχολείο, οδηγούν απευθείας στην ιδιωτικοποίηση της εκπαίδευσης και διευρύνουν το χάσμα μεταξύ κοινωνικών τάξεων. Πέραν τούτων δεν έχουν καν τη επίδραση του καινούργιου. Οι καταλήψεις είναι ξεπερασμένες, είναι ο τρόπος αντίδρασης μιας άλλης εποχής, της εποχής της νιότης του Αλέξη Τσίπρα.
Είναι καιρός να ευρεθούν νέοι τρόποι διαμαρτυρίας. Η πρώτη κατάληψη σε σχολείο έγινε τον Σεπτέμβριο του 1986, στην Ευαγγελική Σχολή της Νέας Σμύρνης. Ακολούθησαν οι καταλήψεις των Πολυκλαδικών Λυκείων που τάραξαν πραγματικά την ελληνική κοινωνία. Η γενιά των πρώτων καταληψιών, με προεξέχοντα τον Τσίπρα, αποτελεί πλέον κομμάτι του κατεστημένου, φόρεσε κοστούμι έστω χωρίς γραβάτα.
Οι μαθητές σήμερα έχουν περισσότερα εργαλεία επικοινωνίας, δεν χρειάζονται τηλεοπτική κάμερα που δείχνει βανδαλισμούς από τάξεις. Μπορούν να διοχετεύσουν παντού το μήνυμά τους, να εισακουστούν από τους πάντες χωρίς μεσολαβητές. Σε κάθε περίπτωση σήμερα ό,τι πιο επαναστατικό θα ήταν η εξωτερίκευση της δυσαρέσκειας χωρίς να παρεμποδίζεται το μάθημα.