Το δώρο του Μουσείου Μπενάκη σε αυτά τα δύσκολα και σκοτεινά Χριστούγεννα (όπως λέµε «σκοτεινοί χρόνοι») είναι η µονογραφία της Εβίτας Αράπογλου Κριεζώτου αρ. 3, Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας, το Σπίτι, το Εργαστήριο και η Πινακοθήκη. Η γνωστή ιστορικός τέχνης παρουσιάζει σε αυτό το µεγάλο βιβλίο την Ιστορία του σπιτιού όπου ο Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας έζησε και είχε το ατελιέ του, από τα µέσα της δεκαετίας του ’50 ως τον θάνατό του, αλλά και τη συλλογή των έργων του Χατζηκυριάκου-Γκίκα, που στεγάζεται στο ίδιο κτίριο. Το κτίριο είχε παραχωρηθεί από τον ίδιο τον ζωγράφο στο Μουσείο Μπενάκη, για να µετατραπεί σε ένα δορυφορικό αλλά τελικά αυτόνοµο µουσείο έργων του Γκίκα και ολόκληρης της Γενιάς του ’30, σύµφωνα µε το όραµα του Αγγελου ∆εληβορριά, που ευτυχώς έχει υλοποιηθεί. Το σπίτι – ουσιαστικά µια πολυκατοικία – χτίστηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1930, κατόπιν παραγγελίας του πατέρα του Γκίκα, του ναυάρχου Αλέξανδρου Χατζηκυριάκου, σε σχέδια του αρχιτέκτονα Κώστα Κιτσίκη. Είναι µια αστική πολυκατοικία, που σηµατοδοτεί στο κέντρο της Αθήνας όχι µόνο µια αστική αρχιτεκτονική αλλά και έναν αστικό τρόπο ζωής, που σήµερα τον ξεχνάµε. Παρ’ όλο τον σύντοµο βίο της, η νεότερη Αθήνα έχει κιόλας την παράδοσή της, όπως αποκαλύπτεται µέσα από την εξαιρετική µονογραφία της Αράπογλου. Την ίδια εποχή µε το σπίτι του Χατζηκυριάκου, οι αδελφοί Καρακώστα ανοίγουν στην Κριεζώτου το πρώτο γκουρµέ εστιατόριο της πόλης, το Cellar, ενώ λίγο πιο κάτω, στο σπίτι του υπερρεαλιστή Νικόλαου Κάλας, οργανώνεται, το 1939, η πρώτη έκθεση Εγγονόπουλου. Ο Χατζηκυριάκος-Γκίκας ανακαινίζει το οικογενειακό σπίτι το 1955, ουσιαστικά µε δικά του σχέδια, ώστε γνωστοί αρχιτέκτονες να τον χαρακτηρίσουν «αρχιτεκτονική ιδιοφυΐα».

Πικρός ο Αγγελος ∆εληβορριάς στον πρόλογο της έκδοσης. «Ενώ οι εκθεσιακές εργασίες βρίσκονται στο τελικό στάδιο, δεν ξέρω αν η τρέχουσα οικονοµική κατάσταση επιτρέψει τελικά τη λειτουργία του νέου µουσείου» γράφει. Παρ’ όλα αυτά, µέσα στη γενική απαξίωση του πολιτισµού και της παιδείας, αφήνει µια χαραµάδα αισιοδοξίας: «Θα έρθει κάποια στιγµή που θα επανεκτιµηθούν εντέλει τα πραγµατικά περιουσιακά µας στοιχεία και η “αγοραστική” αξία των επιµέρους συστατικών τους, έτσι ώστε να επανεξετασθούν κριτικά οι καθιερωµένες, δυστυχώς, απόψεις ως προς τι σηµαίνει παραγωγική επένδυση και ποιες µπορεί να είναι µακροπρόθεσµα οι οικονοµικές δυνατότητες των πολιτιστικών προϊόντων».

nbak@dolnet.gr
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ