Το «δράμα» στο οποίο ο λαός γίνεται συνάμα θεατής και πρωταγωνιστής αφορά μια διαμάχη και αντιπαλότητα που ούτε τώρα δημιουργήθηκε αλλά ούτε θα αποχωρήσει.

Η μιζέρια της σημερινής κοινωνίας που αγωνιά για ιδανικά, αξίες, ανάπτυξη και κοινωνική πρόοδο είναι ουσιαστική πτυχή που η ίδια η κοινωνία δεν υπερασπίσθηκε τις τελευταίες δεκαετίες. Η μετωπική σύγκρουση ερχόταν με μαθηματική ακρίβεια και όλοι έκαναν τα στραβά μάτια.

Βρισκόμαστε στο μάτι του κυκλώνα μεταξύ δύο πανίσχυρων επιρροών. Η μία είναι η συντριβή της υπαρξιακή υπόστασης της ελληνικής κοινωνίας γιατί τα θεμέλια της ήταν κούφια και βασισμένες σε ψεύτικες υποσχέσεις. Η δεύτερη είναι η καπιταλιστική απρόσωπη δύναμη του νομισματικού κέρδους που ξεπερνά την Ελλάδα και τα συμφέροντα της σαν χώρα.

Η αποτυχία της Ευρώπης και ιδιαίτερα της ελληνικής κυβέρνησης βρίσκεται στην αδυναμία της να συντάξει ένα ουσιαστικό μέτωπο που να στηρίζει την υλοποίηση αξίων και θεσμών επάνω στις οποίες το ευρωπαϊκό όραμα ήταν χτισμένο. Την ίδια στιγμή η αδυναμία της κυβέρνησης να κάνει τις πιο αναγκαίες μεταρρυθμίσεις είναι απαύγασμα ενός ξεφτιλισμένου συστήματος που κτίστηκε σε μικροπολιτικές με γνώμονα το προσωπικό συμφέρον.

Η αδυναμία της υλοποίησης του προγράμματος στο μέλλον παραμένει αναπόσπαστο κομμάτι της ήδη υπάρχουσας εσωτερικής διάσπασης του ίδιου του συστήματος. Έτσι το μέλλον παραμένει γκρίζο.

Οι δανειστές, λανθασμένα ερμηνεύουν την αδυναμία της χώρας με βάση την έλλειψη πολιτικής τόλμης και για την οποία τιμωρείται ανελέητα ξανά και ξανά. Η ρητορεία για αναξιοπιστία δεν είναι τίποτα άλλο από μια συνεχή δικαιολογία για αποφυγή από τους δήθεν ηγέτες να κοιτάξουν το πρόβλημα κατάματα.

Ακόμα και αν δεχτούμε ότι το πρόβλημα εμείς το δημιουργήσαμε και εμείς πρέπει να το λύσουμε, οι ρωγμές που δημιουργούνται στο κοινωνικό σύστημα της χώρας δεν γίνεται σημείο προβληματισμού και αυτό δεν αφορά μόνο την Ελλάδα.

Αν οι αποδόσεις των Ευρωπαϊκών χωρών αξιολογούνταν με βάση την κοινωνικό-πολιτιστική τους πρόοδο και όχι την οικονομία τότε θα ήταν πολύ περισσότερο δικαιολογημένο για την Ελλάδα να βγει από την Ευρώπη. Η συνειδητή άγνοια και αδιαφορία για τις κοινωνικές επιπτώσεις μια χώρας δεν αγγίζει την ευαισθησία των μεταρρυθμιστών και για τα προβλήματα που δημιουργούνται και στα άλλα κράτη μέλη.

Το θέμα είναι ότι η εξάσκηση πολιτικής δύναμης παραμένει άριστα συνδεδεμένη με την οικονομική ευπορία. Ακόμα και αν η Γαλλία θέλει να δείξει την σιδηρά θέληση της για ηγεσία στην Ευρώπη, η ανωτερότητα της Γερμανίας υπερισχύει. Η Γαλλία ακολουθεί αποφάσεις γιατί δεν έχει την ίδια οικονομική ισχύ.

Αυτή η πάλη μεταξύ συμφερόντων σε οικονομικό επίπεδο αποδεικνύει ότι ανεξάρτητα με την οικονομική υπεροχή μιας χώρας, ο ζήλος για έλεγχο και κυριαρχική εξουσία παραμένει επικίνδυνη αλλά και ταυτόχρονα αναπόφευκτη.

Έτσι δημιουργείται ένα αγεφύρωτο χάσμα μεταξύ ενός παραληρήματος για ένωση και συλλογική ευρωπαϊκή συνοχή την ίδια στιγμή που αναφορές στο τι αυτή η συνοχή περιλαμβάνει, έχει μόνο οικονομικές διαστάσεις και τον ζήλο για υπεροχή και εξουσία.

Το κοινωνικό σύμπλεγμα το οποίο στην χώρα μας κλονίζεται δεν έχει γίνει ισχυρό επιχείρημα σε ό,τι διαπραγματεύσεις έχουν γίνει. Αυτό δηλώνει έμπρακτα ότι η προσπάθεια για νομισματικό κέρδος παραμένει υπεράνω από οτιδήποτε άλλο. Η ανθρώπινη και κοινωνική φύση του προβλήματος παραγκωνίζεται στο βωμό της οικονομικής ευπορίας. Η πολιτική ρητορεία προσπαθεί να εξευμενίσει τα πραγματικά κίνητρα με τα οποία οι αλλαγές προσπαθούν να επιβληθούν στην Ελλάδα μιλώντας για σωτηρία.

Για μία χώρα που γέννησε τον πολιτισμό και την Δημοκρατία το λιγότερο που μπορούμε να κάνουμε είναι να κατευθύνουμε όλο αυτό το θυμό και αγανάκτηση σε μία εγωιστική επιμονή για αλλαγές και μεταρρυθμίσεις που το ίδιο το κοινωνικό σύστημα θα επιβάλει στον εαυτό του. Τα ΜΜΕ να γίνουν κανάλι έκφρασης της οργής για αλλαγή με μόνο γνώμονα εκείνες τις ουσιαστικές οργανωτικές δομές που θα ξανακάνουν την Ελλάδα ένδοξη και ισχυρή.

* Ο Δρ. Στέφανος Αβακιάν είναι καθηγητής στον κλάδο της Οργανωσιακής Συμπεριφοράς και Διοίκησης του Ανθρώπινου Δυναμικού στο πανεπιστήμιο Brighton στην Αγγλία.